
Σε μια εποχή που η πολιτιστική κληρονομιά χρειάζεται να αναδειχθεί και να συνδεθεί με τη σύγχρονη δημιουργία, ο Σωτήρης Μπόλης, εμπνευστής και καλλιτεχνικός διευθυντής του Melitzazz, μοιράζεται μαζί μας τις σκέψεις και τα όνειρά του για το φεστιβάλ που εξελίχθηκε από μια απλή γιορτή μελιτζάνας σε μια ζωντανή εμπειρία που «ερωτεύεται» τον τόπο και παρασύρει επισκέπτες από όλο τον κόσμο.
Στη συνέντευξη που ακολουθεί, ο Σωτήρης Μπόλης μας ξεναγεί στα παρασκήνια της δημιουργίας, στις προκλήσεις και τις χαρές της διοργάνωσης, καθώς και στην προσπάθεια να γίνει το Melitzazz πυξίδα πολιτισμού για ολόκληρη την Πελοπόννησο.
-13 χρόνια Μελιτζάzz συμπληρώνονται φέτος από εκείνη την πρώτη χρονιά που πρωτοήρθατε στο Λεωνίδιο και δημιουργήσατε την υπέροχη «αναστάτωση», που είναι σήμερα ένα από τα πιο εμβληματικά φεστιβάλ του καλοκαιριού. Πως πάρθηκε εκείνη η απόφαση;
Υπήρχε το Φεστιβάλ Τσακωνιάς (2006-2010), μία διήμερη γιορτή για την γαστρονομία της Τσακωνιάς και την τσακώνικη μελιτζάνα, όμως αρκετά στατική γιορτή και εκτός του κέντρου του Λεωνιδίου. Θεώρησα ότι η πόλη είναι ιδιαίτερα ατμοσφαιρική με πολλά υπέροχα σημεία και ευκαιρίες, τόσο ώστε να προτείνω την ολική μεταμόρφωση της γιορτής σε ένα νέο, πολυδιάστατο και ανήσυχο φεστιβάλ. Η Αναπτυξιακή Πάρνωνα και ο Δήμος Νότιας Κυνουρίας με εμπιστεύτηκαν και, σταδιακά, εξελίχθηκε στο σημερινό φεστιβάλ, το οποίο κράτησε στην σύνθεσή του την αρχική αφορμή του, την μελιτζάνα, πρόσθεσε όμως και μια πειραματική εθνογραφική προσέγγιση και, κυρίως μια ethno-jazz διάθεση στα πυργόσπιτα, τα αρχοντικά και τα σοκάκια του Λεωνιδίου.
-Ο περιφερειάρχης Πελοποννήσου, ο κ. Δημήτρης Πτωχός, στην συνέντευξη τύπου για την ανακοίνωση του προγράμματος χαρακτήρισε το Μελιτζάzz μία εκ των ναυαρχίδων της Πελοποννήσου, ένα φεστιβάλ-πυξίδα. Έχετε κι εσείς την ίδια άποψη;
Ήταν όντως πολύ τιμητικός για εμάς ο χαρακτηρισμός του κ. Περιφερειάρχη, όπως και η άποψή του ότι πρέπει και άλλες εκδηλώσεις στην Πελοπόννησο να αντλήσουν τεχνογνωσία από το Μελιτζάzz. Ο τρόπος σχεδιασμού και υλοποίησης του φεστιβάλ είναι ιδιαίτερος, απαιτεί πολλή δουλειά έρευνας, μελέτης και ανάλυσης της τοπικής ταυτότητας και παράδοσης, καθώς και δημιουργικότητα, φαντασία και επιμέλεια στο χτίσιμο συνεκτικών δράσεων και εκδηλώσεων. Όλο αυτός ο συνδυασμός της σύγχρονης δημιουργίας με τον σεβασμό στην ταυτόχρονα του τόπου έχει δημιουργήσει μια μεθοδολογία, την οποία εξελίσσουμε και εφαρμόζουμε με την ομάδα μου και σε άλλες περιοχές.
Δικαίως, νομίζω, η περίπτωση Μελιτζάzz έχει παρουσιαστεί σε πολλά συνέδρια ως case study, ενώ πολλές πτυχιακές και μεταπτυχιακές εργασίες έχουν ασχοληθεί με την μελέτη του.
Η βασική ιδέα θα έλεγα είναι ότι ο επισκέπτης μας δεν πάει απλά σε ένα ωραίο φεστιβάλ, αλλά ζει την εμπειρία γνωριμίας με έναν ιδιαίτερο τόπο, ώστε να την μοιράζεται κατόπιν με ενθουσιασμό. Δεν αντιμετωπίζεται ως κάποιος που ήρθε απλά για να διασκεδάσει, αλλά ως υποψήφιος να ερωτευτεί τον τόπο τόσο ώστε να επανέλθει την επόμενη χρονιά με νέους επισκέπτες-φίλους του για να τους μυήσει στην εμπειρία, σίγουρος ότι θα είναι μια νέα ξεχωριστή εμπειρία. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα τελευταία χρόνια οι επισκέπτες μας, δεν χρειάζεται καν να ξέρουν το πρόγραμμα του φεστιβάλ για να αποφασίσουν να έρθουν, τους αρκούν μόνο οι ημερομηνίες ώστε να κλείσουν δωμάτια!
