Οι λεγόμενοι baby influencers προβάλλονται σε πλατφόρμες όπως το Instagram και το TikTok, συχνά από τους ίδιους τους γονείς τους. H ψυχολόγος Νικολέττα Τουρλεντέ δίνει την δική της οπτική στο ET Magazine για τα ερωτήματα που προκύπτουν σχετικά με την ιδιωτικότητα, την έκθεση των παιδιών, αλλά και για τα όρια της ηλιακής ψηφιακής δημοσιότητας.
Πώς μπορεί να επηρεάσει ένα παιδί κάτω των 10 ετών η έντονη έκθεση στα social media;
Η έκθεση του παιδιού στα social media, ειδικότερα όσον αφορά στην προσχολική και σχολική ηλικία, επηρεάζει τις γνωστικές λειτουργίες, την κοινωνική και τη συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού. Επηρεάζει, δηλαδή, εν γένει την ψυχική υγεία, σε όλες τις διαστάσεις.
Ως προς τις γνωστικές λειτουργίες, οι γρήγορες εναλλαγές εικόνων και πληροφοριών, οι οποίες χαρακτηρίζουν πολλές ψηφιακές πλατφόρμες, κι η αποσπασματικότητα που χαρακτηρίζει τα ερεθίσματα αυτά, οδηγούν σε γρήγορη μετατόπιση της προσοχής και βαθμιαία, σε αδυναμία συγκέντρωσης για μεγάλα χρονικά διαστήματα, γνωστικές λειτουργίες απαραίτητες για ολοκληρωμένες και σύνθετες δραστηριότητες, που χαρακτηρίζουν τις μετέπειτα ακαδημαϊκές ανάγκες του παιδιού κι ειδικότερα σε ηλικίες που τίθενται οι βάσεις για τη μελλοντική πορεία.
Επίσης, τα αποσπασματικά ερεθίσματα που χαρακτηρίζουν τα social media, για παράδειγμα σύντομα, διαφορετικού περιεχομένου βίντεο, χωρίς συναισθηματικό και νοηματικό βάθος δεν βοηθούν το παιδί να έρθει σε επαφή με τον κόσμο των συναισθημάτων, επομένως και με τα δικά του συναισθήματα, να συνδεθεί με αυτά, να τα αναγνωρίσει και να τα κατανοήσει, σε αντίθεση, για παράδειγμα, με ένα λογοτεχνικό έργο, που χαρακτηρίζεται από αρχή, μέση και τέλος, ενέχει συναισθηματικές καταστάσεις και πολύπλοκα νοήματα κι επίσης, ενθαρρύνει και απελευθερώνει μια, ακόμη, ουσιαστική λειτουργία για την ψυχική ζωή, τη φαντασία. Η συνεχής οπτικοποίηση, μέσα από το διαδίκτυο, αντί να προάγει τη φαντασία, την καταστέλλει, δεν δίνει στο παιδί χώρο να δημιουργήσει εσωτερικές εικόνες, να αναπαραστήσει με το δικό του τρόπο τον κόσμο.
Τα παραπάνω, οι γνωστικές λειτουργίες, η φαντασία, είναι παράγοντες που σχετίζονται με την νοημοσύνη. Αν η βάση αυτών των λειτουργιών διαβρωθεί, διακυβεύεται συνολικά και η γνωστική ανάπτυξη του παιδιού.
Παράλληλα, τα social media, απεικονίζουν ψευδή, εξιδανικευμένη ζωή, που στηρίζεται στην τέλεια, αψεγάδιαστη εικόνα, στοιχεία, από τα οποία, επηρεαζόμαστε ακόμη κι εμείς, οι ενήλικες. Πόσο περισσότερο παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας, τα οποία δεν έχουν αναπτύξει ακόμη κριτική σκέψη.
Τα παιδιά δεν διαχωρίζουν εύκολα το αληθινό από το ψευδές. Έτσι, αποκτούν διαστρεβλωμένες ιδέες για την εικόνα που παρουσιάζουν οι άλλοι, αλλά και για τη δική τους εικόνα. Αυτή η διαστρέβλωση μπορεί να σχετίζεται με χαμηλή αυτοεκτίμηση, αίσθηση ανεπάρκειας, καταθλιπτικά συναισθήματα, και σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και με διαταραχές εικόνας σώματος, όπως η ψυχογενής ανορεξία, καθώς ακόμα και σε μικρές ηλικίες τα παιδιά εκτίθενται σε πρότυπα σώματος που δεν είναι ρεαλιστικά ή υγιή.
