Ο,τι λάμπει, όμως, δεν είναι χρυσός. Πρόσφατη έκθεση του Ινστιτούτου Λούντβιχ για την Κοινή Οικονομική Ευημερία (LISEP) αποκάλυψε ότι το πραγματικό ποσοστό ανεργίας στις ΗΠΑ ήταν… 24,3% τον Απρίλιο, κατά τι αυξημένο από το 24% του Μαρτίου. Αυτά ενώ το επίσημο Γραφείο Στατιστικών Εργασίας είχε κολλήσει στο 4,2%. Πού οφείλεται η χαώδης διαφορά;
Το μυστικό είναι ότι το LISEP δεν μετράει μόνο τους τυπικά άνεργους, αλλά και όσους προσπαθούν να βρουν μάταια μία εργασία πλήρους απασχόλησης, καθώς και εκείνους που είναι καθηλωμένοι σε δουλειές με μεροκάματα πείνας. Δηλαδή, τους λεγόμενους «φτωχούς εργαζομένους» (working poor), που απασχολούνται σε κακά αμειβόμενες, επισφαλείς δουλειές (poverty-wage jobs). Από τέτοια παραδείγματα έχουμε πληθώρα στην Ευρώπη, με τις «σεζόν» στον τουρισμό, τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου στο υπό απο-μονιμοποίηση (και απο-νομιμοποίηση) Δημόσιο κ.λπ. Πρόκειται για τις δουλειές που ο μισθός τελειώνει το πρώτο δεκαπενθήμερο κι ως τον άλλο μήνα έχει ο Θεός.
Αυτοί οι εργαζόμενοι ανήκουν, κατά το LISEP, στην κατηγορία των «λειτουργικά ανέργων», δεδομένου ότι αυτό που κάνουν είναι «κάτι σαν δουλειά» και αυτό που παίρνουν «κάτι σαν μισθός». «Αν είσαι άστεγος κι έχεις δουλέψει μία ώρα τις δύο τελευταίες εβδομάδες σε θεωρούν εργαζόμενο – κι ας μένεις στον δρόμο ή σε σκηνή», τόνισε ο πρόεδρος του LISEP, Γιουτζίν Λούντβιχ, επιχειρηματίας με τεράστια εμπειρία στον τραπεζικό τομέα. Κατά την εύστοχη παρατήρησή του, η στρατιά των «λειτουργικά ανέργων» Αμερικανών δεν βρίσκεται καν στο πρώτο σκαλοπάτι της κλίμακας του αμερικανικού ονείρου, αλλά σε mode επιβίωσης.