Η οικονομία αναπτύσσεται με υψηλότερους ρυθμούς από τους ευρωπαϊκούς, οι διεθνείς οίκοι αναβαθμίζουν διαρκώς την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, τα υπερπλεονάσματα δίνουν χώρο για μόνιμες κοινωνικές παροχές και φοροαπαλλαγές και ταυτόχρονα εξοφλούμε πρόωρα τις δανειακές μας υποχρεώσεις, αφήνοντας άφωνους –αυτή τη φορά για καλό- τους Ευρωπαίους.
Μετά τα γερμανικά εύσημα και τις διθυραμβικές φθινοπωρινές προβλέψεις της Κομισιόν, τώρα και οι Γάλλοι υποκλίνονται στις ελληνικές επιδόσεις. Είναι χαρακτηριστικό το απόσπασμα από τη γαλλική «L’ Express» για την πρόωρη αποπληρωμή ενός δανείου ύψους 1,1 δισ. ευρώ που είχαμε λάβει το 2010 από τη Γαλλία. Ο «τζίτζικας δανείζει τον μέρμηγκα» γράφει ο συντάκτης του άρθρου, αναλύοντας την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας κάτω από τον εύγλωττο τίτλο «Προϋπολογισμός: όταν η Ελλάδα έρχεται προς διάσωση των γαλλικών δημόσιων οικονομικών».
Μάλιστα, στο ίδιο δημοσίευμα αναφέρεται πως όταν πριν από λίγες ημέρες συζητήθηκε ο προϋπολογισμός στη γαλλική εθνοσυνέλευση –ο οποίος τελικά δεν πέρασε- ο βουλευτής των Ρεπουμπλικανών και γενικός εισηγητής του προϋπολογισμού, Φιλίπ Ζουβέν, ρώτησε την αρμόδια υπουργό, Αμελί ντε Μοντσαλέν, αν πιστεύει ότι μπορούν οι Γάλλοι να αντλήσουν διδάγματα από το ελληνικό παράδειγμα. Εκείνη απάντησε διπλωματικά: «Για να πετύχει η Ελλάδα στην αποπληρωμή του χρέους της πρέπει να παράγει πρωτογενές πλεόνασμα 3% του ΑΕΠ κάθε χρόνο. Για εμάς αυτό θα αντιπροσώπευε το διπλάσιο της προσπάθειας που προσπαθούμε να επιτύχουμε από τώρα έως το 2029».
Σε αυτό το κλίμα έρχεται και η είδηση της ισχυρής υποψηφιότητας του Ελληνα υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκου Πιερρακάκη, για την προεδρία του Eurogroup, δηλαδή του πανίσχυρου συμβουλίου των υπουργών Οικονομικών της Ε.Ε. Αν κάποιος τολμούσε να σκεφτεί κάτι τέτοιο, πριν από 10 χρόνια, θα χαρακτηριζόταν, το λιγότερο, αιθεροβάμων. Τότε που οι συνεδριάσεις του Eurogroup προκαλούσαν απανωτούς σεισμούς και σοκ στην Αθήνα και όλες κατέληγαν με εισηγήσεις για περισσότερα και σκληρότερα μέτρα για τους Ελληνες. Τι ωραία που πλέον είμαστε στο τραπέζι, αλλά όχι στο μενού.