Ως προς την κοινωνική ανάπτυξη, ένα παιδί μαθαίνει να σχετίζεται με τους άλλους μέσα από το παιχνίδι, τις συγκρούσεις, τη συνεργασία. Όταν το κοινωνικό του περιβάλλον περιορίζεται σε οθόνες, τότε δεν μαθαίνει να διαβάζει τα συναισθήματα των άλλων, να ζητά συγγνώμη, να περιμένει τη σειρά του. Η ψηφιακή αλληλεπίδραση δεν μπορεί να αντικαταστήσει την ανθρώπινη επαφή.

Ποιο είναι το κατάλληλο ηλικιακό όριο για να ξεκινήσει ένα παιδί να συμμετέχει ενεργά στα social media, κατά τη γνώμη σας;
Πρόκειται για ζήτημα που απασχολεί έντονα σε διεθνές επίπεδο. Για παράδειγμα,
- Η Αυστραλία έχει θεσπίσει νόμο που απαγορεύει τη χρήση social media σε παιδιά κάτω των 16 ετών.
- Στις ΗΠΑ, τα 13 έτη είναι η ηλικία που ορίζεται από το Κογκρέσο στον Νόμο για την Προστασία του Απορρήτου των Παιδιών στο Διαδίκτυο (COPPA), ο οποίος απαγορεύει στους ιστότοπους να συλλέγουν πληροφορίες για παιδιά κάτω των 13 ετών χωρίς την άδεια των γονέων.
- Στην Ελλάδα, μέχρι σήμερα, έχει προαναγγελθεί, αλλά δεν έχει θεσπιστεί, ακόμη, Ηλικία Ψηφιακής Ενηλικίωσης, τα 15 έτη
Σύμφωνα με την American Academy of Pediatrics (AAP), δεν υπάρχει μία απόλυτη ηλικία που να είναι «κατάλληλη» για όλα τα παιδιά να ξεκινήσουν στα social media. Ωστόσο, συνιστούν οι γονείς να περιμένουν τουλάχιστον μέχρι την ηλικία των 13 ετών, καθώς είναι το κατώτατο όριο που επιτρέπουν οι περισσότερες πλατφόρμες.
Μια άλλη άποψη, που υποστηρίζεται από ειδικούς ψυχικής υγείας, είναι ότι το κατάλληλο ηλικιακό όριο είναι τα 16 έτη, καθώς σε αυτή την ηλικία τα παιδιά διαθέτουν πιο ώριμες εγκεφαλικές και συναισθηματικές δομές, που τους επιτρέπουν να διαχειριστούν καλύτερα την πίεση, τη σύγκριση και την ανάγκη επιβεβαίωσης που συχνά συνοδεύουν τη χρήση των social media.
Τονίζεται, ωστόσο, τόσο από την AAP όσο κι από άλλους φορείς κι ειδικούς ψυχικής υγείας πως: η ωριμότητα, η ενσυναίσθηση, η αυτορρύθμιση και η ικανότητα για υπεύθυνη χρήση είναι σημαντικότερα κριτήρια από την ηλικία αυτή καθαυτή. Επίσης, η χρήση των social media πρέπει να γίνεται σταδιακά και με καθοδήγηση, με ενεργή συμμετοχή και παρακολούθηση από τους γονείς, ενώ είναι σημαντικό η οικογένεια να εφαρμόζει ένα οικογενειακό πλάνο χρήσης των μέσων, που να περιλαμβάνει σαφή όρια και διαλόγους για την ασφάλεια, τον σεβασμό και την υγιή χρήση.
Ποια είναι τα βήματα για να ξαναβρεί ένα παιδί την ισορροπία του και να έχει μια φυσιολογική καθημερινότητα, όταν έχει εκτεθεί έντονα στο διαδίκτυο από μικρή ηλικία;
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε, όλοι οι ενήλικες, ότι τα παιδιά δεν επηρεάζονται τόσο από την λεκτική, όσο από την εξωλεκτική συμπεριφορά μας. Αυτό σημαίνει, πως ό,τι κι αν λένε οι γονείς στα παιδιά, όσες συμβουλές, παραινέσεις, οδηγίες και να δίνουν, την ισχυρότερη επίδραση έχει το παράδειγμα των γονιών. Τα παιδιά μαθαίνουν μέσα από το παράδειγμα των γονιών. Από τους γονείς μαθαίνουν για τον εαυτό τους και τον κόσμο, αποκτούν αξίες και διαμορφώνουν τον τρόπο ζωής τους.
