Πώς αλλιώς θα είναι αληθοφανές, μας αποκαλύπτει ο συγγραφέας Γιώργος Παπαδάκης.
Πώς αρχίζει η προετοιμασία συγγραφής ενός βιβλίου;
Υπάρχει ο ίλιγγος της έμπνευσης, που φέρνει λέξεις, εικόνες, σκηνές, φως, αδιανόητο φως που ακολουθεί τους χαρακτήρες, καθώς προετοιμάζονται να μπουν στη δραματουργική σκηνοθεσία. Σε ένα μεγάλο σημειωματάριο καταγράφονται τα πάντα, ακόμα και φράσεις που θα ειπωθούν, σε ποια συγκεκριμένη στιγμή θα ειπωθούν. Εκεί χωράει η διάρθρωση των κεφαλαίων και η σκηνοθεσία.
Τι σας ώθησε να γράψετε το μυθιστόρημα «Η κυρία Ερασμία», εκδόσεις ΕΣΤΙΑ;
Υπήρχε η ιδέα του ανέγγιχτου σώματος, της απρόσιτης αφής, της μοναχικής κατά βάθος ύπαρξης, της ανέραστης. Πώς μπορεί να υπάρξει μια ζωή χωρίς αφή, χωρίς έρωτα και μάλιστα μέσα σε ένα γάμο; Η οικοδόμηση ενός τέτοιου χαρακτήρα, ανεξάρτητα από την αιτία που τον καθόρισε, έκρινα ότι δεν έπρεπε να περιπέσει στην (αυτο)λύπηση, στην περιορισμένη ζωή, στον οίκτο. Τότε θα ήταν ένα μυθιστόρημα εντελώς επίπεδο, χωρίς ανάσα και χωρίς ενδιαφέρον. Ο χαρακτήρας της κυρίας Ερασμίας εναντιώνεται στην αρρώστια, στον ψυχαναγκασμό και ζει μια ζωή ενδιαφέρουσα, έντονη, αντισυμβατική, ενάντια στην κοινωνική υποταγή της γυναίκας. Διεκδικεί τα δικαιώματά της, πράγμα σπάνιο για μια γυναίκα του Μεσοπολέμου, ερίζει, αντιστέκεται, απαιτεί, γίνεται στο τέλος σεβαστή, εμφανίζει την τρυφερότητα και την ευαισθησία όταν πρέπει, αλλά χωρίς αφή. Αυτό ήταν το δικό της πεπρωμένο, να έχει ένα σώμα που δεν το γνώρισε κανείς…

Το πρόσωπο της ηρωίδας είναι φανταστικό ή την έχετε συναντήσει ή έχετε μάθει για αυτή;
Αυτή η γυναίκα υπήρξε, είναι ιστορικό πρόσωπο, αλλά η γραφή δεν κράτησε πολλά στοιχεία από την ιστορική διαδρομή της, παρά μόνο τα αναγκαία για την πλοκή του μυθοπλαστικού ιστού. Δεν με ενδιαφέρει να αναπαριστώ την πραγματικότητα όπως είναι, αλλά να πλέκω ένα υφάδι απρόσμενης ύλης που ξεδιπλώνει τα γεγονότα στο φανταστικό πεδίο, το οποίο όμως πρέπει να φαίνεται αληθοφανές. Αν αυτό επιτύχει, τότε η γραφή έχει επιτελέσει σωστά το έργο της και η φαντασία έχει συναγωνιστεί την πραγματικότητα. Το έχω πει και αλλού, ότι οι χαρακτήρες ενός μυθιστορήματος είναι σαν τα αγάλματα, και το εργαστήριο του συγγραφέα είναι όπως το εργαστήριο ενός γλύπτη: ποτέ ένα άγαλμα δεν βγαίνει οριστικά στο φως αν δεν έχει σφυρηλατηθεί με τα στοιχεία εκείνα που ταιριάζουν μορφικά στον χαρακτήρα του. Ετσι και τα «αγάλματα» του συγγραφέα, δεν σηκώνονται να μπουν στη δράση, δεν βγαίνουν από το εργαστήριο του νου, αν δεν έχουν αποκτήσει το ζωογόνο αίμα του ρόλου για τον οποίo προορίζονται.
Ποιος είναι ο λόγος που η Ερασμία ήταν μια μοναχική γυναίκα;
Ο λόγος είναι ότι έπασχε από ένα σύνδρομο μικροβιοφοβίας και ψυχαναγκασμού, το οποίο καταπολεμούσε με τα δικά της μέσα, αλλά δεν μπόρεσε ποτέ να το ξεπεράσει. Η δράση τοποθετείται εν πολλοίς στον Μεσοπόλεμο και έχει να κάνει με την καταπιεστική κοινωνία της εποχής, που δεν άφηνε την γυναίκα να ανθίσει.
