Η εταιρεία τροφίμων κατηγορήθηκε για «δύο μέτρα και δύο σταθμά» μετά τα ευρήματα ερευνητών, σε μια περίοδο όπου τα ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας αυξάνονται στην ήπειρο, γεγονός που εντείνει τις εκκλήσεις προς τη Nestlé να αφαιρέσει όλη την πρόσθετη ζάχαρη από τα βρεφικά προϊόντα της.
Η Nestlé χαρακτήρισε την έρευνα της Public Eye – μιας ελβετικής οργάνωσης που αυτοπροσδιορίζεται ως «οργάνωση παγκόσμιας δικαιοσύνης» – «παραπλανητική». Εκπρόσωπος της εταιρείας είπε ότι η επαρκής γλύκανση των δημητριακών είναι απαραίτητη ώστε να γίνονται εύγευστα για τα βρέφη, συμβάλλοντας έτσι στην αντιμετώπιση του υποσιτισμού. Η εταιρεία υποστήριξε ότι οι συνταγές της συνάδουν με τα όρια που θέτουν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές στις εν λόγω χώρες.
Οι ερευνητές της Public Eye συνεργάστηκαν με ακτιβιστές σε περισσότερες από 20 αφρικανικές χώρες για να αγοράσουν 94 δείγματα προϊόντων Cerelac για βρέφη ηλικίας έξι μηνών και άνω, τα οποία στάλθηκαν σε εργαστήριο για ανάλυση όπως αναφέρει ο Guardian.
Το εργαστήριο εντόπισε πρόσθετη ζάχαρη σε πάνω από 90% των προϊόντων, με μέσο όρο 6 γραμμάρια – δηλαδή περίπου μιάμιση κουταλιά του γλυκού – ανά μερίδα.
Οι περισσότεροι από τους κωδικούς χωρίς πρόσθετη ζάχαρη ήταν εισαγόμενοι και προορίζονταν αρχικά για πώληση στην Ευρώπη, εκτός από δύο νεότερες εκδοχές που κυκλοφόρησαν πρόσφατα στη Νότια Αφρική.
Η ποσότητα ζάχαρης κυμαινόταν από περίπου 5 γραμμάρια ανά μερίδα (προϊόντα στην Αίγυπτο, τη Μαδαγασκάρη, τη Νότια Αφρική, το Μαλάουι και τη Νιγηρία) έως 7,5 γραμμάρια σε προϊόν που πωλείται στην Κένυα.
Οι κατευθυντήριες οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) για τρόφιμα παιδιών κάτω των τριών ετών συστήνουν να μην περιέχονται «πρόσθετα σάκχαρα ή γλυκαντικές ουσίες», εν μέρει λόγω του κινδύνου δημιουργίας μακροχρόνιας προτίμησης σε γλυκές τροφές.
Έρευνα της Public Eye τον Απρίλιο του 2024 είχε δείξει ότι η Nestlé πρόσθετε ζάχαρη και μέλι σε βρεφικά γάλατα και δημητριακά που πωλούνταν σε Ασία, Αφρική και Λατινική Αμερική, ενώ αντίστοιχα προϊόντα σε πλουσιότερες χώρες δεν περιείχαν πρόσθετη ζάχαρη.
Σε επιστολή προς τον διευθύνοντα σύμβουλο της Nestlé, Philipp Navratil, 12 αφρικανικές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και ενώσεις καταναλωτών ανέφεραν: «Ξέρετε να κάνετε τα πράγματα διαφορετικά. Αλλά πήρατε την εκούσια απόφαση να ταΐζετε τα παιδιά στην Αφρική με λιγότερο υγιεινές επιλογές».
Μετά την έρευνα του 2024, η Nestlé είχε ανακοινώσει ότι φιλοδοξεί να διαθέσει εκδοχές του Cerelac χωρίς πρόσθετη ζάχαρη σε όλες τις αγορές. Ωστόσο, οι ακτιβιστές χαρακτήρισαν την κίνηση «ανεπαρκή και καθυστερημένη» και κάλεσαν την εταιρεία να σταματήσει εντελώς την προσθήκη ζάχαρης στα βρεφικά τρόφιμα.
