Ποιος θα μπορούσε να διαφωνήσει με τη μείωση του κόστους παραγωγής και την καταβολή των χρωστούμενων; Ομως, και ποιος θα μπορούσε να συμφωνήσει με την κατάργηση του Χρηματιστηρίου Ενέργειας ή με την άμεση δημοσιοποίηση όλων των ονομάτων που εμπλέκονται στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ; Το πρώτο είναι ευρωπαϊκή υποχρέωση, το δεύτερο αποτελεί κατάφωρη παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας.
Περιλαμβάνει και άλλα η λίστα, πολλά από τα οποία συζητά η κυβέρνηση, όπως φάνηκε χθες από τις δηλώσεις του υπ. Αγροτικής Ανάπτυξης. Η κυβέρνηση δείχνει ότι έχει κάθε διάθεση να ικανοποιήσει τα δίκαια αιτήματα των αγροτών, πάντα εντός των δημοσιονομικών ορίων και αντοχών και χωρίς να διακινδυνεύεται η διαφάνεια του συστήματος. Κάτι που στην περίπτωση π.χ. του αφορολόγητου πετρελαίου στην αντλία θα μπορούσε να διασφαλιστεί με τις κατάλληλες τεχνολογικές υποδομές.
Ομως, υπάρχουν και κόκκινες γραμμές, όπως το αίτημα να μην περάσει ο ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ ή να «μην υπάρξει μείωση των πόρων της ΚΑΠ για την πολεμική προετοιμασία». Το τελευταίο θα έπρεπε να σταλεί συνημμένο στις Βρυξέλλες και όχι στο Μαξίμου. Πάντως, η λογική λέει πως όταν μπαίνουν τόσο πολλά και τόσο ανομοιογενή θέματα στο τραπέζι, υπάρχουν δύο ενδεχόμενα: Το πρώτο αποτελεί βασική αρχή μιας διαπραγμάτευσης: Ζητάς πολλά, για να κερδίσεις όσο το δυνατόν περισσότερα. Το δεύτερο είναι να μην αναζητείται πραγματικά η λύση, αλλά η σύγκρουση. Πιστεύουμε ότι ισχύει το πρώτο και ότι η κατάσταση θα εκτονωθεί. Αλλά για αυτό χρειάζεται συνεργασία. Και συνεργασία χωρίς διάλογο δεν νοείται.
Ξαναλέμε πως οι αγρότες έχουν χίλια δίκια. Οσα αιτήματα σχετίζονται με την άμεση επιβίωσή τους πρέπει να λυθούν εξίσου άμεσα. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι αγρότες και κυβέρνηση και να εξετάσουν τα προβλήματα ένα προς ένα. Και μετά να ακολουθήσει μια ουσιαστική συζήτηση για τα θέματα που αφορούν τη μακροπρόθεσμη ανασυγκρότηση και τον εκσυγχρονισμό του παραγωγικού τομέα, δηλαδή το αγροτικό μέλλον της χώρας.