Αν κάτι μας εντυπωσίασε στο ισραηλινό χτύπημα κατά του Ιράν ήταν η ομοιότητα της μεθοδολογίας με το ουκρανικό (σωστότερα βρετανο-νατοϊκό) πλήγμα κατά των βαρέων βομβαρδιστικών της Ρωσίας στο Ιρκούτσκ. Και στη μία και στην άλλη περίπτωση έδρασαν ομάδες κομάντος βαθιά στο έδαφος του εχθρού – Ουκρανοί πράκτορες στη μία περίπτωση, που κατόρθωσαν να διαφύγουν έγκαιρα, και ειδικές αποστολές της Μοσάντ στην άλλη.
Σε αμφότερες τις περιπτώσεις προκλήθηκε σοκ και δέος, ενώ ο κεντρικός ρόλος της Αμερικής του «ειρηνοποιού» Τραμπ δεν μπόρεσε να κρυφτεί. Το χτύπημα στη Ρωσία συνέβη όταν ο Τραμπ απελπίστηκε από την αδιαλλαξία του Πούτιν και υπονόησε ότι τον κοροϊδεύει ή ζητάει πάρα πολλά. Οσο για τη σφαλιάρα στο Ιράν -που απέδειξε την πλήρη αδυναμία του και καλείται να δώσει γη και (πυρηνικό) ύδωρ, για μην πάθει τα χειρότερα-, ήρθε όταν «σκάλωσαν» οι διαπραγματεύσεις με τους Αμερικανούς στο Ομάν, επειδή οι Ιρανοί ήθελαν τουλάχιστον να χρησιμοποιούν για ειρηνικούς σκοπούς την πυρηνική ενέργεια, έστω υπό διεθνή εποπτεία. Ούτε, όμως, αυτό τους επιτρέπεται.
«Τώρα που πήρατε το μάθημά σας, ελάτε να καθίσουμε στο τραπέζι», ήταν το νόημα του μηνύματος Τραμπ προς την Τεχεράνη μετά το ισραηλινό χτύπημα – που ακούστηκε ως τη Μόσχα.
Μετά την ταπεινωτική ήττα στη Συρία, ο Πούτιν δεν αντέχει να χάσει και το Ιράν, έναν ακρογωνιαίο λίθο της ρωσικής γεωστρατηγικής αποτροπής. Μόσχα και Τεχεράνη συνεργάζονται στενά σε ενεργειακό και στρατιωτικό επίπεδο, ενώ στο βάθος υπάρχει και η κινεζική ψηφίδα, για να συμπληρώσει το παζλ των αντιπάλων της Δύσης στον Παγκόσμιο Πόλεμο που λέγαμε. Η διαδικασία εξοικείωσης των ευρωπαϊκών λαών με αυτό που επίκειται βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο.