Τελευταίο «θύμα» της νέας εθνικής διχόνοιας στο Διαδίκτυο είναι ο Καποδίστριας. Η ομώνυμη ταινία του Γιάννη Σμαραγδή βρέθηκε ανάμεσα σε διασταυρούμενα πυρά, αποδεικνύοντας πως δύο αιώνες μετά τη δολοφονία του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδας, οι Ελληνες εξακολουθούν να έλκονται από τους εμφύλιους σαν τις πεταλούδες που μαγεύονται από τη φλόγα.
Ας ξεκινήσουμε, όμως, από τα θετικά. Η ταινία του Γιάννη Σμαραγδή καταγράφει μια εξαιρετική πορεία, κάτι που είναι καλό για τον ελληνικό κινηματογράφο. Εξίσου θετική είναι η κουβέντα που αναζωπυρώθηκε για ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαια της Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας. Ενα θέμα που δεν χρειάζεται να περιμένουμε τις εθνικές επετείους για να συζητήσουμε με τους φίλους μας. Κάπου εδώ σταματάνε τα θετικά και αρχίζουν οι υπερβολές.
Οι μεν προσπαθούν να αγιοποιήσουν τον Καποδίστρια, οι δε να τον δαιμονοποιήσουν. Είναι, μάλιστα, τόσο σφοδρή η διαμάχη που ακούς μέχρι και κατηγορίες για «προδότες» και «εθνομηδενιστές» από τη μία, και για «υπερπατριώτες» και «θρησκόληπτους» από την άλλη. Αν σκεφτεί κάποιος πως όταν ανέλαβε ο Καποδίστριας τα ηνία της χώρας, το 1827, ήταν σε εξέλιξη τουλάχιστον επτά (!) τοπικοί εμφύλιοι, καταλαβαίνει κάποιος την ειρωνεία. Αν προσθέσει επίσης πως η δολοφονία του οδήγησε σε έναν ακόμα φοβερό εμφύλιο, καταλαβαίνει διπλά πού οδηγεί ο δρόμος του μίσους και της διχόνοιας.
Εντάξει, αυτή τη φορά δεν πήραμε τα όπλα, δεν κατεβήκαμε στο Σύνταγμα να πλακωθούμε για τον Καποδίστρια, όμως διαβάζοντας ορισμένες από τις αναρτήσεις ίσως κάποιοι και να το ήθελαν. Είναι ασύλληπτο ότι ακόμα και σήμερα δεν μπορούμε να μιλήσουμε με νηφαλιότητα για ένα τέτοιο ιστορικό πρόσωπο ή έστω με την ψυχραιμία και τη σοβαρότητα που απαιτεί η αποτίμηση του έργου του. Ενας από τους σπουδαιότερους και σίγουρα ο πιο ισχυρός Ελληνας της εποχής του, που προσπάθησε να φτιάξει ένα κράτος από το μηδέν με τις αδιαμφισβήτητες ικανότητές του αλλά και τα αναπόφευκτα λάθη του. Προσωπικότητες σαν τον Καποδίστρια δεν έχουν ανάγκη τις υπερβολές. Ούτε από τους μεν ούτε από τους δε.