Η ΕΚΛΟΓΗ του Κυριάκου Πιερρακάκη στη θέση του προέδρου του Eurogroup δεν είναι απλώς μία συμβολική στιγμή για τη χώρα. Είναι ένα ιστορικό, πολιτικό και οικονομικό ορόσημο που πιστώνονται ο ελληνικός λαός, η κυβέρνηση και ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών.
ΠΡΙΝ ΑΠΟ δέκα χρόνια, η Ελλάδα βίωνε μια πρωτοφανή κρίση, ίσως τη μεγαλύτερη στην περίοδο της Μεταπολίτευσης. Μια χώρα που στα μάτια των Ευρωπαίων ήταν ξοφλημένη, με άδεια ταμεία και μηδενικές προοπτικές. Με μια κυβέρνηση μαθητευόμενων μάγων που έκανε το ένα λάθος μετά το άλλο, που διέρρηξε τις σχέσεις με τους εταίρους, βύθισε την ελληνική οικονομία στην ύφεση, έκλεισε τις τράπεζες και οδήγησε σε προσωπική χρεοκοπία τους Ελληνες.
ΑΠΟ ΤΟΥΣ ζουρνάδες του Τσίπρα μέχρι το «ουάου» του Βαρουφάκη, το δημοψήφισμα και την τελική κωλοτούμπα μεσολάβησε μια σειρά μοιραίων αποφάσεων, οι οποίες είχαν μετατρέψει το τοπίο σε κινούμενη άμμο. Κάθε σπασμωδική κίνηση βύθιζε και άλλο την ελληνική οικονομία. Μέχρι που το 2019 ο λαός αποφάσισε να αλλάξει πορεία.
ΑΝ ΘΕΛΟΥΜΕ, λοιπόν, να είμαστε ακριβείς, θα πρέπει να χωρίσουμε αυτόν τον 10ετή κύκλο σε δύο περιόδους. Από το 2015 μέχρι το 2019 και από το 2019 μέχρι σήμερα. Η πρώτη περίοδος ήταν η κατεδάφιση, η δεύτερη ήταν η ανοικοδόμηση. Oχι, όμως, με υλικά του παρελθόντος, αλλά με νέα σύγχρονα εργαλεία και, το κυριότερο, με σχέδιο. Πρώτα χτίστηκε η δημοσιονομική σταθερότητα και μετά πάνω στο ασφαλές έδαφος άρχισαν να κουμπώνουν οι μεταρρυθμίσεις. Κάποιες από αυτές αθόρυβες αλλά επαναστατικές, όπως το Κτηματολόγιο και οι πολεοδομίες, άλλες τολμηρές και εξίσου ουσιώδεις, όπως τα μη κρατικά πανεπιστήμια. Βασικός καταλύτης που διαπερνά οριζόντια κάθε νέα αρχή ήταν η ψηφιοποίηση του κράτους. Αυτό ήταν το μεγάλο προαπαιτούμενο για να προχωρήσουν όλες οι αλλαγές από την πάταξη της φοροδιαφυγής μέχρι τον εκσυγχρονισμό της Δημόσιας Διοίκησης και τις αλλαγές στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών.
Η ΕΛΛΑΔΑ κατάφερε από το 2019 μέχρι σήμερα να ανορθώσει τα εισοδήματα, να έχει μία από τις ταχύτερες ανακάμψεις στην Ευρώπη, να καταγράφει την κορυφαία άνοδο ανάμεσα στις χώρες της κρίσης και να αποτελεί υπόδειγμα για οικονομίες όπως η γερμανική. Διότι κατάφερε να κλείνει χρέη και υποχρεώσεις του παρελθόντος δημιουργώντας ταυτόχρονα νέες πηγές εσόδων για να επιστρέφει στην κοινωνία το μέρισμα της ανάπτυξης.
ΜΕ ΑΠΛΑ λόγια, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν ακολούθησε το δόγμα «λεφτά υπάρχουν», αλλά μια αρχιτεκτονική «δημιουργίας χρημάτων». Με αξιοποίηση κοινοτικών κονδυλίων και τη μόχλευση δημόσιων και ιδιωτικών κεφαλαίων, έτσι ώστε να έχει μια οικονομία που παράγει καθαρά πλεονάσματα βασισμένα στις επενδύσεις, στη φορολογική συμμόρφωση και τις νέες θέσεις εργασίας. Και έτσι θα συνεχίσει με το ρολόι στο καντράν να μη δείχνει πίσω, αλλά μπροστά, στο 2030.