Το σκεπτικό «ναι μεν αλλά», οδήγησε το ΠΑΣΟΚ σε μια καθόλου σοβαρή στάση: Βεβαίως το κενοτάφιο του Αγνωστου Στρατιώτη αποτελεί μνημείο άξιο «σεβασμού και ιδιαίτερης προστασίας για τη διαφύλαξη της ακεραιότητάς του», αλλά ο χώρος ακριβώς μπροστά από το μνημείο και έως τη λεωφόρο Αμαλίας, αποτελεί… «πάνω μέρος» της πλατείας Συντάγματος και οποιαδήποτε απαγόρευση δημόσιας συνάθροισης είναι αντισυνταγματική. Με αυτό το «σκεπτικό», το οποίο δύσκολα θα υιοθετούσε και η ΠΑΣΠ της δεκαετίας του ’90, το ΠΑΣΟΚ συντάχθηκε με τον ΣΥΡΙΖΑ, την Πλεύση Ελευθερίας, την Ελληνική Λύση και τη Νέα Αριστερά, που έκαναν αίτηση αντισυνταγματικότητας και ουσιαστικά και με το ΚΚΕ και τη Νίκη, που ζήτησαν απόσυρση της τροπολογίας.
Κανένας νοήμων πολίτης δεν θα μείνει στις θολές αποχρώσεις του γκρι που επέλεξε το ΠΑΣΟΚ. Αλλά θα μείνει με τη βεβαιότητα ότι η Χ. Τρικούπη για ακόμα μία φορά εμφανίζεται σαν «ουρά» του «μαύρου» της Ζ. Κωνσταντοπούλου, του Κ. Βελόπουλου, του Α. Τσίπρα που έχει «καταπιεί» ήδη τον Σ. Φάμελο, τον Δ. Νατσιό, αλλά και των ακτιβιστών του «μέχρι τέλους» που περιφρουρούν το αυθαίρετο «μνημείο των Τεμπών».
Το τρις εξαμαρτείν ουκ ανδρός -και κόμματος- σοφού. Η πρώτη μεγάλη πολιτική γκάφα του ΠΑΣΟΚ ήταν η υπερψήφιση της Προανακριτικής Επιτροπής για τα Τέμπη με σκεπτικό ξυλολίου, χαμένων βαγονιών και θεωριών συνωμοσίας για «δολοφόνους» και «εγκληματικής οργάνωσης» πολιτικών. Στη Χ. Τρικούπη τότε, έγινε μεγάλη συζήτηση. Ειδικά αφότου αποδείχθηκε ότι το πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ ήταν μια τρύπα στο νερό, υπαγορευμένο από συμμέτοχους της κατασκευής του πολιτικού εκτρώματος, το οποίο επιχειρήθηκε να χτιστεί πάνω στην τραγωδία. Πολλά στελέχη του ΠΑΣΟΚ έλεγαν τότε ότι ήταν «λάθος και επιπολαιότητα» η ταύτιση με τις ψεκασμένες θεωρίες και τις εμφυλιοπολεμικές ιαχές. Κι όμως μερικές εβδομάδες μετά, το ΠΑΣΟΚ έκανε το ίδιο…
Η τότε αυτοκριτική για την ουσιαστική υιοθέτηση των πάσης φύσεως «ξυλολίων», υπαγορεύτηκε από τη σκληρή διαπίστωση -που αποτυπώθηκε και στις δημοσκοπήσεις της εποχής- ότι το ΠΑΣΟΚ ανατινάζει τις γέφυρες με το Κέντρο και ως «αντίγραφο» δεν μπορούσε να αποκομίσει μεγαλύτερα κέρδη από τα «πρωτότυπα» (Κωνσταντοπούλου και Βελόπουλου). Γεγονός που επίσης καταγράφηκε στις δημοσκοπήσεις.
Το ΠΑΣΟΚ του Ν. Ανδρουλάκη έχει αλλοιώσει τη θεσμική και πατριωτική φυσιογνωμία του. Κι έχει μετατραπεί σε εξάρτημα των οπαδών της «πολιτικής κρίσης», της «θεσμικής εκτροπής» και ίσως και της «εθνικής κρίσης». Δηλαδή σε παρακολούθημα όσων επενδύουν στην μπαχαλοποίηση της πολιτικής ζωής και της ίδιας της χώρας. Δεν είναι ανεξήγητη πλέον η δημοσκοπική, αλλά και η πραγματική πολιτική καχεξία του ΠΑΣΟΚ, το οποίο έγινε αξιωματική αντιπολίτευση ελέω της διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ. Και είναι εμφανές ότι ο Ν. Ανδρουλάκης τελεί ήδη υπό τον φόβο του φθαρμένου Α. Τσίπρα. Εχει συρθεί στο τερέν του. Στο οποίο ήδη μαίνεται η μάχη του αλληλοσπαραγμού της Αριστεράς, με gust star τον σταθερά ανερχόμενο Κ. Βελόπουλο. Και με υποβολείς διάφορους «πρώην».
