Στην πολιτική κουλτούρα που έχει υιοθετήσει και έχτισε την καριέρα της η πρόεδρος της «Πλεύσης Ελευθερίας», ήδη από τις παραμονές της μεγάλης περιπέτειας που ξεκίνησε το 2015, είναι ενσωματωμένες οι ακραίες εκφράσεις και η πανεύκολη και ιδεολογικά βολική χρήση των ακραίων χαρακτηρισμών «χούντα», «φασίστες», «δολοφόνοι» και άλλοι παρόμοιοι. Οι λόγοι είναι αυτονόητοι και η πλειονότητα της λογικής κοινής γνώμης τούς γνωρίζει πολύ καλά. Αλλά να χαρακτηρίζεις «φασίστες» την εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας επειδή σε εγκάλεσαν ώστε να τηρήσεις τον Κανονισμό που ισχύει δημοκρατικά για όλους τους ομιλητές, και μάλιστα από το βήμα της Βουλής, είναι πολύ διαφορετικό και κυρίως εχθρικό προς την ίδια τη Δημοκρατία και τη βούληση του ελληνικού λαού.
Δεν οφείλεται σε μυστηριώδεις παράγοντες. Οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι η Δημοκρατία φροντίζει και εξασφαλίζει χώρο ύπαρξης και δράσης όσων την αμφισβητούν. Οφείλεται και στο γεγονός ότι το ακροατήριο που ευαρεστείται να ακούει την αμφισβήτηση της Δημοκρατίας από συγκεκριμένα πρόσωπα με τέτοιες ακραίες εκφράσεις προφανώς και πιστεύει ότι Δημοκρατία δεν είναι αυταξία, αλλά μέσο για την επίτευξη ιδεοληψιών και επαναφοράς στη ζωή όσων έχουν αποδειχθεί μεγάλες αυταπάτες.
Πριν από λίγες ημέρες οι «Ρουβίκωνες» τιμωροί των Ισραηλινών εξ ονόματος των Παλαιστινίων παρήλασαν στους δρόμους της Αθήνας. Και αυτοί στο όνομα του «ανθρωπισμού και της δημοκρατίας» απειλούσαν να τραμπουκίσουν όποιον έβλεπαν μπροστά τους, μπουκάρισαν σε εστιατόριο με κόσερ κουζίνα, διατράνωσαν τις βίαιες προθέσεις τους. Μετά την κλήτευσή τους στην Εισαγγελία, βεβαίως, ο «αρχηγός» τους έκανε ανάρτηση ότι «δεν θέλαμε ούτε θέλουμε να πειράξουμε κανέναν». Το συμπέρασμα: Είτε εκλογές λέγεται είτε Δικαιοσύνη, η Δημοκρατία πάντα έχει τρόπο να βάζει τους εχθρούς της στη θέση της…