ΠΡΟΦΑΝΩΣ και έχουν γίνει σημαντικά βήματα τα τελευταία χρόνια. Εχουν αλλάξει βιβλία, έχουν προστεθεί νέα γνωστικά αντικείμενα, οι αίθουσες στις οποίες κάνουν μάθημα τα παιδιά από την Ε’ Δημοτικού έως την Γ’ Λυκείου διαθέτουν διαδραστικούς πίνακες, λειτουργεί το δωρεάν ψηφιακό φροντιστήριο, έχουν διοριστεί σχεδόν 50.000 μόνιμοι εκπαιδευτικοί, ανακαινίζονται χιλιάδες σχολικά κτίρια. Ολα αυτά είναι σωστά.
ΤΩΡΑ άνοιξε και η συζήτηση για τη θεσμοθέτηση του Εθνικού Απολυτηρίου, το οποίο θα πρέπει να εφαρμοστεί με μια μέθοδο που θα φέρει την αντικειμενική βαθμολόγηση των μαθητών και ένα καινούργιο σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ, χωρίς, βέβαια, την κατάργηση των αδιάβλητων πανελλαδικών εξετάσεων.
ΤΑ προβλήματα στο εκπαιδευτικό σύστημα, όμως, είναι πολλά και σύνθετα. Το σημαντικότερο είναι πως εδώ και χρόνια ο κύριος πυλώνας της εκπαίδευσης δεν είναι πια το σχολείο, αλλά το φροντιστήριο. Κάποτε το φροντιστήριο λειτουργούσε ως ενισχυτική διδασκαλία για τις πανελλαδικές εξετάσεις. Με τα χρόνια αυτό άρχισε να «κατεβαίνει» τις τάξεις. Εγινε «καθεστώς» και στο Γυμνάσιο. Τώρα, πια, οι γειτονιές έχουν γεμίσει με κέντρα μελέτης για τους μαθητές του Δημοτικού. Αυτό αποτελεί και την «ομολογία» για την αποτυχία του συστήματος.
ΑΠΟ πού να ξεκινήσει κανείς; Από την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, που γίνεται μόνο για τα μάτια του κόσμου; Είτε κάποιος κάνει εξαίρετα το λειτούργημα είτε κάποιος απλά μπαίνει στην τάξη και… κάθεται, δεν υπάρχει καμία διαφορά. Ούτε μισθολογική ούτε, βέβαια, πειθαρχική. Γιατί, έως τώρα, δεν έχω διαβάσει κάποια ανακοίνωση του υπουργείου Παιδείας που να μας ενημερώνει για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης. Κάπου είχα δει ένα ρεπορτάζ πως μόλις 6 εκπαιδευτικοί στις 22.000 που αξιολογήθηκαν κρίθηκαν ότι δεν προσφέρουν ικανοποιητικό έργο και θα λάβουν βελτιωτική επιμόρφωση. Ε, μάλλον, κάνουμε πλάκα.
ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ περισσότεροι εκπαιδευτικοί; Προφανώς, γι’ αυτό η κυβέρνηση προσλαμβάνει κάθε χρόνο 10.000 μόνιμους δασκάλους και καθηγητές. Βέβαια, κάτι πρέπει να γίνει με τον προγραμματισμό, γιατί είναι ακατανόητο για ποιον λόγο να γίνονται 19.000 προσλήψεις αναπληρωτών μόλις μία μέρα πριν χτυπήσει το κουδούνι. Χρειάζονται μεγαλύτεροι μισθοί; Προφανώς. Χρειάζεται εκσυγχρονισμός των υποδομών; Εκεί έχουν γίνει σημαντικά βήματα. Χρειάζονται νέα βιβλία; Και σε αυτό υπάρχει πρόοδος. Αρκούν όλα αυτά; Οχι.
ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ γκρέμισμα και ξαναχτίσιμο. Μία ρηξικέλευθη μεταρρύθμιση από το μηδέν. Δεν ξέρω αν πρέπει να υιοθετήσουμε το μοντέλο κάποιας άλλης χώρας ή να φτιάξουμε ένα καινούργιο, δικό μας. Αυτό πρέπει να το δουν οι ειδικοί. Αλλά ούτε αυτό αρκεί. Γιατί το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η έλλειψη συναίνεσης.
Η ολιστική μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος είναι κάτι που απαιτεί, τουλάχιστον, μια δωδεκαετή προσαρμογή. Αρα, πρέπει να είναι διασφαλισμένο ότι τα πράγματα δεν θα αλλάζουν από την κάθε κυβέρνηση ή τον κάθε υπουργό. Δεν υπάρχει άλλος χρόνος. Η κυβέρνηση οφείλει να προχωρήσει στις απαραίτητες τομές. Και το νέο εκπαιδευτικό σύστημα να αλλάξει σταδιακά από την Α’ Δημοτικού και κάθε χρόνο να «ανεβαίνει» τάξη. Ετσι γίνεται στις σοβαρές χώρες. Οχι με «μερεμέτια» κάθε δυο-τρία χρόνια.