Έτσι, η συμπεριφορά των γονιών ως προς την τεχνολογία και τα social media αποτελεί πρότυπο συμπεριφοράς και για τα παιδιά. Ισορροπημένη καθημερινότητα εμπεριέχει δραστηριότητες εκτός οθόνης: σπορ, τέχνες, παιχνίδι με φίλους, εξορμήσεις, επίσης, την καλλιέργεια ενδιαφερόντων και δεξιοτήτων που βασίζονται στη φυσική αλληλεπίδραση και την κίνηση κλπ.
Είναι σημαντικό να ενθαρρύνεται η επικοινωνία μέσα στην οικογένεια, και τα παιδιά να αισθάνονται ότι έχουν το χώρο να εκφράζουν αυτά που τα απασχολούν. Επίσης, είναι σημαντικό τα θέματα συζήτησης να αποτελούν όλες τις πλευρές της καθημερινότητας του παιδιού, να ενισχύονται οι θετικές πλευρές και το ενδιαφέρον να μην εστιάζεται αποκλειστικά στις συμπεριφορές που προβληματίζουν.
Αν οι γονείς παρατηρούν αλλαγή στην εικόνα του παιδιού, για παράδειγμα: απόσυρση, απομόνωση από τους συνομήλικους ή/και την οικογένεια, άγχος, ευερεθιστότητα, ένταση, ανησυχία, θλίψη, συνεχή ενασχόληση με το διαδίκτυο και γενικότερα δυσλειτουργία /έκπτωση στις σχολικές επιδόσεις, στην κοινωνική και διαπροσωπική λειτουργικότητα ή οποιαδήποτε άλλη αλλαγή στον ύπνο, στη διάθεση και στην γενικότερη εικόνα του παιδιού θα πρέπει να απευθυνθούν σε ειδικό ψυχικής υγείας, ώστε, πλαισιωμένα, να διαχειριστούν την κατάσταση.
Υπάρχουν επαρκείς θεσμοί ή πλαίσια που να προστατεύουν αυτά τα παιδιά ψυχολογικά και νομικά;
Στην Ελλάδα υπάρχουν θεσμικά και νομικά πλαίσια που στοχεύουν στην προστασία των παιδιών από τις επιπτώσεις της υπερβολικής έκθεσης στο διαδίκτυο, τόσο σε ψυχολογικό όσο και σε νομικό επίπεδο, ωστόσο, υπάρχει δυσκολία στην πλοήγηση του ωφελούμενου μέσα στις υπηρεσίες. Αρχικά, οι Κοινωνικές Υπηρεσίες των Δήμων έχουν την υποχρέωση να διασυνδέουν το άτομο, στη συγκεκριμένη περίπτωση, τους γονείς με τις κατάλληλες υπηρεσίες ψυχοκοινωνικής υποστήριξης.
Επίσης, τα Κοινοτικά Κέντρα Ψυχικής Υγείας για ενήλικες και παιδιά, που εδρεύουν σε κάθε Δήμο ή Τομέα Ψυχικής Υγείας (Το.Ψ.Υ.), παιδοψυχιατρικές υπηρεσίες που εδρεύουν σε κάθε Δήμο. Επίσης, κάθε γονιός μπορεί να απευθυνθεί στον Σχολικό Ψυχολόγο κι αυτός θα τον κατευθύνει. Υπάρχουν Φορείς και ΑΜΚΕ που παρέχουν υπηρεσίες ψυχικής υγείας με δημόσιο χαρακτήρα.
Σε νομικό επίπεδο, υπάρχει το Νομικό Πλαίσιο για την Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων Ανηλίκων (νόμος 4624/2019), καθώς και η ενσωμάτωση του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων (GDPR), που προβλέπουν αυστηρούς κανόνες για τη συγκατάθεση, τη συλλογή και την επεξεργασία δεδομένων παιδιών από ψηφιακές πλατφόρμες. Επιπλέον, ισχύει η Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού του ΟΗΕ, την οποία έχει κυρώσει η Ελλάδα, και η οποία κατοχυρώνει το δικαίωμα κάθε παιδιού στην ψυχική υγεία, την προστασία από εκμετάλλευση, και την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του.