Η ευρύτερη αποδοχή του φεστιβάλ τεκμηριώνεται και από την σταθερή οικονομική υποστήριξη από τον Δήμο Νότιας Κυνουρίας, την Περιφέρεια Πελοποννήσου, το Υπουργείο Πολιτισμού, τον Αναπτυξιακό Οργανισμό Πάρνωνα, πολλούς χορηγούς και όλες σχεδόν τις επιχειρήσεις της περιοχής, κατά την δύναμη καθενός.
-Θυμάστε κάποια ιστορία από εκείνα τα πρώτα φεστιβάλ ιδιαίτερα; Και γιατί;
Πολλές στιγμές και ιστορίες. Θυμάμαι την μεγάλη συγκίνηση ηλικιωμένων το 2015 όταν, ανοίγοντας και αξιοποιώντας παλαιά κλειστά κτήρια της πόλης για εκδηλώσεις μας, ξαναέμπαιναν σε χώρους που πέρασαν την παιδική τους ζωή, ή, το 2018, την τεράστια συμμετοχή των 1.301 ανθρώπων που χόρευαν όλοι μαζί, σε όλη την πόλη, τον μεγαλύτερο τσακώνικο χορό.
Για μένα όμως η πιο χαρακτηριστική στιγμή ήταν η πρώτη φορά που ζήτησα από φιλοξενούμενο συγκρότημα φλαμένκο να διασκευάσει το παραδοσιακό τσακώνικο τραγούδι «Σου ‘πα μάνα πάντρεψέ με» σε μία έκδοση όπου συνυπήρχε παράλληλα τσακώνικος και flamenco χορός. Για έναν τόπο με τόσο γερά θεμέλια στην παράδοσή του, το εγχείρημα ήταν αρκετά ριψοκίνδυνο, στην μόλις δεύτερη χρονιά του -δειλού ακόμα- φεστιβάλ. Η υποδοχή όμως ήταν τόσο ζεστή που καθιερώθηκε ως «νέα τοπική συνήθεια», με αποτέλεσμα πλέον να έχουμε πάνω από 30 εξαιρετικές διασκευές από καλλιτέχνες που έχουν συμμετάσχει στο φεστιβάλ όλα αυτά τα χρόνια.
-Φέτος «ερωτευτήκατε» μια Τζουμπελού, θα μας την συστήσετε;
Τζουμπελού είναι η παραδοσιακή γυναικεία αρχοντική φορεσιά της Τσακωνιάς που περιλαμβάνει τον τζουμπέ, το κόκκινο πανωφόρι. Κατ’ επέκταση, τζουμπελούδες αποκαλούνται οι γυναίκες που φορούν αυτή την φορεσιά.
Φέτος όντως ερωτεύτηκα την Τζουμπελού, με μάγεψαν τα χρώματα και η περηφάνεια της. Όμως, φευ, ανακάλυψα ότι έχω ανταγωνιστές. Είναι όλοι αυτοί που αγαπούν και διαφυλάττουν την τσακώνικη παράδοση και κληρονομιά, οι πραγματικοί αγαπημένοι της Τζουμπελούς.
Ανεκπλήρωτος έρωτας λοιπόν, ας ελπίσω να θα με θυμάται ως θαυμαστή που προσπάθησε να αναδείξει την αξία και προσωπικότητά της.
-Ο τόπος, οι κάτοικοι του Λεωνιδίου, πως ανταποκρίνονται σε αυτή την προσπάθεια που για κάποιες μέρες τον χρόνο αναστατώνει την καθημερινότητά του;
Για ένα τετραήμερο η πόλη αποκτά έναν πολύχρωμο γιορτινό χαρακτήρα και παρουσιάζει χαρούμενη τα κάλλη της. Όλος ο τόπος ζωντανεύει, ο επιχειρηματικός κόσμος δουλεύει και επωφελείται, ενώ πιστεύω ότι πολλοί αντιλαμβάνονται – έστω και υποσυνείδητα – ότι δεν πρόκειται για ένα απλό φεστιβάλ, αλλά δημιουργείται σύγχρονος πολιτισμός.
Παράλληλα, καθ’ όλο το διάστημα προετοιμασίας, η εξερεύνηση στην ιστορία του τόπου δίνει την ευκαιρία ανακάλυψης και παρουσίασης στοιχείων που κρύβονται στα ντουλάπια και τις ψυχές των ντόπιων, σε έγγραφα, τεκμήρια και προφορικές αφηγήσεις.
Νομίζω ότι, ναι, αντιμετωπίζεται ως μια πολύ ευχάριστη αναστάτωση!
-Κύριε Μπόλη για ποιο λόγο κυρίως κατά τη γνώμη σας θα πρέπει να ταξιδέψει από την Αθήνα ή οποιοδήποτε άλλο μέρος της χώρας για να έρθει φέτος στο Μελιτζάzz;
Το φεστιβάλ κάθε χρόνο αλλάζει πρόσωπο και είναι σαν καινούριο. Και φέτος, και κάθε χρόνο, αξίζει πραγματικά η επίσκεψη στο Λεωνίδιο και η «εμπειρία Μελιτζάzz”. Ο τόπος είναι πανέμορφος και το ελκυστικός, η θάλασσα και το βουνό γλυκομιλούν, τα παραδοσιακά διπλανά χωριά παραμένουν αυθεντικά. Όλα αυτά την ημέρα, διότι το σούρουπο ξεκινούν οι φεστιβαλικές δραστηριότητες, συχνά ως νωρίς το πρωί…
Τι καλύτερο λοιπόν από ένα τετραήμερο ποιοτικής απόδρασης και συνδυασμού διακοπών, απόλαυσης, περιήγησης και πολιτισμού!

