Στις αρχές Ιουνίου του 2024, μια λαμπερή μέρα με σχεδόν καθόλου άνεμο, η επιστήμονας Elizabeth Henderson βρισκόταν σε ένα σκάφος στα ανοικτά των ηλιόλουστων ακτών της Μπάχα Καλιφόρνια. Εκείνη και η ομάδα της είχαν σκαρφαλώσει μέχρι τη μέση του καταρτιού του πλοίου, κρατώντας ισχυρά κιάλια και κατοπτεύοντας τα ήρεμα νερά.
Αναζητούσαν ραμφοφάλαινες, μια ομάδα ειδών που δεν παρατηρούνται συχνά επειδή καταδύονται βαθύτερα και για περισσότερη ώρα από οποιοδήποτε άλλο θηλαστικό – ορισμένες είναι γνωστό ότι φτάνουν σε βάθος σχεδόν 3 χλμ. Ακόμα και όταν αναδύονται, τα σχετικά μικρά, ανοιχτόγκριζα σώματά τους εντοπίζονται δύσκολα. «Ανάλογα με το φως, μπορεί να μοιάζουν απλώς με ένα κύμα», λέει η Henderson.
Μετά από μερικές ημέρες αποστολής χωρίς τύχη, ακούστηκε μια φωνή από το κατάστρωμα – ήταν ο καπετάνιος. «Υπάρχει μια φάλαινα δίπλα μας!» αναφώνησε. Στην πραγματικότητα ήταν δύο νεαρές φάλαινες που κολυμπούσαν παράλληλα με το σκάφος.
«Μια υπόθεση που γινόταν πάντα για τις ραμφοφάλαινες είναι ότι δεν τους αρέσουν τα σκάφη», λέει στο BBC η Henderson, βιοακουστική επιστήμονας στο Πρόγραμμα Θαλάσσιων Θηλαστικών του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ, όπου μελετά τις φωνές και τη συμπεριφορά τους. «Αλλά αυτές δεν ήταν καθόλου ντροπαλές. Είχαν περιέργεια για εμάς».
Λίγα είναι γνωστά για τις ραμφοφάλαινες. Επί του παρόντος, 24 είδη είναι γνωστά στην επιστήμη, τα οποία πιστεύεται ότι αποτελούν περίπου το 25% όλων των ειδών φαλαινών και δελφινιών. Ορισμένα είδη δεν έχουν θεαθεί ποτέ ζωντανά και είναι γνωστά μόνο επειδή τα σώματά τους ξεβράστηκαν στην ακτή. Όμως, οι νέοι τρόποι ακρόασης και οι μελέτες που καταγράφουν τους χαρακτηριστικούς υποβρύχιους ήχους και τα σφυρίγματά τους, αποκαλύπτουν σιγά-σιγά τα μυστικά των πιο ακριβοθώρητων φαλαινών του κόσμου.
Αυτό που είδε η Henderson ήταν μια έκπληξη από πολλές απόψεις. Με βάση μόνο τον ήχο, η ομάδα δεν περίμενε να συναντήσει αυτό το συγκεκριμένο είδος. Είχαν ακούσει τον παλμό BW43 (BW για το “beaked whale”, με μέγιστη συχνότητα 43kHz), που πιστευόταν ότι συνδέεται με την απειλούμενη ραμφοφάλαινα του Perrin. Ωστόσο, πήραν δείγμα βιοψίας και τα εργαστηριακά αποτελέσματα αποκάλυψαν αργότερα ότι επρόκειτο για άλλο είδος: τη ραμφοφάλαινα με δόντια γκίνγκο, η οποία ονομάστηκε έτσι λόγω του χαρακτηριστικού σχήματος των δοντιών της που μοιάζουν με φύλλα του φυτού γκίνγκο.
«Ήταν εκπληκτικό, ήταν τόσο απροσδόκητο – και για ένα είδος που δεν έχει ποτέ παρατηρηθεί ζωντανό στο νερό ή στη φύση. Είναι μια οικογένεια ειδών που υποθέτεις ότι δεν θα δεις ποτέ από κοντά. Το να τα έχουμε ακριβώς δίπλα μας ήταν το πιο ωραίο πράγμα που έχει συμβεί ποτέ», λέει η Henderson.