«Προσθέτοντας ζάχαρη στις βρεφικές κρέμες, η Nestlé θέτει την υγεία των αφρικανών μωρών σε κίνδυνο για το κέρδος», τόνισαν, κατηγορώντας την εταιρεία ότι συμβάλλει σε «μια προδιαγεγραμμένη καταστροφή δημόσιας υγείας», καθώς οι μη μεταδοτικές ασθένειες που σχετίζονται με τη διατροφή εξαπλώνονται στην ήπειρο.
Η Πέγκυ Ντίμπι, επικεφαλής εταιρικών υποθέσεων της Nestlé Nutrition, είπε: «Αυτοί οι ισχυρισμοί είναι αβάσιμοι και υπαινίσσονται πρακτικές που αντιβαίνουν στις αξίες μας. Διαφωνούμε με την έκθεση της Public Eye. Είναι παραπλανητική. Δεν έχουμε δύο μέτρα και δύο σταθμά στην παιδική διατροφή».
Μέσα στον τελευταίο χρόνο, η Nestlé έχει λανσάρει 14 προϊόντα Cerelac χωρίς πρόσθετη ζάχαρη στην Ινδία, και η Ντίμπι ανέφερε ότι επιταχύνεται η διάθεση αντίστοιχων προϊόντων και στις αφρικανικές χώρες.
Η ίδια είπε ότι η Public Eye αρνήθηκε να κοινοποιήσει λεπτομέρειες των εργαστηριακών αναλύσεων και αμφισβήτησε τα επίπεδα ζάχαρης που εντοπίστηκαν, υποστηρίζοντας ότι περιελάμβαναν φυσικά σάκχαρα από γάλα, δημητριακά και φρούτα. Τόνισε ότι τα επίπεδα στα προϊόντα Nestlé είναι «πολύ κάτω» από τα όρια που ορίζουν τα διεθνή πρότυπα του ΠΟΥ και του FAO (Codex Alimentarius).
«Η μεγαλύτερη πρόκληση στην Αφρική δεν είναι η παχυσαρκία, αλλά ο υποσιτισμός», είπε, επισημαίνοντας ως κρίσιμο ζήτημα την ανεπάρκεια σιδήρου. «Βρισκόμαστε εδώ για να προσφέρουμε λύσεις προσαρμοσμένες στην ηλικία, που συμβάλλουν στην αντιμετώπιση του υποσιτισμού».
Η Δρ Sara Colombo Mottaz, επικεφαλής ιατρικών, ρυθμιστικών και επιστημονικών θεμάτων στη Nestlé Nutrition, είπε ότι τα εμπλουτισμένα δημητριακά παίζουν βασικό ρόλο στην παροχή απαραίτητων μικροθρεπτικών συστατικών. Πρόσθεσε ότι η εταιρεία διαθέτει εσωτερικές «δικλείδες» για να διατηρούνται τα πρόσθετα σάκχαρα κάτω από ορισμένα όρια.
Σημείωσε επίσης ότι τα βρέφη, τόσο στη μήτρα όσο και μέσω του μητρικού θηλασμού, είναι εξοικειωμένα με τις γλυκές γεύσεις, και είναι σημαντικό να τους προσφέρονται τρόφιμα με γεύσεις που θα αποδεχθούν καθώς μεταβαίνουν στις στερεές τροφές.
«Θέλουμε να παρέχουμε στους γονείς μια σειρά προϊόντων που τηρούν τις δικλείδες μας», είπε. «Να θυμάστε ότι τα παιδιά έξι μηνών… μπορεί να αρνηθούν να φάνε, και αν το κάνουν, δεν θα μπορέσουν να αναπτυχθούν σωστά».

