Ο τίτλος είναι ενδεικτικός του περιεχομένου της δουλειάς του, καθώς σε κάθε έργο του ο καλλιτέχνης καλεί τον θεατή από τη μεγάλη εικόνα, το τοπίο σε ένα μικρό αντικείμενο που επιλέγει να τοποθετήσει δίπλα του σε μαυρόασπρο. Δημιουργεί έτσι εννοιολογικά δίπολα και ενεργοποιεί έναν εύγλωττο διάλογο γύρω από τη σχέση του ανθρώπινου αποτυπώματος στο φυσικό περιβάλλον.
«Στα μικρά μαυρόασπρα έργα, μέσω της μονοχρωμίας, η σύλληψη της εγγύτητας, της απομόνωσης, της λήθης, της φθοράς, της διάβρωσης και του υπαινιγμού της ανθρώπινης παρουσίας οδηγούν από τη ζωγραφική στην εννοιολογική υπόσταση του έργου, μεταβάλλοντας την αρχική πρόσληψη των έγχρωμων εικόνων και επαναπροσδιορίζοντας το συνολικό αφήγημα» αναφέρει χαρακτηριστικά ο ίδιος ο καλλιτέχνης.

Ο Μίλτος Σκούρας με φωτογραφική ακρίβεια αποτυπώνει τη φύση με έργα μεγάλων και μικρών διαστάσεων που λειτουργούν και αυτόνομα και ως δίπολα.
Στα μεγάλης κλίμακας πολύχρωμα έργα κυριαρχούν τοπία χιονισμένα, πεδιάδες και καταπράσινες εκτάσεις, φουρτουνιασμένες και ήρεμες θάλασσες, στάχυα που υποκύπτουν λυγίζοντας στον θερινό άνεμο. Εικόνες που συνθέτουν έναν χώρο όπου το τοπίο γίνεται καθρέφτης της επιθυμίας για ενότητα με το περιβάλλον.
Στα μικρότερα ασπρόμαυρα έργα που βρίσκονται δίπλα, καταγράφονται φθαρμένα υλικά κατάλοιπα: σκουριασμένα συρματοπλέγματα, διαβρωμένοι από τη θαλασσινή αλμύρα κάβοι, κάλυκες από σφαίρες και πλαστικά απορρίμματα. Λεπτομέρειες υλικής φύσεως που πιστοποιούν την ανθρώπινη απουσία αλλά και αποτυπώνουν τα υλικά κατάλοιπα τής.

Τα έργα του Μίλτου Σκούρα αναζητούν την ενεργητική ματιά του θεατή, ο οποίος καλείται να περάσει από τη μεγάλη στη μικρή εικόνα· μια εικόνα που όχι μόνο λειτουργεί συμπληρωματικά προς το έγχρωμο τοπίο, αλλά και το ανανοηματοδοτεί. Ανάμεσα στο φως του τοπίου και στα απομεινάρια μιας παλιάς παρουσίας, αποκαλύπτεται μια νέα διάσταση της μνήμης, της απουσίας και της ανεξίτηλης επίδρασης του ανθρώπου πάνω στη φύση.
«Οι έννοιες της ζωής, της βίας και του θανάτου, της φθοράς, του χρόνου και του τόπου, της οικολογίας και της προβληματικής σχέσης του ανθρώπου με τη φύση βρίσκονται στον πυρήνα των έργων της συγκεκριμένης ενότητας. Τα έργα αυτά συνιστούν πρωτότυπες αφηγήσεις πολλαπλών αναγνώσεων, ενώ παράλληλα καταδεικνύουν τη στέρεη καλλιτεχνική παιδεία, τη συνοχή των μορφοπλαστικών αναζητήσεων του δημιουργού τους και την εξέλιξη των προβληματισμών του» παρατηρεί ο ιστορικός της τέχνης, Γιάννης Μπόλης.

Η επιμελήτρια και διευθύντρια του MOMus-Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης, Μαρία Τσαντσάνογλου, επισημαίνει ότι «Ο Μίλτος Σκούρας μετατρέπει τον θεατή σε ερευνητή. Δεν δίνει απαντήσεις, δίνει ενδείξεις προτρέποντας να ξανακοιτάξουμε γιατί αυτό που βλέπουμε ίσως να μην είναι ό,τι φαίνεται. Όπως συμβαίνει με τις σκηνές εγκλήματος, η ηρεμία μπορεί να είναι επιμελώς σκηνοθετημένη».
Επιμέλεια έκθεσης: Γιάννης Μπόλης, Ιστορικός της Τέχνης
Διάρκεια έκθεσης: ως τις 7 Ιουνίου 2025
Ποιος είναι ο Μίλτος Σκούρας
Ο Μίλτος Σκούρας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1955. Αποφοίτησε από την Αρχιτεκτονική Σχολή του Μιλάνου το 1979 και στη συνέχεια παρακολούθησε σημειολογία και επικοινωνία στο Πανεπιστήμιο Sorbonne Nouvelle-Paris 3. Το διάστημα 1974-90 έζησε στο Μιλάνο, το Παρίσι και τη Νέα Υόρκη. Επίσημα ξεκίνησε να ζωγραφίζει το 1983 δημοσιεύοντας την πρώτη του δουλειά στο γαλλικό περιοδικό Métal Hurlant. Αρχικά τα έργα του, τα οποία συνδύαζαν εικόνα και κείμενο και εντάσσονταν στην πρωτοπορία του ευρωπαϊκού Graphic Novel, δημοσιεύονταν σε περιοδικά όπως το αμερικάνικο Heavy Metal, το γαλλικό Métal Hurlant και το ιταλικό Alter. Ταυτόχρονα δημιούργησε έργα για τη μόδα και τη διαφήμιση, για εξώφυλλα βιβλίων, για εξώφυλλα και άρθρα περιοδικών και για αφίσες κινηματογραφικών ταινιών. Έργα του παρουσιάστηκαν σε γνωστά περιοδικά, όπως οι ιταλικές εκδόσεις της Vogue, του Vanity και του Harper’s Bazaar, υποστηρίζοντας διαφημιστικές καμπάνιες οι οποίες διακρίθηκαν με διεθνή βραβεία στις Κάννες και το Μιλάνο. Το 1991 επέστρεψε στην Αθήνα όπου ζει και εργάζεται.
Σταδιακά ο Μίλτος Σκούρας πέρασε από τον αερογράφο και τα ακρυλικά χρώματα σε πιο παραδοσιακές τρόπους – ζωγραφική με λάδια και πινέλο σε καμβά. Εξελίσσει ένα είδος ρεαλισμού όπου το στοιχείο της αφήγησης παραμένει δομική συνισταμένη των συνθέσεών του. Από το 2010 αναπτύσσει μια πλούσια θεματολογία ασπρόμαυρων και έγχρωμών έργων με κεντρικό άξονα την ανθρώπινη ύπαρξη. Ιδιαίτερο χώρο στη ζωγραφική του κατέχει η ενότητα των τοπίων.
Έχει παρουσιάσει τη δουλειά του σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις, σε μουσεία και σε γκαλερί της Ελλάδας και του εξωτερικού. Έργα του βρίσκονται σε συλλογές μουσείων και σε ιδιωτικές συλλογές.