
Με κοινό όραμα, βαθιά αισθητική και υπαρξιακό πάθος, καταθέτουν εδώ και χρόνια έργα που συγκινούν και ταυτόχρονα προκαλούν. Η μεγάλη επιτυχία της τηλεοπτικής σειράς «Μαύροι πίνακες» -ένα σενάριο εμπνευσμένο από την εφιαλτική ζωγραφική του Φρανθίσκο Γκόγια- δεν ήταν απλώς καλλιτεχνική δικαίωση, αλλά σημείο αναφοράς για την ελληνική τηλεόραση. Τώρα, το ίδιο σύμπαν μεταφέρεται σε βιβλίο από τις εκδόσεις «Κάκτος».
Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση στο να μεταφέρετε τη σειρά σε μυθιστόρημα; Τι σας έδωσε η γραφή σελίδας που δεν μπορούσε να δώσει η κάμερα;
- Σοφία: Οι δύο τρόποι γραφής έχουν, πράγματι, διαφορετικούς κώδικες. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι όταν ξέρεις τι θέλεις να πεις, μπορείς να το πεις με κάθε τρόπο. Η πλημμύρα που έχεις μέσα σου βρίσκει διέξοδο και παίρνει τη μορφή που της ταιριάζει. Στο βιβλίο, υπάρχουν επιπλέον στοιχεία σε σχέση με τα κίνητρα, τη ζωή και τη δράση των ηρώων, αλλά και ένας έντονα ψυχογραφικός και εξομολογητικός χαρακτήρας. Υπάρχουν δράση, σασπένς, βία, συγκίνηση, χιούμορ και ένας καταιγιστικός, κινηματογραφικός ρυθμός.

Οι «Μαύροι πίνακες» του Γκόγια ως φόντο εγκλημάτων. Τι σας ενέπνευσε να δέσετε τη δραματουργία της ιστορίας με τη σκοτεινή θεματολογία και τη συμβολική δύναμη των έργων του Γκόγια; Ποιος πίνακας σας στοίχειωσε περισσότερο;
- Μάριος: Οι «Μαύροι πίνακες» ήταν ο τρόπος του Γκόγια να δηλώσει πώς έβλεπε την ανθρώπινη φύση και το σενάριό μας είναι αυτό ακριβώς. Ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε εμείς την ανθρώπινη φύση και τον φαύλο κύκλο της βίας. Οι «Μαύροι πίνακες» είναι ένα «κατηγορώ» του Ισπανού ζωγράφου προς την κοινωνία που σιωπά, ενώ η ίδια έχει θρέψει το τέρας, και το σενάριο είναι και αυτό ένα «κατηγορώ» για αυτήν τη σιωπή.
- Σοφία: Ο Κρόνος που καταβροχθίζει το παιδί του είναι ίσως ο πιο ανατριχιαστικός πίνακας που έχω δει στη ζωή μου. Σε αυτόν κρύβεται και η ουσία της νοσηρότητας της κοινωνίας που ζούμε. Ο άνθρωπος γεννιέται για να φαγωθεί. Ο πίνακας της καρδιάς μας, όμως, είναι ο Σκύλος του Γκόγια, αυτό το πλάσμα που περιμένει αιώνια εκείνον που το εγκατέλειψε. Ισως, παίζει ρόλο και η απέραντη αγάπη που έχουμε για τα ζώα.

Πώς συνεργαστήκατε κατά τη διάρκεια της συγγραφής; Υπήρξαν διαφωνίες για το ποια κατεύθυνση θα πάρει η ιστορία ή ποιος χαρακτήρας θα πεθάνει;
- Σοφία: Πριν γράψουμε, ξέρουμε ακριβώς πού θα πάει η ιστορία. Το πώς θα φτάσουμε εκεί είναι θέμα επιλογών. Η κοινή θεώρηση των πραγμάτων και αντίληψη για τη ζωή που έχουμε με τον Μάριο μας οδηγεί πάντα στην καταλληλότερη επιλογή.
Η συναισθηματική κορύφωση του βιβλίου συνδέεται με το τραγικό παρελθόν και την κάθαρση. Πόσο δύσκολο ήταν να γράψετε για την αυτοδικία, την ενοχή και, τελικά, την αυτοκαταστροφή; Ποια συναισθήματα σας κατέκλυζαν εκείνη τη στιγμή;
- Μάριος: Ολα είναι δύσκολα, μέχρι να γίνουν εύκολα. Στόχος μας ήταν να μιλήσουμε για τη γέννηση του τέρατος που θρέφουμε οι ίδιοι και η κοινωνία γύρω μας. Στους «Μαύρους πίνακες» ο θύτης είναι το θύμα και το θύμα ο θύτης. Η κοινωνία προετοιμάζει το έγκλημα και ο εγκληματίας το διαπράττει. Στο τελευταίο επεισόδιο, θέλαμε ο κόσμος να βιώσει την εσωτερική σύγκρουση που βίωναν οι ήρωες.
- Σοφία: Θυμάμαι, όταν γράφαμε τις τελευταίες σελίδες, που σταμάτησα και γύρισα προς τον Μάριο, γιατί από τα δάκρυα δεν μπορούσα πια να δω το πληκτρολόγιο και την οθόνη. Το ότι όλα αυτά τα αντικρουόμενα συναισθήματα που αισθανθήκαμε εμείς κατά τη συγγραφή πέρασαν και στον κόσμο ήταν μαγικό.

Το βιβλίο σας φέρνει την τέχνη αντιμέτωπη με την πιο βίαιη πλευρά του ανθρώπου. Πιστεύετε πως η τέχνη είναι ένας καθρέφτης του εσωτερικού μας χάους ή ένα καταφύγιο από αυτό;
- Μάριος: Η τέχνη είναι μία εκστρατεία για την αλήθεια και αυτή η αλήθεια είναι τις περισσότερες φορές χαοτική. Η τέχνη μεταμορφώνει το χάος, του δίνει μορφή και το αγκαλιάζει. Πρέπει να περάσεις από το σκοτάδι, για να βγεις στο φως.
Η φράση «Διαβάζεται με κομμένη την ανάσα» δεν είναι υπερβολή. Τι θα θέλατε να νιώθει ή να σκέφτεται ο αναγνώστης όταν φτάνει στην τελευταία σελίδα;
- Σοφία: Θέλουμε να αφεθεί να νιώσει. Μόνο αυτό.

ΚΡΙΤΙΚΗ
Η αλήθεια πάντα φωτίζει

Στη Σοφία και τον Μάριο δεν υπάρχει διαχωρισμός ανάμεσα στη ζωή και την τέχνη. Ο,τι ζουν το γράφουν και, επίσης, ό,τι γράφουν το νιώθουν. Με τους «Μαύρους πίνακες» δεν αφηγούνται απλώς μία σκοτεινή ιστορία. Αναμετρώνται με τη σιωπή, την ενοχή, την αυτοδικία και την κοινωνική συνενοχή και, με μια συγκινητική τρυφερότητα, δίνουν φωνή και στους πιο αδύναμους ήρωες. Το έργο τους δεν χαϊδεύει. Δεν παρηγορεί. Αντίθετα: ταράζει, συγκλονίζει και στο τέλος αφήνει εκείνη τη σπάνια αίσθηση ότι κάτι μέσα σου άλλαξε. Γιατί οι πίνακες μπορεί να είναι μαύροι, αλλά η αλήθεια πάντα φωτίζει.

