Εγραφε χθες η Γωγώ Κατσέλη στον «Ε.Τ.» πως η τιμή του καφέ στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης ξεπέρασε τα 3,9 δολάρια η λίβρα, ενώ από την 1η Αυγούστου αυξήθηκε περισσότερο από 40%. Η μειωμένη παραγωγή, οι δασμοί του Τραμπ και κυρίως η αυξημένη (τετραπλάσια!) ζήτηση από την Κίνα θα καθορίσουν την τιμή των συμβολαίων που θα υπογράψουν οι εταιρίες εισαγωγής και εμπορίας καφέ για το προσεχές τρίμηνο, δηλαδή για τον καφέ που θα πιούμε τον χειμώνα.
Οι Κινέζοι έχουν κάνει τεράστια στροφή στην κατανάλωση του καφέ, ενώ τα τελευταία χρόνια αναπτύσσεται και ένας ιδιότυπος εμπορικός και επιχειρηματικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας στην αγορά του προϊόντος. Η μεγαλύτερη κινεζική αλυσίδα καφέ ξεπέρασε σε αριθμό καταστημάτων στην Κίνα πασίγνωστο αμερικανικό brand, ενώ έκανε και επίθεση εκτός έδρας ανοίγοντας μέσα σε δύο μήνες τα πρώτα τέσσερα καταστήματά της στη Νέα Υόρκη. Μάλιστα, ο πρώτος Αμερικανός πελάτης οδήγησε 22 ώρες από τη Φλόριντα μόνο και μόνο για να είναι πρώτος στην ουρά.
Με περισσότερα από 22.000 καταστήματα καφέ στην Κίνα και περισσότερα από 26.000 καταστήματα σε πάνω από 300 πόλεις του κόσμου, έχει σχεδόν 92 εκατομμύρια μηνιαίους πελάτες και φιλοδοξεί να επεκταθεί και άλλο. Και προσέξτε τη «λεπτομέρεια»: τα καταστήματα του κινεζικού γίγαντα λειτουργούν 100% χωρίς ταμία και χωρίς μετρητά, με κάθε παραγγελία να γίνεται και να πληρώνεται ψηφιακά, ενώ όλη η προώθηση γίνεται από μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως το ΤikΤοk. Το γεγονός ότι «εξαφάνισαν» τους εργαζoμένους, τους επιτρέπει να τιμολογούν χαμηλά τον καφέ και να απευθύνονται μαζικά στην Gen Z.
Οπως αναφέρουν τα διεθνή μέσα, η κινεζική εταιρία έφθασε στις ΗΠΑ την κατάλληλη στιγμή για να υποστηρίξει την επέκτασή της, αφού η κυβέρνηση Τραμπ ανακοίνωσε δασμούς στις εισαγωγές βραζιλιάνικου καφέ στο 50%, πυροδοτώντας τις ανησυχίες των καταναλωτών για υψηλότερες τιμές στην κατανάλωση. Αυτό σημαίνει ότι θα στραφούν σε όποιον προσφέρει τη φθηνότερη τιμή. Το ίδιο, δηλαδή, που θα κάνουν οι Ελληνες καταναλωτές στα ράφια του σούπερ μαρκετ, όσο οι Κινέζοι θα παραγγέλνουν τεράστιες ποσότητες καφέ, ρυθμίζοντας την προσφορά και τη ζήτηση, δηλαδή την τιμή.