Ακόμα και το πιο αισιόδοξο -αν υπάρχει κάτι τέτοιο- σενάριο προβλέπει αναταράξεις στις διεθνείς αγορές, ενώ το χειρότερο σενάριο μπορεί να βυθίσει στην ύφεση τις περισσότερες χώρες του πλανήτη. Μία παγκοσμιοποιημένη οικονομία, άλλωστε, λειτουργεί με τη λογική της αλυσιδωτής αντίδρασης.
Τα πάντα περιστρέφονται γύρω από τα Στενά του Ορμούζ, τη δυνατότητα διέλευσης των πλοίων και τον επηρεασμό των τιμών του πετρελαίου. Σε ανάλυση της Optima Bank σημειώνεται ότι κάθε αύξηση της τιμής του πετρελαίου κατά 10 δολάρια ανά βαρέλι μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του ΑΕΠ της Ελλάδας κατά 0,4%, ενώ κάθε αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου κατά 10 ευρώ ανά MWh ενδέχεται να προκαλέσει μείωση του ΑΕΠ κατά 0,3%.
Την ίδια στιγμή, όπως σημειώνει σε άρθρο του ο Βασίλης Κορκίδης, πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς, το κόστος της ναυτασφάλισης κατά κινδύνων πολέμου για τα πλοία που κινούνται στις θερμές ζώνες θα αυξηθεί κατά 60%, άρα θα επιβαρυνθούν τα κόστη μεταφοράς. Αυτό θα αποτυπωθεί στις τελικές τιμές των προϊόντων στο ράφι ή στην αντλία του πρατηρίου. Αυτά είναι τα κακά νέα.
Τα καλά νέα είναι ότι η ελληνική οικονομία ξεκινά από πλεονεκτική θέση, με τον Προϋπολογισμό του 2025 να κλείνει με υπερπλεόνασμα, που θα ξεπεράσει το 4% του ΑΕΠ, άνω των 10 δισ. ευρώ. Η χώρα έχει ρυθμισμένο χρέος, αύξηση εσόδων από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, την ασφάλεια του τεράστιου Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, ύψους περίπου 15 δισ. ευρώ, αλλά και ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα ισχυρό και σε φάση ανάπτυξης.
Η οικονομική και ενεργειακή θωράκιση της χώρας επιτρέπει στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης να έχει plan B, με το οποίο θα αντιμετωπίσει τις όποιες αναταράξεις χωρίς να θέτει σε κίνδυνο το πακέτο της ΔΕΘ. Δεν είναι εύκολο ούτε θα γίνει με κάποιο μαγικό τρόπο, αλλά σίγουρα παραμένει εφικτό επειδή τα δημοσιονομικά θεμέλια της χώρας -σε αντίθεση με το παρελθόν- είναι πλέον χτισμένα σε σταθερό και ανθεκτικό περιβάλλον.