Η οδηγία απευθύνεται σε όσους μελετούν βιβλικά και κλασικά κείμενα και, όπως επισημαίνεται, έχει στόχο να επισημάνει πότε θα συζητηθεί ευαίσθητο ή γραφικό υλικό. Κριτικοί θυμίζουν σκηνές όπως η ιστορία του Κάιν και του Άβελ στη Γένεση και αμφισβητούν την αναφορά σε «σεξουαλική βία» αφού το κείμενο δεν περιγράφει λεπτομέρειες του φόνός.
Οι αντιδράσεις δεν άργησαν να έρθουν: Χριστιανοί και ιστορικοί καταγγέλλουν υπερβολές και παρερμηνείες. Η Αντρέα Γουίλιαμς, διευθύνουσα σύμβουλος του Christian Legal Centre, δήλωσε ότι τέτοιου είδους προειδοποιήσεις σε αφηγήσεις που διαμόρφωσαν τον πολιτισμό μας «δεν είναι μόνο παραπλανητικό, αλλά και γελοίο».
Ο ιστορικός Τζέρεμι Μπλακ τόνισε: «Οι βιβλικές και κλασικές αφηγήσεις πραγματεύονται τη σύγκρουση του καλού και του κακού στο σύμπαν, στην κοινωνία και μέσα στο ίδιο το άτομο. Αυτοί οι αγώνες είναι θεμελιώδεις και οι φοιτητές πρέπει να εκτεθούν στη δύναμη των κειμένων, στον αμείλικτο χαρακτήρα τους και στη βία της πορείας προς τη λύτρωση. Δεν υπάρχει λόγος για προειδοποιήσεις όταν πρόκειται για τη διδασκαλία της ηθικής».
Απέναντι στις επικρίσεις, το Πανεπιστήμιο υπερασπίζεται την πρακτική ως ακαδημαϊκό εργαλείο. «Η προειδοποίηση περιεχομένου αποτελεί τυπικό ακαδημαϊκό εργαλείο που χρησιμοποιείται για να υποδείξει πότε θα συζητηθεί ευαίσθητο ή γραφικό υλικό», αναφέρει η ανακοίνωση, και προσθέτει ότι «Στόχος της είναι να διασφαλίσει ότι τα θέματα αυτά μπορούν να αναλυθούν ανοιχτά και κριτικά, προετοιμάζοντας τους φοιτητές που ενδέχεται να δυσκολευτούν με τέτοιες λεπτομέρειες».