Για έκτη χρονιά η εφημερίδα μας φιλοξενεί διηγήματα, και φέτος αναφέρονται στο ταξίδι. Ταξίδι είναι η γνωριμία με έναν καινούργιο τόπο, είτε στη χώρα μας είτε στο εξωτερικό. Αποτελεί μια διαφυγή, μια δραπέτευση από την καθημερινότητα. Ο ταξιδιώτης γνωρίζει μαθαίνει συνομιλεί με ανθρώπους μαθαίνει νέα πράγματα και ανοίγει τους ορίζοντες της ζωής του. Ανθρωποι που έχουν ταξιδέψει έχουν μεγαλύτερη πείρα στην επίλυση των προβλημάτων και είναι πιο ευέλικτοι στους χειρισμούς τους.
Κάποτε οι συγγραφείς έγραφαν κατά παραγγελία ανέκδοτα διηγήματα σε εφημερίδες, περιοδικά και διαβάζονταν με μεγάλη αγάπη. Μετά επικράτησε η μόδα να γράφονται νουβέλες και μυθιστορήματα που γίνονταν βιβλία και τα αποκαλούσαν ταξιδιωτικά βιβλία. Ακόμη και σήμερα, που από την οθόνη μαθαίνουμε τόσα πράγματα, δεν έχουμε τη σχέση με αυτά που γράφει ο συγγραφέας και μας διηγείται. Είναι η γλώσσα της ψυχής που γοητεύει την ψυχή και αγκαλιάζει τη θέρμη της ύπαρξής μας.
Τριάντα επτά σύγχρονοι Ελληνες συγγραφείς μάς ταξιδεύουν και μας δροσίζουν με την πένα τους. Οι περιγραφές των ταξιδιών μέσα από τη γραφή αποκτούν μια νέα δυναμική, αφού το προσωπικό ύφος των δημιουργών μάς δίνει την ευκαιρία να απολαύσουμε τις διηγήσεις και τις αφηγήσεις.
Κάθε εφημερίδα είναι εστία πολιτισμού. Η δική μας εφημερίδα αγαπά το βιβλίο και σας χαρίζει υπέροχες στιγμές με τα καλοκαιρινά αναγνώσματα.
Σας καλωσορίζουμε στον κόσμο της γραφής.
Ταξίδι στην Ιμβρο

Καλοκαίρι στο ρωμαϊκό υδραγωγείο στη Μόρια της Λέσβου. Ακόμη το όνομά της δεν έχει συνδεθεί με τους πρόσφυγες.
Είναι τα μέσα της δεκαετίας του ’90.
Νύχτα με πανσέληνο. Ολα μοιάζουν μαγικά.
Ακούμε κάποιο ραδιόφωνο που παίζει αφιερώσεις.
Τηλεφωνούμε κι εμείς. Και ζητάμε την «Ιμβρο» του Ξυδάκη.
Μισό φεγγάρι περπατά
Σε κόκκινο ουρανό
Και το παιδί τη μάνα του
Ζητάει απ’ τον Θεό
Το μυαλό μου, κοιτάζοντας το φεγγάρι, γυρίζει ενάμιση χρόνο πίσω. Τον Φεβρουάριο του 1994…
***
Ηταν ένα ήσυχο βράδυ, μέχρι που χτύπησε το τηλέφωνο. Ηταν από το κανάλι. Από τον ΑNTENNA, όπου εργαζόμουν τότε ως ρεπόρτερ στην εκπομπή της Φωτεινής Πιπιλή «Αυτά και άλλα».
-Μπορείς να φύγεις αύριο, νωρίς το πρωί, για Ιμβρο; Πετάτε 6 το πρωί για Αλεξανδρούπολη. Για δύο μέρες είναι.
Περιέργως δεν δίστασα ούτε στιγμή, ούτε ρώτησα πολλές λεπτομέρειες.
Ημουν άναυδος που από όλους τους δημοσιογράφους του καναλιού έπεσε ο κλήρος σε μένα, που δεν δούλευα καν στις ειδήσεις.