Επίσης, το Ελληνικό Κέντρο Ασφαλούς Διαδικτύου (ΙΤΕ), παρέχει ενημέρωση, βοήθεια και υποστήριξη μέσω τηλεφωνικής γραμμής βοήθειας, γραμμής καταγγελιών κι εκπαιδευτικών δράσενω. Επίσης, μπορούμε να αναφέρουμε τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, η οποία λειτουργεί προληπτικά και παρεμβατικά, με εκστρατείες ενημέρωσης και υποστήριξη περιπτώσεων έκθεσης παιδιών σε επιβλαβές περιεχόμενο ή διαδικτυακή παρενόχληση.
H έντονη προβολή ενός παιδιού στο διαδίκτυο μπορεί να το θέσει σε κίνδυνο;
Πέρα από τους κινδύνους που αναφέραμε παραπάνω, ένας σοβαρός κίνδυνος είναι αυτός της κακοποίησης ή\και αποπλάνησης: τα παιδιά, καθώς δεν έχουν αναπτύξει κριτική σκέψη, δεν διαχωρίζουν εύκολα το αληθινό από το ψευδές, κάτι που τα καθιστά ευάλωτα σε κακόβουλους κι επικίνδυνους ενήλικες και γενικότερα σε καταστάσεις που ενέχουν κινδύνους για τη σωματική και ψυχική τους υγεία.
Ένας, επίσης, κίνδυνος είναι η παραβίαση της ιδιωτικότητας. Όταν φωτογραφίες, βίντεο και προσωπικά στοιχεία ενός παιδιού κυκλοφορούν στο διαδίκτυο, το παιδί καθίσταται εύκολος στόχος για εκμετάλλευση, καθώς αυτό το υλικό μπορεί να αποθηκευτεί, να τροποποιηθεί ή να αναπαραχθεί από τρίτους, χωρίς καμία συναίνεση ή έλεγχο.
Τέλος, σε κάποιες περιπτώσεις, η έκθεση αυτή μπορεί να οδηγήσει σε bullying ή περιθωριοποίηση από τους συνομηλίκους, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ευαίσθητο ή ντροπιαστικό περιεχόμενο.
Τι να σκεφτεί ένας γονιός πριν εκθέσει το παιδί του στα social media;
Η δημόσια έκθεση παιδιών μέσα από τα social media από τους γονείς τους είναι μια πρακτική που εγείρει προβληματισμούς. Τα παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας δεν διαθέτουν την αναπτυγμένη κριτική ικανότητα και τη γνωστική ωριμότητα ώστε να αντιληφθούν τι σημαίνει η έκθεση της εικόνας τους στο ψηφιακό περιβάλλον — και ως εκ τούτου, δεν μπορούν να δώσουν ουσιαστική, ενημερωμένη συναίνεση.
Η απουσία αυτής της συναίνεσης μεταφέρει στο παιδί το μήνυμα πως κάποιος άλλος μπορεί να αποφασίζει για το σώμα του, την εικόνα του και τα προσωπικά του όρια. Αυτή η εμπειρία ενδέχεται να υπονομεύσει, σε βάθος χρόνου, την ικανότητά του να αισθάνεται ότι δικαιούται να θέτει όρια και να τα υπερασπίζεται. Αντιθέτως, όταν το παιδί βιώνει από νωρίς ότι η γνώμη του έχει βαρύτητα, ότι μπορεί να διαφωνεί ή να αρνηθεί, τότε ενισχύεται η αυτοεκτίμηση και η αίσθηση προσωπικής ασφάλειας. Τα παιδιά μαθαίνουν πώς να προστατεύουν τον εαυτό τους, να λένε & να αναγνωρίζουν τα όριά τους, πρώτα μέσα στην οικογένεια.
Επιπλέον, η έκθεση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης χωρίς ουσιαστικό έλεγχο μπορεί να καταλήξει να διαμορφώσει μια εικόνα για το παιδί που το ίδιο δεν επέλεξε και που ενδέχεται να το συνοδεύει και στην ενήλικη ζωή του. Σε αυτή τη φάση της ανάπτυξης, προτεραιότητα είναι η ενίσχυση της αυτοαντίληψης του παιδιού με βάση την εσωτερική του εμπειρία και όχι τη δημόσια εικόνα. Είναι σημαντικό κατά το μοίρασμα στιγμών του παιδιού από τους γονείς, να λαμβάνεται υπόψιν ο σεβασμός στην προσωπικότητα του παιδιού, στην ιδιωτικότητά του και, κυρίως, στην ανάγκη του να χτίσει τη δική του ταυτότητα με ελευθερία και ασφάλεια.

