Ομως, πέρα από τη γενική παρατήρηση, αξία έχει να υπενθυμίσουμε και μερικές πεζές αλήθειες. Οτι δεν έχει σημασία πόσο βρέχει, αλλά πού. Δηλαδή, αν οι βροχοπτώσεις σημειώνονται σε περιοχές που έχουν ταμιευτήρες, έτσι ώστε να αυξάνονται άμεσα τα υδάτινα αποθέματα. Σε κάθε άλλη περίπτωση, το νερό της βροχής περνά στους υπόγειους υδροφορείς, αλλά απαιτείται μεγάλος χρόνος για την άντληση και την αξιοποίησή του.
Η μεγάλη εικόνα που παραμένει είναι ότι από το 2022 και μετά, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΥΔΑΠ, τα αποθέματα στους ταμιευτήρες μειώνονται κατά 250 εκατ. κυβικά μέτρα κάθε χρόνο. Την ίδια στιγμή, οι βροχοπτώσεις έχουν μειωθεί κατά 25%, η ετήσια εξάτμιση έχει αυξηθεί κατά 15% και η κατανάλωση κατά 6%. Στο μόνο που μπορούμε να συμβάλουμε άμεσα εμείς οι απλοί πολίτες είναι στο τελευταίο. Η κήρυξη της Αττικής σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης λειψυδρίας έγινε για να μπορέσει το κράτος να τρέξει, με fast track διαδικασίες, τα κρίσιμα έργα πριν να είναι πολύ αργά, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει και εμείς να λάβουμε το μήνυμα.
Οι παλαιότεροι θυμούνται την ξηρασία της περιόδου 1988-1994, που είχε οδηγήσει στην επιβολή μέτρων περιορισμού της κατανάλωσης. O νόμος του 1993 απαγόρευε το πότισμα ιδιωτικών κήπων και το γέμισμα πισινών, ενώ επέβαλε και ανώτατα όρια κατανάλωσης. Μία, μάλιστα, πρακτική της εποχής ήταν το περίφημο τούβλο στο καζανάκι που έκοβε τη ροή του νερού.
Σήμερα δεν είμαστε εκεί και δεν υπάρχει κανένας λόγος να φθάσουμε, αρκεί ο καθένας να κάνει αυτό που πρέπει. Το κράτος να τρέξει τα έργα και εμείς να σταματήσουμε την άσκοπη κατανάλωση νερού. Απλά πράγματα όπως το να κλείνουμε τη βρύση όταν σαπουνίζουμε τα χέρια μας ή να μην πλένουμε το αμάξι με το λάστιχο μπορούν να κάνουν τη διαφορά. Πριν πούμε το νερό νεράκι.