Διολισθαίνοντας και το ΠΑΣΟΚ στον βάλτο του ανορθολογισμού και της τοξικότητας διαβαίνει τον Ρουβίκωνα της θεσμικότητας. Πάει δυστυχώς στην απέναντι πλευρά. Με αποτέλεσμα να αφοπλιστεί το μόνο κόμμα της υπάρχουσας Βουλής, το οποίο θα μπορούσε να αναμετρηθεί με την κυβέρνηση στο πεδίο των θεσμών, της λογικής, του ρεαλισμού και των ιδεών. Κάπως έτσι ο Ν. Ανδρουλάκης γίνεται ο ιδανικός αυτόχειρας. Και οι επόμενες εκλογές δεν θα είναι μόνο μάχη της σταθερότητας και της ακυβερνησίας. Θα είναι και μάχη μεταξύ της θεσμικότητας και της θεσμικής εκτροπής.
ΣΚΟΠΙΜΗ ΣΥΓΧΥΣΗ
Το μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη είναι το ιερό χρέος της χώρας απέναντι σε όσους έπεσαν υπέρ πατρίδος. Για όσους εθελοντικά έδωσαν τη ζωή τους, για να υπάρχει η πατρίδα.
Είναι προφανές ότι ο τραγικός πατέρας, Π. Ρούτσι, επέλεξε να κάνει απεργία πείνας στο μνημείο. Με δική του πρωτοβουλία ή καθ’ υπόδειξη άλλων, δεν έχει σημασία. Η επιλογή έγινε μάλλον για μεγαλύτερη προβολή και για τη δημιουργία συνειρμών και «ταυτίσεων». Και τη δημιουργία σκόπιμης σύγχυσης. Αλλωστε ο χώρος του μνημείου μετά την τραγωδία των Τεμπών συνδέθηκε αρχικά με το πάνδημο αίτημα για απόδοση δικαιοσύνης και στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε αρκετές φορές προκειμένου να ασκηθεί ευρύτερη πολιτική με αφορμή την τραγωδία.
Οι βέβηλοι συνειρμοί και οι αίολες ταυτίσεις δεν έμειναν στη φαντασία των πολιτών. Εικονοποιήθηκαν με δηλώσεις πολιτικών και πράξεις διαδηλωτών. Κι εδώ βρίσκεται μια διπλή παραχάραξη. Αφ’ ενός για τους υπέρ πατρίδας πεσόντες. Και αφ’ ετέρου για τα 57 αδικοχαμένα θύματα των Τεμπών.
Οι υπέρ πατρίδος πεσόντες, έκαναν ό,τι έκαναν επειδή το επέλεξαν και το ήθελαν. Μπορεί κανείς να ισχυριστεί το ίδιο για τα παιδιά, για τα θύματα;
Τα θύματα ασφαλώς δεν ήταν «εθελοντές». Ηταν αδικοχαμένες ζωές που συγκλονίζουν. Ηταν τραγικά πρόσωπα που τσακίζουν. Προκάλεσαν ανείπωτο πόνο στους συγγενείς τους και απερίγραπτη θλίψη σχεδόν σε όλους. Αλλά «εθελοντές» δεν ήταν. Ούτε πεσόντες υπέρ πατρίδος ήταν. Αν και κάποιοι το έχουν υπαινιχθεί με έναν στρεψόδικο τρόπο: Με τη θυσία τους ανάγκασαν το ανάλγητο κράτος να κινηθεί για τους σιδηροδρόμους και εξέθεσαν τη «διεφθαρμένη δικαιοσύνη»…
Οι «κάποιοι» έχουν τους λόγους τους, οι οποίοι δεν είναι κρυφοί. Αλλά, αλήθεια υπάρχει κάποιος εκτός από τους «κάποιους» που να πιστεύει ότι τα θύματα και όλοι οι επιβάτες την ώρα που ανέβαιναν στα βαγόνια της μοιραίας αμαξοστοιχίας ήξεραν ότι πάνε ολόισια στον θάνατο; Και μάλιστα προκειμένου να προσφέρουν στη χώρα τους μια καλύτερη δικαιοσύνη και πιο ασφαλή τρένα;
Και οι υπερβολές έχουν τα όριά τους. Ασχέτως αν γίνονται σεβαστά. Πόσω μάλλον αν αυτά τα όρια σχετίζονται με αδικοχαμένες νεανικές ζωές.
Το πιο βέβαιο από όλα είναι πως δεν χρειάζεται κι άλλες μανάδες κι άλλοι πατεράδες να κλάψουν για «νέα θύματα». Ούτε από δηλώσεις πατέρα θύματος, του τύπου «έτσι όπως το πάνε θα έχουμε θύματα, θα έχουμε πόλεμο».