Γράφει ο κ. ΙΓΝΑΤΙΑΔΗΣ ΜΑΡΙΟΣ*
Οι νοσηλευτές, όμως, δεν ζητούν υποσχέσεις και θαύματα. Ζητούν το αυτονόητο: αξιοπρεπή αμοιβή, ανθρώπινες συνθήκες εργασίας και αναγνώριση του επιστημονικού τους ρόλου. Αντ’ αυτού, εδώ και χρόνια, αντιμετωπίζουν χαμηλούς μισθούς, εξαντλητικές βάρδιες, έλλειψη βοηθητικού προσωπικού και μια πραγματικότητα που ωθεί ολοένα και περισσότερους νέους να αναζητήσουν μέλλον εκτός Ελλάδας.
Οι αριθμοί δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνείας. Η Ελλάδα σήμερα διαθέτει περίπου 3,8 νοσηλευτές ανά 1.000 κατοίκους, όταν ο μέσος όρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ξεπερνά τους 8. Αυτό μεταφράζεται σε καθημερινή υποστελέχωση στα νοσοκομεία και σε βάρδιες όπου ένας νοσηλευτής (ΠΕ/ΤΕ) καλείται να φροντίσει και να έχει υπό την (νομική) ευθύνη του 30 ή και 40 ασθενείς μαζί με έναν βοηθό νοσηλευτή. Αν είναι τυχερός θα έχει στη βάρδια και βοηθό θαλάμου (σπανίως το απόγευμα ή τη νύχτα). Την ίδια στιγμή, διεθνώς θεωρείται ασφαλής αναλογία ο ένας νοσηλευτής και ένας βοηθός νοσηλευτή για 5 έως 7 ασθενείς. Όταν αυτή η ισορροπία καταρρέει, δεν κινδυνεύει μόνο ο εργαζόμενος και η καριέρα του, κινδυνεύει ο ίδιος ο ασθενής.
Στο μισθολογικό κομμάτι, η κατάσταση είναι εξίσου κακή. Ένας νοσηλευτής (ΠΕ/ΤΕ) στο δημόσιο σύστημα υγείας ξεκινά με καθαρές αποδοχές που δύσκολα ξεπερνούν τα 800–900 ευρώ, ενώ ακόμη και μετά από 30 χρόνια υπηρεσίας παραμένει κοντά στα 1.300–1.400 ευρώ. Στην υπόλοιπη Ευρώπη, οι αντίστοιχοι μισθοί κυμαίνονται από 2.500 έως και 4.000 ευρώ τον μήνα, με σαφώς καλύτερες συνθήκες και επαρκές προσωπικό. Η σύγκριση είναι αμείλικτη. Ακόμη και ο ανειδίκευτος εργάτης κερδίζει περισσότερα από έναν νοσηλευτή με 4 έτη σπουδών, μεταπτυχιακά κλπ.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι το 30-40% των θέσεων νοσηλευτικής στα ΑΕΙ έμεινε κενό το 2025. Οι νέοι απλά δεν θέλουν να σπουδάσουν νοσηλευτική. Γιατί να το κάνουν; Ακόμη χιλιάδες νέοι νοσηλευτές επιλέγουν να φύγουν στο εξωτερικό. Δεν φεύγουν από επιλογή, αλλά από ανάγκη. Φεύγουν γιατί δεν μπορούν να ζήσουν με αξιοπρέπεια, να κάνουν οικογένεια ή να εργαστούν χωρίς να εξουθενώνονται σωματικά και ψυχικά. Και φυσικά πολλοί νοσηλευτές δεν σκέφτονται καν την ιδέα να γίνουν κλινικοί νοσηλευτές, να εργαστούν δηλαδή στο νοσοκομείο. Κατευθύνονται σε λύσεις όπως η σχολική νοσηλευτική, φαρμακευτικές εταιρείες, ιατρεία, μικροβιολογικά εργαστήρια κλπ. Ακόμη και εκεί οι αμοιβές είναι καλύτερες από το νοσοκομείο.
Την ίδια ώρα, ακούμε δηλώσεις. Δηλώσεις για «ενιαίο κλάδο νοσηλευτών», για «αναβάθμιση του ρόλου τους» και για «αυξήσεις που έρχονται». Ο ίδιος ο Υπουργός Υγείας έχει επανειλημμένα αναφερθεί στην ανάγκη ενοποίησης και δικαιότερης αντιμετώπισης του νοσηλευτικού προσωπικού. Όμως η πραγματικότητα στα νοσοκομεία δεν έχει αλλάξει. Οι μισθοί παραμένουν χαμηλοί. Οι εξαγγελίες, χωρίς πράξεις, δεν κρατούν κανέναν στη χώρα.
Αν το κράτος θέλει πράγματι να πείσει τους νέους να μη φύγουν, πρέπει να το αποδείξει. Όχι με λόγια. Με πράξεις. Θα το κάνει;
*Ο ΙΓΝΑΤΙΑΔΗΣ ΜΑΡΙΟΣ είναι:
Νοσηλευτής, Β’ Χειρουργικό και Αγγειοχειρουργικό Τμήμα, Γενικό Νοσοκομείο Αττικής “ΣΙΣΜΑΝΟΓΛΕΙΟ”, PhD candidate Ε.Κ.Π.Α., MSc in Critically Illness, MSc in Pancreatic Cancer

