ΑΝ λάβει κανείς τοις μετρητοίς όσα ακούγονται, τότε όλοι θα δουλεύαμε έξι ημέρες την εβδομάδα επί 13 ώρες την ημέρα, δηλαδή αθροιστικά 78 ώρες εβδομαδιαίως.
ΕΛΑ, όμως, που η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Γιατί μπορεί να έχει ψηφιστεί το εξαήμερο, μπορεί να εφαρμοστεί και το 13ωρο, αλλά αυτό που δεν λένε όσοι έχουν ανέβει στα κάγκελα και κραυγάζουν είναι πως κανένας εργαζόμενος δεν μπορεί να δουλεύει πάνω από 48 ώρες την εβδομάδα μαζί με τις όποιες υπερωρίες, ενώ έως σήμερα ίσχυε το 12ωρο. Αρα, ουσιαστική αλλαγή στα εργασιακά θα υπήρχε μόνο αν αυξανόταν το κλασικό 40ωρο της πενθήμερης εργασίας ή το 48ωρο με υπερωρίες.
ΥΠΑΡΧΕΙ, όμως, και κάτι ακόμα. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, μόλις το 0,1% των επιχειρήσεων -δηλαδή μία στις χίλιες- έχει εφαρμόσει κάποια στιγμή τη διάταξη για την εξαήμερη εργασία, ενώ ακόμα και η νέα ρύθμιση για το 13ωρο -σύμφωνα με ειδικούς- θα αφορά μια πολύ μικρή μερίδα επιχειρήσεων και εργαζομένων, κυρίως σε εποχικές δουλειές εστίασης και τουρισμού.
ΑΡΑ, γεννάται ένα ερώτημα, άξιζε όλη αυτή η «φασαρία» από την πλευρά της κυβέρνησης; Αν αυτές οι διατάξεις αφορούν ελάχιστες επιχειρήσεις και ελάχιστους εργαζομένους, έχει νόημα η νομοθέτησή τους; Γιατί αν κάτι αφορά ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας, τότε να γίνει «φασαρία» και να δοθούν «πολιτικές μάχες» με την έτσι κι αλλιώς κραυγάζουσα αντιπολίτευση. Διαφορετικά, μήπως θα ήταν καλύτερο πριν από αντίστοιχες κινήσεις και αποφάσεις να γίνεται μια «εκτίμηση οφέλους – ζημίας» και αν κάποιες μεταρρυθμίσεις δεν έχουν τόσο σημαντικό κοινωνικο-οικονομικό βάρος να μην υλοποιούνται;
Οταν η Γερμανία υιοθετεί ελληνικές μεταρρυθμίσεις
ΚΑΤΑ τη διάρκεια της επώδυνης δεκαετίας των Μνημονίων η Γερμανία με μπροστάρηδες τη Μέρκελ και τον Σόιμπλε κουνούσε το δάχτυλο στην Ελλάδα. Με τρόπο σκαιότατο. Και τι δεν είχαμε ακούσει τότε. Οτι είμαστε τεμπέληδες, ότι παίρνουμε υψηλές συντάξεις, ότι τίποτα δεν δουλεύει σε αυτήν τη χώρα. Οσο κι αν δεν μας αρέσει, κάποια πράγματα είχαν βάση, αλλά και πολλά ακόμα ήταν εκτός τόπου και χρόνου.
ΕΛΑ, όμως, που έχει ο καιρός γυρίσματα. Η Ελλάδα έχει μια ισχυρή οικονομία και έχει εφαρμόσει πολλές ρηξικέλευθες μεταρρυθμίσεις. Και, πλέον, η Γερμανία υιοθετεί πολιτικές και δράσεις που έχει υλοποιήσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη.
ΚΑΤ’ αρχάς, δημιούργησε υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, ώστε να κάνει βήματα προς τον ψηφιακό μετασχηματισμό του γερμανικού κράτους, που παραμένει αναχρονιστικό σε αυτόν τον τομέα. Αρκεί να θυμηθεί κανείς ότι στην περίοδο της πανδημίας, όταν εμείς κλείναμε ραντεβού για εμβόλια μέσω του Gov.gr, οι Γερμανοί πολίτες προσπαθούσαν να εμβολιαστούν μέσα στο γραφειοκρατικό χάος με τηλέφωνα και χαρτάκια.
ΤΩΡΑ, η γερμανική κυβέρνηση υιοθετεί την πρόσφατη ελληνική μεταρρύθμιση για παροχή κινήτρων σε εργαζόμενους συνταξιούχους. Γιατί, όπως έχει δηλώσει και ο καγκελάριος Μερτς, το γερμανικό συνταξιοδοτικό σύστημα είναι προβληματικό.
ΜΗΠΩΣ να στέλναμε μια «τρόικα Ελλήνων υπουργών» για να δώσει μαθήματα στη γερμανική κυβέρνηση, ώστε να προχωρήσει στις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις σε οικονομία, ασφαλιστικό και ψηφιοποίηση κράτους;