Οι οθόνες γεμίζουν εικόνες ερειπίων από τα χέρια των ανθρώπων και των φονικών μηχανών τους. Ο υπόλοιπος κόσμος παρακολουθεί με τη γνωστή παγωμένη αμηχανία, ενώ το κρισιμότερο ερώτημα είναι ένα: Μπορεί να σταματήσει αυτή η ξαφνική έκρηξη του γενικευμένου πολέμου;
Ο Σάιμον Τίσνταλ, στον «Guardian», είναι περισσότερο από σαφής: «Τρεις θυμωμένοι ηλικιωμένοι άνδρες των οποίων η συμπεριφορά εγείρει σοβαρές αμφιβολίες για την κρίση τους, την κοινή λογική τους, τα κίνητρά τους, ακόμη και την ψυχική τους υγεία». Αναφέρεται στον Νετανιάχου, τον Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ και τον Ντόναλντ Τραμπ.
Ανεξάρτητα από το άσβεστο μίσος μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, το οποίο χρονολογείται από την Ισλαμική Επανάσταση του 1979, και τη διακήρυξη του δεύτερου ότι θα κάνει ό,τι χρειαστεί για να εξαφανιστεί το Ισραήλ από τον χάρτη, αυτό που μένει ως πολύτιμο και ακραία επικίνδυνο φαινόμενο είναι ότι πλέον δεν υφίσταται ουδεμία ικανότητα της ηγεσίας των ΗΠΑ να διατηρήσει την παγκόσμια ισορροπία, έστω και αυτή «του τρόμου». Ο Τραμπ, έχοντας αποχωρήσει από τη συμφωνία για τον έλεγχο των πυρηνικών του 2015, έδωσε -επί της ουσίας- την άδεια τόσο στο Ιράν να συνεχίσει προκλητικά την ανάπτυξή τους και τις μελέτες για τον εμπλουτισμό του ουρανίου, όσο και το ελεύθερο στην ηγεσία του Ισραήλ να επιτεθεί, κάτι που το επιθυμούσε διακαώς και απλώς αναζητούσε τη συγκυρία.
Οι ψύχραιμοι διεθνείς αναλυτές συμφωνούν στο εξής: Οσο περισσότερο ο Τραμπ ενισχύει την προσωπική του αίγλη και ισχυροποιείται σχετικά με τα ανοιχτά μέτωπα που τον αμφισβητούν σχετικά με τις ικανότητές του να ηγηθεί, τόσο περισσότερο αποδυναμώνεται ο διεθνής ρόλος των ΗΠΑ. Απομυθοποιείται -για να μην πούμε ξεφτίζει- το παγκόσμιο κύρος τους. Με, επί του παρόντος, σημαντικότερη συνέπεια να εμφανίζονται παράταιροι περιφερειακοί παίκτες που διεκδικούν ρόλο ειρηνοποιού. Οπως, για παράδειγμα, ο Πούτιν.
Σε κάθε περίπτωση, ο αρθρογράφος του «Guardian» έχει υποδειγματικό επίλογο, μόλις μίας αράδας: «Αυτοί οι θυμωμένοι ηλικιωμένοι θα μπορούσαν να μας σκοτώσουν όλους»…