ΒΡΙΣΚΟΜΑΣΤΕ 18 μήνες πριν από τις εθνικές εκλογές και υποτίθεται πως σε αυτό το χρονικό διάστημα, κάποια στιγμή, θα προστεθούν τα νέα κόμματα Τσίπρα, Σαμαρά, Καρυστιανού στα άλλα δέκα που αυτή τη στιγμή εκπροσωπούνται στο κοινοβούλιο. Τέτοιο μπάχαλο και πολυκερματισμός στην αντιπολίτευση δεν έχουν ξανασυμβεί στα χρόνια της Μεταπολίτευσης.
ΤΗΝ ΩΡΑ, μάλιστα, που ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Ν.Δ. κινούνται δημοσκοπικά γύρω στο 30% και το δεύτερο ΠΑΣΟΚ δείχνει να έχει ταβάνι το 14%.
ΤΗ ΜΙΑ ΕΒΔΟΜΑΔΑ διαβάζει κανείς ότι η κυβέρνηση επιλέγει ως «αντίπαλο» τον Αλέξη Τσίπρα με συγκεκριμένους λόγους και επιχειρήματα. Την άλλη εβδομάδα ότι επιλέγει ως «αντίπαλο» τον Ανδρουλάκη, πάλι με συγκεκριμένους λόγους και επιχειρήματα. Ναι, η κυβέρνηση χρειάζεται έναν «αντίπαλο». Η πραγματικότητα, όμως, δείχνει αρκετά διαφορετική. Δεν υπάρχει -και πιθανότατα δεν θα υπάρξει- ένας «αντίπαλος». Απέναντι στην κυβέρνηση στέκονται το κατακερματισμένο συνονθύλευμα κομμάτων και κομματιδίων της αντιπολίτευσης. Κανένα δεν δείχνει να έχει να παρουσιάσει αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης και, προφανώς, αυτή η αδυναμία τα οδηγεί στο να επιχειρούν να εργαλειοποιήσουν οτιδήποτε συμβαίνει στη χώρα, υιοθετώντας ρητορική λαϊκισμού και καταστροφολογίας.
ΣΕ ΑΥΤΗ την πραγματικότητα, λοιπόν, άλλοι είναι οι αντίπαλοι της κυβέρνησης. Χωρίς εισαγωγικά. Και δεν είναι κλισέ.
Ο ΚΥΡΙΟΣ αντίπαλος είναι η ακρίβεια. Με κορυφαίο ζήτημα το στεγαστικό, αλλά και τις διαρκείς ανατιμήσεις σε προϊόντα και υπηρεσίες. Ναι, είναι η ακρίβεια που κατατρώει τις αυξήσεις μισθών-συντάξεων και τις φοροελαφρύνσεις. Γι’ αυτό και η κυβέρνηση προχώρησε στη μεγαλύτερη μείωση άμεσης φορολογίας στην ιστορία της χώρας, που θα μεταφραστεί σε ενίσχυση των αποδοχών για όλους από την 1η Ιανουαρίου.
ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ, όμως, και άλλα μέτρα. Τόσο μέσα στο 2026 όσο και στα επόμενα χρόνια πρέπει να ενισχυθούν ακόμα περισσότερο οι μισθοί και οι συντάξεις για τη μεσαία τάξη και τα ευάλωτα νοικοκυριά. Η κυβέρνηση οφείλει στις αρχές της επόμενης χρονιάς να παρουσιάσει έναν μεσοπρόθεσμο οδικό χάρτη για τα εισοδήματα έως το 2030, ώστε οι πολίτες να αντιληφθούν πως υπάρχουν οι προϋποθέσεις για ένα καλύτερο αύριο.
ΘΑ ΠΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ότι πρέπει να γνωρίζει με ακρίβεια τον δημοσιονομικό χώρο που θα έχει να διαθέσει, όπως και τις διεθνείς γεωπολιτικές και οικονομικές εξελίξεις. Σωστά. Ή πως θα παίξει με «ανοιχτά χαρτιά» και δεν θα αφήσει περιθώριο να υπάρχουν εκπλήξεις; Σωστό κι αυτό. Πρέπει, όμως, να γίνει μια πολιτική υπέρβαση, καθώς στις κάλπες του 2027 κρίνεται η τρίτη αυτοδύναμη θητεία της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Αρα, αφού είναι εξασφαλισμένες η δημοσιονομική σταθερότητα και η αναπτυξιακή τροχιά, οι πολίτες πρέπει να γνωρίζουν ποια είναι η στρατηγική για την πραγματική οικονομία. Και, βέβαια, συγχρόνως η κυβέρνηση οφείλει να παρουσιάσει ποιες θα είναι οι πέντε – δέκα τολμηρές και εμβληματικές μεταρρυθμίσεις, που θα υλοποιήσει έως το 2030. Και ας αφήσει την αντιπολίτευση -υπάρχοντα και υπό κατασκευή κόμματα- να κραυγάζει…