Παρά τα σημάδια προόδου, οι ελλείψεις στα υφιστάμενα σχέδια εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικό εμπόδιο για την επίτευξη κρίσιμων κλιματικών στόχων, ενώ οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι απαιτούν πιο στοχευμένες και συντονισμένες πρωτοβουλίες.
Η έκθεση συγκεντρώνει τις θέσεις περισσότερων από 850 εταιρειών, που δραστηριοποιούνται σε 50 χώρες και 13 κλάδους, οι οποίες θεωρούνται «ηγέτες» στη δράση για το κλίμα. Μέσω της έκθεσης εξετάζεται και αξιολογείται:
- Ο βαθμός στον οποίο οι εταιρείες λαμβάνουν μέτρα για να ευθυγραμμιστούν με τις απαιτήσεις της μετάβασης, αλλά και η επίτευξη των κλιματικών στόχων
- Η επάρκεια δημοσιοποίησης των ενεργειών τους μέσω σχετικών αναφορών
- Η πρόοδος που έχει σημειωθεί και τα σημεία στα οποία εξακολουθούν να υστερούν
Σύμφωνα με την έκθεση:
- Το 64% των επιχειρήσεων διαθέτουν σχετικό πλάνο, και
- Το 12% έχουν σημειώσει ουσιαστική πρόοδο στη διαμόρφωση ή στη δημοσιοποίησή του,
- Ωστόσο, τα υπάρχοντα κενά ενδέχεται να επιβραδύνουν την πορεία προς τις μηδενικές καθαρές εκπομπές (net zero).
Τα σχέδια μετάβασης δεν ευθυγραμμίζονται με τις επιστημονικές κατευθύνσεις
Λιγότερες από τις μισές επιχειρήσεις (48%) έχουν θέσει στόχους που ευθυγραμμίζονται με τις επιστημονικές συστάσεις, για τον μετριασμό των σοβαρότερων επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης και της υπερθέρμανσης.
Μεταξύ των επιχειρήσεων που έχουν θέσει στόχους net-zero, σχεδόν τα δύο τρίτα (63%) βασίζονται σε πιστώσεις άνθρακα (carbon credits), ουσιαστικά αντισταθμίζοντας τις εκπομπές τους, αντί να μειώνουν δραστικά το ανθρακικό τους αποτύπωμα. Η χρήση πιστώσεων άνθρακα είναι ιδιαίτερα αυξημένη στους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς (78%) και στον κλάδο των μεταφορών (69%).
Αναθεωρήσεις στόχων: μία ένδειξη αβεβαιότητας
Eνα τρίτο των επιχειρήσεων (34%) έχουν προχωρήσει σε αναθεώρηση στόχων, γεγονός που υποδηλώνει ότι η κλιματική στρατηγική επηρεάζεται έντονα από την περιορισμένη χρηματοδότηση και τη ρυθμιστική αβεβαιότητα. Σχεδόν οι μισές (44%) από αυτές τις αναθεωρήσεις οδήγησαν σε αποδυνάμωση των αρχικών δεσμεύσεων – είτε μέσω λιγότερο φιλόδοξων στόχων, είτε μέσω πιο μακροπρόθεσμων χρονικών οροσήμων. Η κλιματική στρατηγική παραμένει ευάλωτη σε εξωτερικές πιέσεις, γεγονός που μπορεί να επιβραδύνει την πρόοδο σε έναν τομέα όπου ο χρόνος θεωρείται κρίσιμος παράγοντας.
Οι κλιματικοί κίνδυνοι αναγνωρίζονται, αλλά δεν ποσοτικοποιούνται
Η πλειονότητα των εταιρειών (68%) έχουν αξιολογήσει τόσο τους φυσικούς, όσο και τους κινδύνους μετάβασης που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή. Παρόλα αυτά, μόλις το 17% δημοσιοποιούν τον χρηματοοικονομικό αντίκτυπο αυτών των κινδύνων. Η απουσία ποσοτικοποίησης δυσκολεύει, κατ’ ουσίαν, την αποτύπωση του πραγματικού επιπέδου έκθεσης των επιχειρήσεων και δημιουργεί ασάφεια γύρω από τη χρηματοοικονομική ανθεκτικότητά τους.
Αν και το 92% των οργανισμών που συμμετείχαν στην έρευνα δηλώνουν ότι έχουν προχωρήσει σε πλήρη και εις βάθος ανάλυση των φυσικών κινδύνων και των πιθανών ποσοτικών και ποιοτικών επιπτώσεών τους, μόλις το 44% αναφέρουν ότι έχουν λάβει μέτρα προσαρμογής.
Ανεπαρκής εταιρική διακυβέρνηση
Μόλις το 8% των διοικητικών συμβουλίων έχουν εποπτεία επί της διάθεσης κεφαλαίων για κλιματικές πρωτοβουλίες, το 21% επί του καθορισμού στόχων και το 41% επί της παρακολούθησης της προόδου. Η περιορισμένη εμπλοκή των ανώτατων διοικητικών οργάνων υπονομεύει την ικανότητα των επιχειρήσεων να προωθήσουν ουσιαστικές δράσεις και να διασφαλίσουν μακροπρόθεσμη συνέπεια στις δεσμεύσεις τους.
Το πραγματικό κόστος της αδράνειας
Συμπληρωματική ανάλυση της EY αποκαλύπτει ότι η μη αντιμετώπιση των κλιματικών κινδύνων μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια έως και 15% των ετήσιων εσόδων – ένα πλήγμα που υπερβαίνει τον περιβαλλοντικό αντίκτυπο και αγγίζει τον πυρήνα της επιχειρησιακής βιωσιμότητας.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα, η Κιάρα Κόντη, Εταίρος και Επικεφαλής των Υπηρεσιών Βιώσιμης Ανάπτυξης της ΕΥ Ελλάδος, δήλωσε: «Αυτό που αναδεικνύει η έκθεση είναι ένα κενό στη στρατηγική σκέψη γύρω από το τι θεωρούμε πρόοδο. Η COP 30 δυστυχώς έδειξε ότι σήμερα, παρά τη συζήτηση γύρω από στόχους και δεσμεύσεις, μεγάλο μέρος της αγοράς εξακολουθεί να επενδύει περισσότερο στο αφήγημα παρά στην πραγματική μετάβαση, με τον ρυθμό της προόδου στη μάχη ενάντια στην κλιματική κρίση να παραμένει ανεπαρκής. Ο μετριασμός της κλιματικής αλλαγής προϋποθέτει μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και προετοιμασία για έναν κόσμο χαμηλών εκπομπών, νέων κινδύνων και απαιτήσεων. Η πορεία μπορεί να είναι δύσκολη, με αβεβαιότητα και ανατροπές, αλλά η ευκαιρία για θετική επίδραση δεν ήταν ποτέ μεγαλύτερη».

