
Κάθε μυθοπλαστική ιστορία απαιτεί τη θρυαλλίδα, προκειμένου να πυροδοτήσει την αφήγηση, και το πρόσχημα εδώ ήταν κάποια ρωμαίικη επιχείρηση της Ανατολίας, η οποία μέσα στο άντρο της Δύσης κατακτά την Ευρώπη. Η πραγματική, ωστόσο, αιτία που πραγματεύεται ο πεζογράφος είναι ο χρόνος εντός του οποίου συμβαίνουν τα πάντα της πεπερασμένης μας ύπαρξης: αλήθεια, τι απομένει στο τέλος του προσωπικού μας επί γης χρόνου, τι απομένει από τη μικρή ή μεγάλη μας επιχείρηση, τη μικρή ή μεγάλη οικογένεια, την επαγγελματική ανέλιξη, τα νιάτα, την ομορφιά; Δεν πρόκειται, όμως, ούτε για ωδή στην αισιοδοξία του εφήμερου ούτε για σπονδή στην απαισιοδοξία. Μάλλον για μια ψύχραιμη αποτίμηση της ανθρώπινης συνθήκης, τη συνειδητοποίηση της ασημαντότητάς μας.
Γι’ αυτό και ο Αστερίου είναι συγγραφέας, επειδή είχε την ευφυΐα, τα μάτια της ψυχής και του νου να δει πίσω και πάνω από την επιφάνεια των πραγμάτων, πέρα από την υποδόρια θεώρηση του κόσμου. Επειδή, όμως, κάτι τέτοιο από μόνο του δεν αρκεί, στρώθηκε στη δουλειά αφιερώνοντας τέσσερα χρόνια στην έρευνα και την καταβύθιση στη γλώσσα, προκειμένου να χαρίσει αυτό το αφηγηματικό κείμενο πέραν ειδολογικής κατάταξης και έμπλεο αναγνωστικής απόλαυσης. Ζήλεψα.

Διαβάστε ΕΔΩ όλα τα προηγούμενα άρθρα της στήλης του Ελεύθερου Τύπου ΤΙ ΔΙΑΒΑΣΑ