Οι μακρές, βαθιές καταδύσεις των ραμφοφαλαινών καθιστούν δύσκολη τη μελέτη τους, εξηγεί ο Oliver Boisseau, επικεφαλής ερευνητής στη Marine Conservation Research, έναν βρετανικό μη κερδοσκοπικό οργανισμό. «Παραδοσιακά τις παραβλέπαμε. Συχνά βρίσκονται στα ανοικτά, η πρόσβαση είναι δύσκολη και κρύβονται, που σημαίνει ότι δύσκολα τις εντοπίζεις».
Ένα νέο είδος, η ραμφοφάλαινα της Ramari, ανακαλύφθηκε μόλις το 2021. «Είναι εντυπωσιακό στον 21ο αιώνα να ανακαλύπτουμε ακόμα νέα είδη θηλαστικών που έχουν το μέγεθος οικογενειακών αυτοκινήτων», λέει ο Boisseau.
Το πρόσφατο επιστημονικό ενδιαφέρον προκλήθηκε από μαζικούς εκβρασμούς, που πιστεύεται ότι οφείλονται στα σόναρ του ναυτικού. Οι επιστήμονες δεν κατανοούν την ακριβή σχέση, αλλά μια θεωρία είναι ότι το σόναρ ωθεί τα θηλαστικά να αναδύονται πολύ γρήγορα, προκαλώντας φυσαλίδες στο αίμα τους, παρόμοια με τη «νόσο των δυτών».
Ο ήχος είναι αυτός που βλάπτει τις φάλαινες – αλλά είναι επίσης ο ήχος που βοηθά την επιστήμη να τις κατανοήσει. Βασίζονται κυρίως στην ακουστική τους για να βρουν τροφή, να ζευγαρώσουν και να προσανατολιστούν. «Αυτός είναι πραγματικά ο τρόπος με τον οποίο ερμηνεύουν τον κόσμο γύρω τους. Είναι λοιπόν ένα εξαιρετικό παράθυρο στον κόσμο τους κάτω από το νερό».
Χρησιμοποιώντας υποβρύχια μικρόφωνα –τα υδρόφωνα– που τοποθετούνται σε βάθη από 10 έως σχεδόν 5.000 μέτρα, οι επιστήμονες ακούν τους θορύβους ηχοεντοπισμού τους. Κάθε είδος έχει έναν μοναδικό παλμό, δημιουργώντας μια ηχητική υπογραφή.
Στην αρχική αναγνώριση ενός είδους, η γενετική ανάλυση είναι επίσης σημαντική. Οι επιστήμονες χρησιμοποιούν μια βαλλίστρα για να πάρουν βιοψία δέρματος και συλλέγουν δείγματα νερού για ανάλυση περιβαλλοντικού DNA (eDNA). Το υλικό αυτό είναι το «κομμάτι που έλειπε», αν και η συλλογή του ενέχει ηθικά ζητήματα και κινδύνους τραυματισμού, οπότε γίνεται με μεγάλη προσοχή και μόνο μία φορά.
Αντίθετα, το μικρόφωνο δεν προκαλεί καμία βλάβη. «Μόλις επιβεβαιώσουμε ποιος παλμός αντιστοιχεί σε ποιο είδος μέσω της γενετικής, δεν χρειαζόμαστε πια τη γενετική. Χρειαζόμαστε μόνο τη βιοακουστική. Σχεδόν δεν χρειάζεται καν να τις βλέπουμε πια, γιατί μπορούμε απλώς να τις ακούμε», λέει η Henderson.
Και όταν ένα ζώο περνάει τόσο πολύ χρόνο βαθιά κάτω από την επιφάνεια όσο οι ραμφοφάλαινες, είναι πολύ πιο εύκολο να τις ακούσεις παρά να τις δεις. Δεν χρειάζεται πλοίο ή ήρεμες συνθήκες. «Μπορείς να τοποθετήσεις ακουστικούς καταγραφείς και να συλλέξεις δεδομένα για οποιοδήποτε είδος ραμφοφάλαινας υπάρχει εκεί έξω. Μπορείς να πάρεις όλες τις πληροφορίες που χρειάζεσαι για ένα είδος χρησιμοποιώντας απλώς παθητική ακουστική παρακολούθηση», λέει η Henderson.
Μελέτες με τοποθέτηση πομπών (tagging) αποκάλυψαν πώς αναζητούν τροφή: ξεκινούν τους ήχους μόνο όταν βρίσκονται σε μεγάλο βάθος, χρησιμοποιώντας το σόναρ τους για να εντοπίσουν καλαμάρια και ψάρια. Οι ήχοι επιταχύνονται σε έναν συνεχή ήχο (buzz) όταν πλησιάζουν το θήραμα. Επίσης, τα μικρά τους ξεκινούν τις βαθιές καταδύσεις πολύ νωρίτερα από άλλα είδη φαλαινών, πιέζοντας τα όρια της βιολογίας τους.
