Ομως, πλέον δεν λειτουργεί, επειδή δεν προσαρμόστηκε. Αυτό το άρτια δομημένο, αλλά αρτηριοσκληρωτικό, σύστημα, δεν κατάφερε να εκσυγχρονιστεί και να διαβάσει τα δεδομένα της νέας εποχής. Αναιμική ψηφιοποίηση, υπερβολική εξάρτηση από το ρωσικό αέριο, ελάχιστες επενδύσεις στις νέες τεχνολογίες (βλ. το ζόρι που τραβούν οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες σε σχέση με την κινεζική επέλαση) και γερασμένες υποδομές με παλιούς δρόμους, παραμελημένα σχολεία και πανεπιστήμια. Και μαζί μια εμμονική προσήλωση στο φρένο χρέους.
Κάπως έτσι φθάσαμε στη σημερινή οικονομική κρίση της Γερμανίας, με έναν καγκελάριο να παραδέχεται, για πρώτη φορά στη Σύγχρονη Ιστορία της χώρας, πως εδώ και χρόνια ζουν πάνω από τα όρια των δυνατοτήτων τους και πρέπει να παγώσουν τα –ανέγγιχτα- κοινωνικά επιδόματα. Ολα αυτά τη στιγμή που στη Γαλλία το χρέος αυξάνεται κατά 5.000 ευρώ το δευτερόλεπτο, οι Γάλλοι βγαίνουν στους δρόμους και ο Μακρόν αλλάζει τους πρωθυπουργούς σαν τα πουκάμισα.
Μιλάμε για τις δύο μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρώπης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη διασυνδεδεμένη οικονομία της ίδιας της Ευρώπης. Βέβαια, κανείς δεν περιμένει ότι οι δύο χώρες θα χρεοκοπήσουν. Είναι πολύ μεγάλες, πολύ σημαντικές, εξαιρετικά πολύτιμες για να αφεθούν στην κατάρρευση. Ομως, το γεγονός ότι ο γαλλογερμανικός άξονας εμφανίζεται αποδυναμωμένος μόνο καλό δεν είναι, δεδομένης της γεωπολιτικής αστάθειας και των υπαρξιακών κινδύνων που αντιμετωπίζει η γηραιά και γερασμένη ήπειρος.
Δέκα χρόνια μετά την ελληνική οικονομική κρίση, όλα αυτά φαίνονται δυσάρεστα οικεία. Σαν ένα déjà vu από το παρελθόν, αλλά με άλλους πρωταγωνιστές. Τότε λέγαμε πως οι Ελληνες πρέπει να διδαχθούν από τους Γερμανούς τι σημαίνει δημοσιονομική πειθαρχία και υπακοή στους κανόνες για το κοινό καλό. Τώρα είναι η ώρα της Γερμανίας να διδαχθεί από το δικό μας success story. Η Ελλάδα προσελκύει μεγάλους επενδυτές, εκσυγχρονίζει αυτοκινητόδρομους, νοσοκομεία και σχολεία, ψηφιοποιεί και ψηφιοποιείται, προνοεί μέτρα ασφαλούς ενεργειακής μετάβασης για τις περιοχές της πρώτης γραμμής. Χωρίς να αυξάνει φόρους, μειώνοντας τη φοροδιαφυγή και αυξάνοντας τις θέσεις εργασίας. Το ελληνικό οικονομικό θαύμα δεν είναι θαύμα. Είναι ένα απολύτως εξηγήσιμο, ανθρώπινο και πολιτικό επίτευγμα σε εξέλιξη.