
Ο ήρωάς της ξαναπιάνει το νήμα της λογοτεχνίας, της αγάπης και των ανθρώπων, σε ένα ταξίδι που μιλά για δεύτερες ευκαιρίες. Με 29 βιβλία και αναγνώστες σε όλο τον κόσμο, η Γκεόργκε μάς μιλά για τα βιβλία ως φάρμακα, για τις πληγές που γιατρεύονται με λέξεις και για εκείνα που -ευτυχώς- δεν ξεχνιούνται ποτέ. Μια συνομιλία με αφορμή το νέο της βιβλίο, γεμάτη τρυφερότητα, ειλικρίνεια και ελπίδα.
_Ο κύριος Περντί επιστρέφει στο «λογοτεχνικό φαρμακείο» του μετά από χρόνια, μέσα από μια χρονοκάψουλα που τον συνδέει με έναν συγγραφέα και ένα ανεκπλήρωτο χρέος. Ποιο ήταν το αρχικό σας ερέθισμα για αυτή τη συνέχεια – και τι ήταν αυτό που σας έκανε να τον ξαναφέρετε πίσω;
Ο Ζαν Περντί παραπονιόταν σιγανά στην αρχή, μετά όλο και πιο δυνατά, για δύο-τρία χρόνια: «Μήπως αυτό ήταν όλο; Ποιος είμαι χωρίς το “φαρμακείο” μου; Είμαι πολύ νέος για να “χω τελειώσει!” Επιπλέον, μετά την πανδημία ήθελα να γράψω ένα βιβλίο όπου δεν συμβαίνει τίποτα τρομερό σε κανέναν, και όπου μπορείς να τυλίξεις την ψυχή σου σε μια ζεστή πετσέτα. Μια μικρή οδηγία για το πώς να ξαναβρείς τον δρόμο σου στην πραγματική ζωή μετά από ένα αναγκαστικό διάλειμμα. Iσως να μην είναι τόσο δραματικό και έντονο όσο ο πρώτος τόμος, αλλά το να το γράφω ήταν παρηγοριά για μένα – και ελπίζω να είναι το ίδιο για τους Eλληνες αναγνώστες, που εκτιμούν τη στοχαστικότητα και τις αποκαλύψεις».

_ Ως «λογοτεχνική φαρμακοποιός», περιγράφετε τη βιβλιοφιλία σαν μια τέχνη που σπάνια κατακτάται. Εσείς, μετά από 29 βιβλία και αμέτρητους αναγνώστες, νιώθετε ότι την έχετε κατακτήσει; Ή παραμένετε πάντα μαθήτρια των λέξεων;
Κάποιες φορές ξεχνάω μέσα σε μια μέρα όσα είχα κατακτήσει την προηγούμενη! Κατά βάση, μετά από πάνω από τριάντα χρόνια γραφής και έκδοσης, η τέχνη μου και οι ζωτικές μου εμπειρίες έχουν πλέον συγχωνευτεί σε μια αληθινή, βαθιά και σταθερή λογοτεχνική φωνή. Πλησιάζω όλο και περισσότερο σε αυτό που θέλω να πω και πλέον ξέρω ακριβώς πώς να το εκφράσω. Δεν έχει σημασία αν πρόκειται για παιδικό βιβλίο, για ενήλικες ή για ένα μικρό μυστικό διήγημα για το συρτάρι μου. Oμως, το μόνο που είναι καλύτερο από το να γράφεις, είναι το να διαβάζεις – όταν η ιστορία κάποιου άλλου με μαγεύει και με ταξιδεύει, και η ψυχή μου γίνεται ελαφριά και πετά.
_ Στα βιβλία σας υπάρχει πάντα μια καθαρή, φωτεινή ματιά απέναντι στον κόσμο και μια πίστη στη δύναμη της καλοσύνης. Πόσο δύσκολο είναι για έναν συγγραφέα να διατηρεί αυτή τη στάση, σε μια εποχή που ο κυνισμός μοιάζει να κυριαρχεί;
Είναι εξαιρετικά δύσκολο, και σας ευχαριστώ για την ερώτηση. Γι’ αυτό ακριβώς, κατά τη διάρκεια τεσσάρων ετών πανδημίας και παγκόσμιων υπερ-κρίσεων, έγραψα ένα βιβλίο στο οποίο κοιτάζω την επώδυνη, πραγματική πλευρά της ζωής, ειδικά της ζωής των γυναικών: Το «Die Passantin» (Η Διερχόμενη), που θα κυκλοφορήσει τον Αύγουστο στη Γερμανία από τις Εκδόσεις Kein&Aber, αφιερώνεται στο ερώτημα αν είναι δυνατόν να εξαφανιστείς από τη ζωή σου και να ξεκινήσεις από την αρχή. Παρόλα αυτά, πιστεύω ακράδαντα στην ανθρώπινη ικανότητα για πίστη, εμπιστοσύνη και αλληλεγγύη. Τα βιβλία για τον Περντί -το τρίτο κυκλοφόρησε τον Μάιο- έχουν στόχο να μας θυμίζουν πως κάθε «εγώ» είναι μέρος ενός «εμείς». Και ότι κάθε μικρή πράξη αγάπης κάνει τη διαφορά.
_Από το «Μικρό παριζιάνικο βιβλιοπωλείο» μέχρι το νέο ταξίδι του κυρίου Περντί, φαίνεται πως κι εσείς ως συγγραφέας έχετε αλλάξει μαζί του: ο Περντί ωριμάζει, ζει τον έρωτα, επιστρέφει στα βιβλία με νέα φλόγα. Πόσο προσωπική είναι τελικά αυτή η συνέχεια – και ποια πλευρά της Νίνα Γκεόργκε καθρεφτίζεται περισσότερο στο δεύτερο βιβλίο;
«Eγραψα το χειρόγραφο όταν δεν είχα ακόμη κλείσει τα πενήντα (τώρα είμαι σχεδόν 52). Στα μέσα των σαράντα μου συνειδητοποίησα με πικρή σαφήνεια ότι δεν μου μένει πολύς χρόνος για να κάνω λάθη. Ή να δοκιμάσω δεκάδες διαφορετικούς τρόπους ζωής. Ξαφνικά, το μονοπάτι στενεύει όλο και πιο πολύ, και κάποιες δυνατότητες κλείνουν οριστικά – όπως το να μάθεις σε βάθος ένα μουσικό όργανο ή μια πολεμική τέχνη. Φυσικά, όλα είναι ακόμη πιθανά, αλλά όχι με την άνεση του απέραντου χρόνου. Νομίζω ότι εγώ και ο Περντί έχουμε κάτι κοινό: τη θέληση να ζήσουμε τώρα ακριβώς όπως πάντα θέλαμε. Και μέχρι τώρα απλώς αναβάλαμε με το «αν, τότε». Eτσι λοιπόν: φέρτε τις γάτες, φέρτε τον μεγάλο κήπο – φέτος θα πραγματοποιήσω όλα όσα άφησα για «αργότερα». Το «αργότερα» έρχεται πιο γρήγορα απ’ όσο φανταζόμαστε».
_ Γράφετε ότι όσοι διαβάζουν πολύ, συγχωρούν πιο εύκολα. Εσείς, γράφοντας, έχετε συγχωρέσει κομμάτια του εαυτού σας; Ή είναι η συγγραφή και αυτή μια χρονοκάψουλα για να επιστρέφουμε εκεί όπου κάποτε πονέσαμε;
Το διάβασμα μας μαθαίνει ενσυναίσθηση. Συμπόνια. Κατανόηση, ακόμα και για τις παράλογες, ανόητες αποφάσεις – δικές μας και των άλλων. Οι άνθρωποι που δεν διαβάζουν συνήθως είναι πιο σκληροί με τον εαυτό τους και ακόμη πιο σκληροί με όλους τους άλλους.
Eχω συγχωρήσει τον εαυτό μου για πολλά πράγματα·για παράδειγμα, για την αφέλειά μου. Κάποιες φορές είναι φυσικό να σε εκμεταλλεύονται – και δεν φταίω γι’ αυτό. Ή να συγχωρήσω τον εαυτό μου που μερικές φορές δουλεύω τόσο πολύ, που χάνω τον λόγο για τον οποίο δουλεύω. Είναι ανθρώπινο να περιφέρεσαι χωρίς να έχεις σαφή κατεύθυνση. Αν δεν έχεις υπάρξει ποτέ ανόητη, πώς αλλιώς θα γίνεις σοφότερη;
Ειδήσεις Σήμερα
- Νικόλαος Ζώρζος (Δήμαρχος Θήρας) στον ΕΤ: Εμφαση σε πολιτισμό και περιβάλλον
- Βόλος: Ανήλικος οδηγός παρέσυρε 8χρονο και τον εγκατέλειψε – Συνελήφθη και ο πατέρας του
- Φωτιά στον Χορτιάτη Θεσσαλονίκης: Σύλληψη και πρόστιμο σε άνδρα για μελισσοκομικές εργασίες [Βίντεο]
- Δολοφονία στον Βόλο: «Με απατούσε, τι να έκανα» ήταν τα πρώτα λόγια του 40χρονου που σκότωσε τη σύζυγό του [Βίντεο]