Μια προτεραιότητα είναι να μάθουμε ποιο είδος ζει πού. Η θέαση της ραμφοφάλαινας με δόντια γκίνγκο στην Καλιφόρνια ήταν απροσδόκητη, καθώς θεωρούνταν ότι ζει μόνο στην άλλη πλευρά του Ειρηνικού, προς την Ιαπωνία και τη Νέα Ζηλανδία.
Ο Boisseau έχει πραγματοποιήσει ακουστικές έρευνες και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, στη Μεσόγειο Θάλασσα και στον Ινδικό Ωκεανό. Στόχος του είναι να μετρήσει τις φάλαινες και να ανακαλύψει πόσες από αυτές ζουν σε ποιες περιοχές. Ωστόσο, προς το παρόν, τα δεδομένα για τον πληθυσμό είναι περιορισμένα, πράγμα που σημαίνει ότι δεν γνωρίζουμε ποιοι πληθυσμοί απειλούνται. Για αυτόν τον λόγο, σύμφωνα με τον Boisseau, είναι σημαντικό οι επιστήμονες να είναι προσεκτικοί.
«Είναι απογοητευτικό το γεγονός ότι θα έπρεπε να πιέζουμε για την προστασία αυτών των ειδών με πιο αποφασιστικό τρόπο, αλλά απλά δεν έχουμε τα στοιχεία για να πούμε ότι αυτό το είδος απειλείται με εξαφάνιση», λέει.
Η προστασία αυτών των ειδών είναι επιτακτική. Το σόναρ του ναυτικού παραμένει ανησυχία, αν και έχει απαγορευτεί στα Κανάρια Νησιά από το 2004, χωρίς να σημειωθεί έκτοτε κανένας εκβρασμός φάλαινας. Άλλες απειλές περιλαμβάνουν την αλιεία και τα πλαστικά, τα οποία οι φάλαινες μπερδεύουν με καλαμάρια λόγω της παρόμοιας ακουστικής υπογραφής τους.
Η προστασία των ραμφοφαλαινών είναι σημαντική από μόνη της. Ωστόσο, η προστασία αυτών των φαλαινών έχει και ευρύτερα οφέλη. Ανακυκλώνουν θρεπτικά συστατικά στον ωκεανό – μια διαδικασία γνωστή ως «αντλία φαλαινών». Τρέφονται με καλαμάρια και ψάρια στα βάθη του νερού και στη συνέχεια αφοδεύουν στην επιφάνεια, «μεταφέροντας άνθρακα και θρεπτικά συστατικά από τα βάθη», εξηγεί ο Boisseau. Αυτό τροφοδοτεί το φυτοπλαγκτόν, το οποίο παίζει τεράστιο ρόλο στην απορρόφηση του άνθρακα και την βύθισή του στον ωκεανό. «Αυτό το φαινόμενο της αντλίας φαλαινών μπορεί να είναι ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο για να μας βοηθήσει να αντιμετωπίσουμε την κλιματική κρίση», λέει ο Boisseau. Μια φάλαινα μπορεί να απορροφήσει κατά μέσο όρο 33 τόνους διοξειδίου του άνθρακα κατά τη διάρκεια της ζωής της.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Υπάρχουν πολλά ακόμα να μάθουμε για τη μυστηριώδη ζωή των ραμφοφαλαινών – τις συνήθειες, τις δυσκολίες, τις σχέσεις τους. Ακούγοντας τα βάθη της θάλασσας, οι επιστήμονες είναι πιθανό να βρουν περισσότερες ενδείξεις και περισσότερα στοιχεία για να συνθέσουν το παζλ. «Το να συνθέσουμε [τα στοιχεία] και να λύσουμε αυτό το παζλ είναι κάτι πολύ συναρπαστικό», λέει η Henderson.
Και σε έναν ωκεανό που αλλάζει – που θερμαίνεται και είναι γεμάτος πλαστικά – αυτή η κατανόηση δεν μπορεί να έρθει αρκετά γρήγορα. «Είναι απλά συναρπαστικά πλάσματα», λέει ο Boisseau. «Θέλουμε πραγματικά περισσότεροι άνθρωποι να τα γνωρίζουν και να τα φροντίζουν».