Παράλληλα υπεράσπιζε τα δικαιώματα των ανθρώπων. Αυτό δεν είχε και το ανάλογο κόστος από την κοινωνία της;
Υπεράσπιζε τα δικαιώματα όλων των ανθρώπων και ειδικά των γυναικών, οι οποίες δεν καταλάβαινε γιατί αδικούνται, γιατί περιθωριοποιούνται, αφού από αυτές δημιουργούνται οι κοινωνίες, από αυτές κρέμεται η ζωή! Ηταν αδιανόητο για τη δική της οπτική να μην επιβάλει τη διεκδίκηση των αξιών και των δικαιωμάτων, που οι αιώνες στέρησαν από τη γυναίκα. Πρέπει να τονίσουμε όμως ότι ανήκε στην υψηλή τάξη της πόλης της και ήταν εξαιρετικά πλούσια. Βέβαια, ακόμα κι αν ήταν τόσο εύπορη, το κόστος για τη συμπεριφορά και τις επιλογές της δεν ήταν ευκαταφρόνητο, αλλά δεν το υπολόγιζε. Είχε δυνατό χαρακτήρα και έναν αέρα, που εξισορροπούσε το μειονέκτημά της.
Η Ερασμία διαβάζει λογοτεχνία, εφημερίδες και είναι μορφωμένη. Τι είναι αυτό που την κάνει να είναι ανήσυχη φύση;
Η ανησυχία που την διέκρινε προερχόταν από το σοβαρό πρόβλημα που είχε. Αν όμως δεν ήταν αυτή που ήταν και δεν ανέπτυσσε τον ισχυρό χαρακτήρα της, θα την «κατάπιναν» τα βλέμματα των ανθρώπων, θα την απέκλειαν από την κοινωνική ζωή, θα την καταδίκαζαν σε μια σκοτεινή ανυπαρξία. Ο χαρακτήρας της, στο μυθιστορηματικό πεδίο, όχι μόνο δεν την απέκλειε από τη ζωή, αλλά συγκέντρωνε τη ζήλεια των άλλων γυναικών, που δεν μπορούσαν να είναι και να φαίνονται τόσο αντισυμβατικές, τόσο ελεύθερες. Η εποχή εκείνη, γνωστή και ως «Belle époque», ήταν στο μεταίχμιο ανάμεσα στην πρόοδο και στη συντήρηση, στις παλιές ιδέες και στη νέα μόδα που έφερνε ο αέρας της ανανέωσης ενάντια στα δεινά του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου. Ηταν η έκφραση της δίψας για μια νέα ζωή. Η κυρία Ερασμία αποζητούσε αυτή τη νέα ζωή. Και την έζησε, χωρίς να ξέρει ότι ένας άλλος πόλεμος θα ερχόταν σε λίγο, να βουλιάξει πάλι την ανθρωπότητα στο αίμα.
Πέρα από τη συγγραφή, τι άλλο κάνετε στον ελεύθερο χρόνο σας;
Διάβασμα, ταξίδια, μουσική, συναντήσεις με φίλους -παρατήρηση της αληθινής ζωής. Η παρατήρηση είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της σκηνοθετικής προσομοίωσης ενός έργου.
Η ΜΥΘΟΠΛΑΣΙΑ ΔΕΝ ΜΙΜΕΙΤΑΙ, ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΖΩΗ
Το μυθιστόρημα έχει παραστατικές περιγραφές των τόπων, της αγροτικής ζωής, των εθίμων, της μάχης ανάμεσα στα πατροπαράδοτα και στα μοντέρνα. Αυτό κάνει το βιβλίο να διαβάζεται με μεγαλύτερη ευχαρίστηση ;
Πιστεύω ότι ένα μυθιστόρημα πρέπει να δημιουργεί την ατμόσφαιρα της εποχής στην οποία ζουν οι χαρακτήρες, με σκηνοθετική μέριμνα και ζωηρή αναπαράσταση των χώρων, των εθίμων, των τρόπων ζωής, της κοινωνικής δράσης. Πώς αλλιώς θα είναι αληθοφανές; Οι χαρακτήρες κινούνται εντός του χώρου τους, ο οποίος πρέπει να δημιουργεί εικόνες και να πείθει ότι ο ιστός του φανταστικού κόσμου τους θα μπορούσε να είναι και αληθινός. Το κοινωνικό συγκείμενο οφείλει να δανείζεται από την πραγματική ζωή τον σφυγμό μιας δράσης που αλλάζει ρυθμό, όταν συναντηθεί με τον μύθο. Η μυθοπλασία όμως κοιτάζει αλλού, δεν μιμείται, δεν αντιγράφει: δημιουργεί ζωή με οικοδομικά υλικά που καλούνται να δώσουν παλμό στον μύθο…