Η αλήθεια είναι πως είχα ασχοληθεί με την Ιμβρο, πράγμα σπανιότατο τότε, λόγω των φίλων από το περιοδικό «Νέα Κοινωνιολογία», που είχαν αναδείξει το θέμα των παραβιάσεων της Συνθήκης της Λωζάνης εκ μέρους της Τουρκίας.
Κανονικά προβλεπόταν πως θα υπήρχε αυτοδιοίκηση από τον γηγενή πληθυσμό, ο οποίος είχε εξαιρεθεί από την ανταλλαγή, όπως συνέβη και με τους Ελληνες της Τενέδου και της Κωνσταντινούπολης.
Η Συνθήκη παραβιάστηκε από την πρώτη μέρα…
Με επιστημονικό, χειρουργικό τρόπο η Τουρκία, μέσα στο πέρασμα του χρόνου, κατάφερε να αντιστρέψει την πληθυσμιακή σύνθεση του νησιού.
Ομως, αυτά μπορείτε πια να τα βρείτε σε βιβλία, στο Διαδίκτυο, σε εφημερίδες και περιοδικά…
Αυτό που ήθελα εδώ να μοιραστώ είναι τα όσα νιώσαμε.
Ηταν, βλέπετε, η πρώτη επίσκεψη Ελλήνων βουλευτών στο νησί, που συνοδεύονταν από ομάδα δημοσιογράφων.
Ηδη από τη στιγμή που περάσαμε τα σύνορα στον Εβρο κι ακόμη περισσότερο όταν μπήκαμε στο καράβι από το Τσανάκαλε, η παρακολούθηση ήταν ασφυκτική.
Μας έβγαζαν φωτογραφίες, άκουγαν ό,τι λέγαμε με πλήρη αδιακρισία.
Υπήρχε ένα παράξενο βαρύ κλίμα. Κι ο ουρανός πενθούσε.
Στην Παναγιά, την πρωτεύουσα του νησιού, συναντήσαμε τον τότε μητροπολίτη Φώτιο, ο οποίος δεν δίστασε να περιγράψει το δράμα των χριστιανών του νησιού.
Εδώ, μόλις το 1960, χτίσθηκε το πρώτο τζαμί στην Ιμβρο, τότε που άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για τον αφελληνισμό του νησιού. Οι Τούρκοι μέχρι τότε δεν ξεπερνούσαν τις μερικές εκατοντάδες σε όλο το νησί. Την εποχή της επίσκεψής μας έφθαναν ήδη τις επτά χιλιάδες.
Τριγυρίσαμε στην πόλη και μας μοίρασαν σε δωμάτια και το μοναδικό ξενοδοχείο.
Πέρασα μια νύχτα εφιαλτική -προφανώς δοκίμαζαν τις αντοχές μας- σε ένα δωμάτιο χωρίς θέρμανση, με μια κουβέρτα τσιγαρόχαρτο και το προσωπικό του ξενοδοχείου εξαφανισμένο. Μόνο οι πράκτορες αφθονούσαν παντού. Φόρεσα ό,τι ρούχα είχα, αλλά τουρτούριζα.
Περίμενα να ξημερώσει, να βγω από αυτό το ψυγείο.
Στο πρώτο φως της αυγής είδα πως είχε χιονίσει. Βγήκα έξω για να… ζεσταθώ. Βρήκα τους υπόλοιπους σε έναν χώρο όπου θα παίρναμε πρωινό.
Καθώς είχαμε μόνο μία μέρα προσπαθήσαμε να δούμε όσο το δυνατόν περισσότερα, να μιλήσουμε με τους Ελληνες που απέμεναν…
Το δράμα ανάγλυφο:
Στο Κάστρο, την παλιά πρωτεύουσα του νησιού, δεν έμενε πλέον κανένας Ελληνας. Το χωριό εκκενώθηκε το 1974, την εποχή της εισβολής στην Κύπρο. Η εκκλησία μετατράπηκε σε αχυρώνα.
Στο Γλυκύ, άλλοτε φημισμένο για τα αμπέλια, το κρασί και τα πατητήρια του, ζούσαν πια μόλις 15 Ελληνες. Οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να το εγκαταλείψουν, καθώς από τα 4.530 στρέμματα καλλιεργήσιμης γης απαλλοτριώθηκαν τα 4.187.
