Τότε, ο αείμνηστος Ουμπέρτο Εκο είχε γράψει στη στήλη που διατηρούσε στο περιοδικό «L’ Espresso» την εξαιρετικά προκλητική και επικίνδυνη για τον ίδιον και την οικογένειά του φράση, η οποία απέδιδε το γεγονός ότι ο μαφιόζος οπλοφορεί σε προβλήματα… σεξουαλικής φύσης που αντιμετωπίζει ο ίδιος.
Προσέδιδε στον άνθρωπο του οργανωμένου εγκλήματος -και μάλιστα στη δική του γλώσσα- χαρακτηριστικά προβληματικής συμπεριφοράς που ξεκινούσε από τη… στυτική δυσλειτουργία. Επίσης, κατεδείκνυε ότι για την αντιμετώπιση του φαινομένου δεν αρκούν μόνο οι μεγάλες αστυνομικές επιχειρήσεις, αλλά η κοινωνική καταδίκη του φαινομένου, ξεκινώντας από την απαξίωση όλων των στοιχείων που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ωραιοποιούν ή και ιδεολογικοποιούν τις εγκληματικές συμπεριφορές.
Οι ιστορίες δράσης του οργανωμένου εγκλήματος στην Κρήτη είναι πάμπολλες, γεμάτες με δεκάδες νεκρούς, απειλές, εκβιασμούς, βόμβες, οικογένειες που ζουν μέσα σε ατέλειωτο θρήνο, πολλά μαύρα εκατομμύρια να αλλάζουν τσέπες μέσα από σκοτεινές διαδρομές και ένα ολόκληρο σύστημα σχέσεων, πολιτικών ισορροπιών, ρουσφετιών και εξαρτήσεων. Οι μυθικές διαστάσεις που δίνουν σε όλον αυτόν τον περίπλοκο εγκληματικό ιστό οι πολιτισμικές καταβολές της βεντέτας, στις μέρες μας, δεν κάνουν τίποτα περισσότερο από το να τον εντάσσουν σε μια διαδικασία άτυπης κοινωνικής νομιμοποίησης. Ολα αυτά στην κοινή γνώμη, εδώ και πολλά χρόνια, λειτουργούν ως ελαφρυντικά.
Το συναισθηματικό φορτίο, που μεταφέρεται ως «μακελειό», «αιματοκύλισμα» και άλλα, απομακρύνει τη συζήτηση από την ουσία αυτών που πρέπει να γίνουν: Τις γενναίες πολιτικές και κοινωνικές πρωτοβουλίες για την αντιμετώπισή του. Προαπαιτούμενο, όπως τονίζεται από πολλές πλευρές, είναι το σπάσιμο του αποστήματος με εξασφαλισμένη την πολιτική και κοινωνική συναίνεση.
Και για να δούμε πόσο μακριά είμαστε ακόμα από αυτό, ας σκεφτούμε το εξής: Πριν από μερικές ημέρες ένας δικαστικός λειτουργός του Βελγίου απέστειλε ανώνυμη επιστολή στον Τύπο, στην οποία έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου περιγράφοντας τη σταδιακή μετατροπή της χώρας σε ένα «ναρκο-κράτος» λόγω της ακραίας ανάπτυξης των εγκληματικών δραστηριοτήτων. Η κίνηση αυτή κλόνισε όλο το πολιτικό και δικαστικό σύστημα στο Βέλγιο και όλες οι εμπλεκόμενες αρχές, με την απόλυτη στήριξη των πολιτικών δυνάμεων, άρχισαν εκ νέου να ασχολούνται με το πρόβλημα και να καταρτίζουν τον χάρτη των καινούργιων πρωτοβουλιών τους. Πιστεύει κανείς ότι αν συνέβαινε κάτι ανάλογο στην Ελλάδα θα υπήρχε η ανάλογη σύμπνοια και όχι μία καινούργια αντικυβερνητική παντιέρα ανεξάρτητα από το αν το πρόβλημα εξελίσσεται τα τελευταία πενήντα χρόνια; Δύσκολη ερώτηση και ακόμα πιο δύσκολη απάντηση.