
Συχνά μοιάζει και η ίδια η Τέχνη, η λογοτεχνία, να καταδιώκουν το συναίσθημα και να μεταμορφώνονται σε χώρους στεγνούς, νοσοκομειακούς, με έπιπλα αιχμηρά και με επικίνδυνες γωνίες κυνισμού και αποδόμησης.
Και ξαφνικά, όπως διαλύονται από τον δυνατό αέρα τα σύννεφα πάνω από τα μικρά νησιά της Ιρλανδίας, έρχεται ο Νάιαλ Ουίλιαμς να μεταδώσει με ένα μυθιστόρημα, που τιμάει και με το παραπάνω το είδος του, τα «Τέσσερα Ερωτικά Γράμματα» (εκδόσεις Δώμα, μετάφραση Δέσποινα Κανελλοπούλου), το μήνυμα ότι ναι, είναι δυνατό ακόμη να συμβαίνουν θαύματα και άλλο ένα ναι, βροντερό, ότι μπορούμε να γράφουμε και σήμερα για απίστευτες συγκυρίες, για μοιραία γεγονότα, για ανθρώπους, που ακολουθούν όνειρα, ένστικτα και χίμαιρες, χωρίς στιγμή να κρίνουμε, να σαρκάζουμε, να διακωμωδούμε, να αφορίζουμε.
Ο Νάιαλ Ουίλιαμς απευθύνεται στη βαθύτερη ανάγκη όλων μας να πιστέψουμε επιτέλους και πάλι στη δύναμη της αγάπης, αγαπώντας, πριν τον αναγνώστη, ο ίδιος τους ήρωές του. Τους αγκαλιάζει, κολλάει πάνω τους, σαν πανίσχυρη πανοπλία, και ρίχνεται μαζί τους με ευαισθησία και αξεπέραστη μαεστρία στις περιγραφές του σε αυτή την περιπέτεια της τυχαιότητας, που λέμε ζωή.

Στηρίζει και το δικό του κεφάλι στις γροθιές του, όπως κάνει και ο Νίκολας, όταν στα δώδεκά του κάθισε στη σκάλα και άκουσε το τέλος της παιδικής του ηλικίας και παραδίδει ένα λογοτεχνικό έργο, που εξυψώνει τον άνθρωπο, με όλες τις αδυναμίες του και όλα του τα πάθη, για τον μοναδικό λόγο ότι είναι ικανός να αγαπήσει πολύ, τόσο πολύ που γίνεται άγγελος για τους άλλους.
Διαβάστε ΕΔΩ όλα τα προηγούμενα άρθρα της στήλης του Ελεύθερου Τύπου ΤΙ ΔΙΑΒΑΣΑ