Στους Αγίους Θεοδώρους, το χωριό του Πατριάρχη Βαρθολομαίου, η κατάσταση ήταν λίγο καλύτερη, αλλά το σχολείο που χτίσθηκε με χρήματα των Ιμβρίων της Διασποράς δεν λειτουργούσε.
Το μεγάλο σοκ, όμως, ήταν στο Σχοινούδι. Από 2.500, που ήταν οι Ελληνες κάτοικοι το 1964, τώρα έχουν γίνει πενήντα. Το μεγαλύτερο μέρος της καλλιεργήσιμης γης -22.000 στρέμματα- απαλλοτριώθηκε για τη δημιουργία ανοιχτών αγροτικών φυλακών. Η αποζημίωση εξευτελιστική. Μία τούρκικη λίρα ανά στρέμμα. Ή όπως μας είπε ένας παππούς στο καφενείο -ένα αβγό ανά στρέμμα. Αυτό αγόραζες με μία λίρα…
Επιπλέον ο τόπος γέμισε βαρυποινίτες που τρομοκρατούσαν τους κατοίκους. Η ζωή έγινε αβίωτη.
Είχαμε ήδη μαζέψει αρκετό υλικό.
Ομως, δεν είχαμε τελειώσει, όπως νομίζαμε.
Η κακοκαιρία έφερε απαγορευτικό απόπλου. Μείναμε άναυδοι αρχικά. Χωρίς χρήματα, χωρίς ρούχα, άπλυτοι και παγωμένοι.
Ευτυχώς μας μετακίνησαν σε δωμάτια με θέρμανση και ζεστό νερό.
Αυτές οι δύσκολες μέρες, ένα επιπλέον τριήμερο, στάθηκαν ωστόσο οι πιο συγκλονιστικές. Πήγαμε κάτω από την επιφάνεια. Ζήσαμε το νησί. Η αρχική επιφυλακτικότητα των ανθρώπων του έγινε φιλία. Πήγαμε σε σπίτια. Μιλήσαμε χωρίς κάμερες και καταγραφές.
Η Ιμβρος μάς διαπέρασε. Και φάνηκε στην επιστροφή, με τα όσα δημοσιεύσαμε όλοι οι συνάδελφοι.
***
Καθώς ακούγαμε το τραγούδι για την Ιμβρο, εκείνο το καλοκαιρινό βράδυ με πανσέληνο στη Μόρια, πήρα την απόφαση να συνεχίσω. Δεν μου αρκούσε η προβολή των ρεπορτάζ, τα οποία οδήγησαν στη βράβευση της εκπομπής και της Φωτεινής Πιπιλή από τον Σύλλογο Ιμβρίων.
Ετσι, με επιμονή μεγάλη, κατάφερα να βρεθώ πάλι στην Ιμβρο τον Αύγουστο του 1997.
Η εικόνα δεν είχε καμιά σχέση με τις εμπειρίες του χειμώνα και τα πράγματα έμελλε να αλλάξουν ακόμη περισσότερο.
Νόμιζες πως βρίσκεσαι πάλι σε ελληνικό νησί. Με τα γλέντια, τις ωραίες θάλασσες, τα παραδοσιακά πανηγύρια.
Αφού ο στόχος του αφελληνισμού επετεύχθη η Τουρκία άλλαξε τακτική. Τώρα ήθελαν τουρισμό. Και σταδιακά δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις. Ακόμη και επιστροφές υπήρξαν, ανακαινίσεις σπιτιών. Ξαναλειτούργησε αργότερα κι ελληνικό σχολείο.
Από όλα αυτά προέκυψε κι ένα φωτογραφικό λεύκωμα, καθώς στο δεύτερο ταξίδι ήταν μαζί μου κι η φωτογράφος Ολυμπία Κρασαγάκη, που αποτύπωσε με μοναδικό τρόπο την αλήθεια της Ιμβρου. Μια χαρμολύπη.
Για μένα ήταν η πιο συγκλονιστική εμπειρία της δημοσιογραφικής μου πορείας.

