Ο Μπένου βρίσκεται περίπου 200 εκατομμύρια μίλια από τη Γη και τα δείγματα προσέφεραν, όπως αναφέρουν οι ερευνητές, μόρια που δεν είχαν εντοπιστεί σε δείγμα αστεροειδούς στο παρελθόν: η ριβόζη εντοπίζεται για πρώτη φορά σε δείγμα αστεροειδούς, ενώ παρόμοια σάκχαρα είχαν βρεθεί σε μετεωρίτες νωρίτερα.
Ο καθηγητής Γιοσιχίρο Φουρουκάβα από το Πανεπιστήμιο Τόχουκου, επικεφαλής της μελέτης, δήλωσε ότι “η ανακάλυψη της ριβόζης σημαίνει ότι όλα τα συστατικά για τη σύνθεση του RNA βρίσκονται στα δείγματα του Μπένου”.
Οι επιστήμονες υπενθυμίζουν ότι το RNA έχει προταθεί ως πιθανό πρώτο μόριο που μετέφερε γενετικό κώδικα και κατέστησε δυνατές αυτοκατευθυνόμενες χημικές αντιδράσεις πριν από την εμφάνιση πιο πολύπλοκων μορίων όπως το DNA. Τα δείγματα εξετάστηκαν με φασματομετρία μάζας υψηλής ανάλυσης και χρωματογραφικές τεχνικές σε ελεγχόμενα εργαστηριακά περιβάλλοντα για την αποφυγή επιμόλυνσης, και οι αναλυτές προσδιόρισαν μοριακά ίχνη και ισοτοπικές αναλογίες που υποστηρίζουν εξωγήινη προέλευση των σακχάρων.
Πέρα από τα σάκχαρα, τα εργαστήρια εντόπισαν ένα κολλώδες οργανικό υλικό που οι επιστήμονες περιγράφουν ως «διαστημική τσίχλα», ένα ιξώδες μείγμα που περιέχει άζωτο και οξυγόνο. Η ανάλυση δείχνει ότι το υλικό προέκυψε από θέρμανση του αρχαίου γονικού βράχου του Μπένου και μπορεί να παρέχει στοιχεία για τις χημικές μεταβολές που συνέβησαν στα πρώιμα στάδια του ηλιακού συστήματος.
Ο Σκοτ Σάνφορντ από το NASA Ames Research Center τόνισε ότι αυτή η «διάσταση γαλαξιακή τσίχλα» πιθανόν αντιπροσωπεύει παλαιότερες χημικές μεταμορφώσεις του αστεροειδούς και ότι η σύνθεση της ύλης παρέχει παράθυρο στην νεανική φάση του ηλιακού μας συστήματος. Επιπλέον, οι ερευνητές εντόπισαν έξι φορές μεγαλύτερη ποσότητα σκόνης από υπερκαινοφανείς εκρήξεις σε σχέση με προσδοκίες, στοιχείο που σχετίζεται με τις διαδικασίες σχηματισμού των πρώτων στερεών σωμάτων στο ηλιακό νέφος. Τα εργαστήρια ανέλυσαν επίσης οργανικές αλυσίδες και πολυμερείς ενώσεις εντός της τσίχλας, ενώ ισότοπα αζώτου και άνθρακα μετρήθηκαν για να διαχωριστούν πιθανές πηγές και να συγκριθούν με δείγματα μετεωριτών.
Ο αστεροειδής Μπένου, με ηλικία περίπου 4,6 δισεκατομμυρίων ετών, πλησιάζει τη Γη κάθε έξι χρόνια και θεωρείται σημαντικός φορέας πρωτογενούς ύλης του πρώιμου ηλιακού συστήματος. Η αποστολή OSIRIS-REx επέστρεψε δείγματα στη Γη και οι νέες αναλύσεις ενισχύουν τη θεωρία του «κόσμου RNA», σύμφωνα με την οποία το RNA μπορεί να είχε καθοριστικό ρόλο στην έναρξη της βιοχημείας στη Γη. Τα ευρήματα αναπαριστούν λεπτομέρειες για τη χημική δομή των οργανικών συστατικών και την προέλευσή τους, αλλά οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι παραμένουν ανοιχτά ερωτήματα για τις μετασχηματιστικές διεργασίες και την αλληλεπίδραση με προϋπάρχοντα υλικά.
Η διεθνής ομάδα περιλαμβάνει επιστήμονες από το NASA Ames Research Center, το Πανεπιστήμιο Τόχουκου και άλλους φορείς στις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και την Ευρώπη, και περαιτέρω αναλύσεις επικεντρώνονται στη σύσταση μικρο-μορφολογιών και στα ηλεκτρονικά χαρακτηριστικά των οργανικών ενώσεων. Η ομάδα σημειώνει επίσης ότι υπάρχει πιθανότητα 1 στις 2.700 ο Μπένου να συγκρουστεί με τη Γη το έτος 2182, αριθμός που παραμένει υπό παρακολούθηση από διεθνή δίκτυα παρατήρησης.

