
Μέσα από γυναίκες και άντρες, παιδιά και ηλικιωμένους, το βιβλίο ισορροπεί ανάμεσα στις πληγές και τις ελπίδες, ανάμεσα στη μοναξιά και την ανάγκη για κατανόηση. Η γλώσσα του Θράσου Καμινάκη διαθέτει την αλήθεια της εξομολόγησης· δεν φοβάται να κοιτάξει στο σκοτάδι, στα εγκλωβισμένα πάθη και στις αποτυχημένες αγάπες, αλλά αφήνει πάντα χώρο για τρυφερότητα και συγχώρεση. Είναι ένα βιβλίο αντοχής, γραμμένο για να φωτίζει τη δύσκολη, συχνά αθέατη, πλευρά της ανθρώπινης συνθήκης.
Στο «Κατά βάθος νησιά» οι άνθρωποι παρουσιάζονται σαν νησιά που ζουν σε θάλασσες μυστικών και αποστάσεων. Τι σας οδήγησε σε αυτή τη μεταφορά;
Η πραγματικότητα. Ζω απομονωμένος, σχεδόν έγκλειστος, αλλά μέσα σε πολύ κόσμο καθημερινά. Επέβαλα στον εαυτό μου αυτήν τη συνθήκη για να παραμείνω μακριά από τη ζώνη του εθισμού που με απειλεί κάθε που ανατέλλει ο ήλιος και βγαίνει το φεγγάρι. Σιγά σιγά κατάλαβα πως αυτήν την πρακτική την ασκούν πολλοί άνθρωποι γύρω παλεύοντας να αντέξουν μέσα την καθημερινότητα τον εαυτό τους και τους άλλους. Και είπα: είμαστε όλοι νησιά, εύκολο να τα επισκεφτείς, δύσκολο να τα αντέξεις για πολύ. Και έγραψα γι’ αυτό.
Οι ιστορίες μοιάζουν ανεξάρτητες αλλά έχουν λεπτές συνδέσεις και κοινούς παλμούς. Ηταν κάτι που σχεδιάσατε από την αρχή ή προέκυψε στην πορεία της γραφής;
Οι ήρωες ανήκουν στο σύνολό τους στην ίδια μεγάλη οικογένεια. Τα τελευταία χρόνια άρχισε πολύ να με συγκινεί ο ρόλος του πατέρα. Παλιά παραμύθιαζα τους γύρω μου πως είμαι κι εγώ ένας παρά τη θέλησή μου πατέρας. Όταν ήρθα πιο κοντά στον δικό μου – απόμακρο για χρόνια – πατέρα, λίγο πριν πεθάνει, βρήκα τις μυστικές συνδέσεις που μας ενώνουν όλους κάτω από το βλέμμα ενός ανθρώπινου, παρένθετου Θεού. Οι λεπτές αυτές συνδέσεις έχουν υπερβατική καταγωγή και μας κάνουν με έναν τρόπο αδέλφια. Πόσο μάλλον τους χαρακτήρες του βιβλίου. Δεν ήταν δύσκολο και ήταν και ανακουφιστικό.

Το σώμα στο βιβλίο γίνεται πεδίο συγκρούσεων, φόβου, αλλά και εξιλέωσης. Ποιο ρόλο παίζει για εσάς η σωματικότητα στη λογοτεχνική αφήγηση;
Σωματοποιούμε τα πάντα. Δεν έχουμε επιλογή. Αυτό είναι το σπίτι μας. Προσωρινό και απόκρημνο. Είναι λάθος να νομίζουμε πως μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Πριν φύγουμε για πάντα, ζούμε το σώμα μας είτε ως φωλιά αγάπης είτε ως πεδίο μάχης είτε ως καταφύγιο είτε ως φυλακή. Στη γραφή αυτό αποτυπώνεται πιο καθαρά από τη ζωή.
Εγκλεισμός, υπομονή, τίμημα: οι ήρωες δοκιμάζονται και συχνά «πληρώνουν». Για εσάς η πληρωμή είναι πάντα τιμωρία ή μπορεί να είναι και μια μορφή λύτρωσης;
Η τιμωρία και η λύτρωση είναι ακρότητες. Οχι ότι δεν είμαι των άκρων αλλά γράφοντας ιστορίες βρίσκομαι πιο κοντά στο κέντρο μου. Ο εγκλεισμός επιβάλλεται να είναι εκούσιος. Η υπομονή έχει όρια. Στο τίμημα χρειάζεται να έχεις την τύχη με το μέρος σου.
Παρά τις σκοτεινές πλευρές, η τρυφερότητα διατρέχει τα διηγήματα σαν νήμα. Τι δύναμη έχει για εσάς και πόσο μπορεί να αλλάξει την αντοχή μας απέναντι στη ζωή;
Της δίνω το προβάδισμα. Σε ένα πολύ κυνικό «τώρα» που βιώνει ο άνθρωπος από καταβολής κόσμου, η τρυφερότητα είναι επείγουσα σε καθημερινή βάση. Εχει αξία παρακεταμόλης.
Ποια στιγμή, από τη μέχρι τώρα πορεία σας στη γραφή, στο θέατρο ή στη διδασκαλία, θεωρείτε ότι σας διαμόρφωσε περισσότερο ως άνθρωπο και ως δημιουργό;
Αν απαριθμήσω, θα παραλείψω πολλές συνθήκες που αξίζουν. Αλλά θα το κάνω και ζητάω άφεση από εκείνες τις στιγμές που θα λησμονήσω:
Οι δύο μαμάδες των παιδικών μου χρόνων. Τα δεκάξι μου. Η πρώτη μου αγάπη που βγήκα νυχτιάτικα στο δρόμο ξυπόλητος και πήρα ταξί να την προλάβω. Το νοσοκομείο Λοιμωδών στα δεκαοκτώ μου. Η σπουδή στο έγκλημα. Το Παρίσι με τον Φώτη. Η Ερμούπολη με το Λαζαρέτο απέναντι. Ο θάνατος του Ταρκόφσκι. Η πρώτη παράσταση στον Φούρνο. Η πλατεία Ασωμάτων είκοσι πέντε χρόνια τώρα. Ο Ισαάκ από τη μέση και κάτω. Τα βράδια με τη Νόνα, το σκυλάκι μου. Η πατρότητα που δεν χάρηκα. Οι έρωτες που δεν κράτησαν. Η ευθανασία του Γκοντάρ. Το Rehab Oasis στη Νότιο Αφρική. Μια μελοδραματική λεμονιά στην αυλή μου. Η δύση στο Μαύρο Λιθάρι. Το 318. Το Γκάζι, το δικό μου Σόχο. Ο καφές το πρωί.

