Ενα από τα κυρίαρχα γνωρίσματα του τελευταίου σταδίου που διέρχεται η εθνική τραγωδία δεν είναι απλώς η στυγνή κομματική της εκμετάλλευση, αλλά η αποδοχή την οποία απολαμβάνει η εκμετάλλευση αυτή. Σημαντικό μέρος του πολιτικού συστήματος που στέκεται απέναντι από την κυβέρνηση τη θεωρεί φυσιολογική και, άρα, αποδεκτή. Και το αντίστροφο: την αποδέχεται, διότι έτσι εκφράζει αντικυβερνητικό λόγο.
Στην αρχή ήταν η φάση της απόλυτης οργής, του ανεκβίαστου συναισθήματος, του μαζικού θυμού. Σκοτώθηκαν 57 άνθρωποι, στην πλειονότητά της τους νέα κορίτσια και αγόρια, παιδιά. Και σκοτώθηκαν σε ένα δυστύχημα που είχε μέσα του σχεδόν ολόκληρη την κακή Ελλάδα.
Το ρουσφέτι και την επαγγελματική επίπλευση των καφενόβιων με τις «άκρες» στο πολιτικό σύστημα, την κακή οργάνωση των υπηρεσιών και πολλά άλλα. Μετά ήρθε η σειρά του ξυλολίου, των κρυφών επιβατών, του λαθρεμπορίου υλικών για νόθευση καυσίμων ή αλκοολούχων ποτών που έκαναν οι «κολλητοί» της κυβέρνησης. Οταν κατέρρευσαν όλα αυτά, ήρθε η σειρά του αιτήματος της εκταφής. Και αυτή η φάση έδωσε δικαίωμα για επιπλέον λαθεμένους κυβερνητικούς χειρισμούς.
Υπάρχει και κάτι ακόμα. Οποιος κάνει αρνητική κριτική στη Μαρία Καρυστιανού, καθώς, πλέον, έχει διεκδικήσει και έχει λάβει τη δική της θέση στον δημόσιο αντιπαραθετικό λόγο, αντιμετωπίζει έναν μεγάλο κίνδυνο: να χαρακτηριστεί και να διαπομπευθεί ως μέγας ανήθικος και χυδαία απάνθρωπος. Το ίδιο ισχύει και για όσους εκφράζουν αντιρρήσεις στην τακτική που υιοθετεί και ο Πάνος Ρούτσι, ο οποίος άγεται και φέρεται, ανοιχτά πλέον, από τις επιδιώξεις της δικηγόρου του και προέδρου της Πλεύσης Ελευθερίας, Ζωής Κωνσταντοπούλου.
Η τελευταία, πλέον, δεν διατηρεί ούτε το παραμικρό πρόσχημα έναντι του τραγικού πατέρα, ιδίως αφότου οι γέφυρες με τη Μ. Καρυστιανού κατέρρευσαν. Η τελευταία εξελίσσεται σε υποκείμενο πολιτικών αναλύσεων και δημοσκοπικών ερευνών. Μοιραία έχει τοποθετηθεί στο κάδρο των εξελίξεων και από τα κομματικά επιτελεία εξετάζονται οι πιθανές παρενέργειες που θα προκληθούν. Μετά και τις τελευταίες της δηλώσεις στην εφημερίδα «Καθημερινή», θεωρείται βέβαιη η εμπλοκή της, αν και όχι υπό την ιδιότητα ιδρυτικού στελέχους κάποιου κομματικού σχηματισμού, αλλά ως συμμετέχουσα σε κάτι που «δεν θα ξεκινούσε η ίδια», σύμφωνα με τα λεγόμενά της.
Το επίσης βέβαιο είναι ότι κάτι τέτοιο θα δημιουργήσει αναταράξεις στο πολιτικό σκηνικό, ιδίως στα κόμματα τόσο από την Αριστερά όσο και δεξιότερα της Ν.Δ., τα οποία έχουν επενδύσει στον λεγόμενο «αντισυστημισμό». Με βάση όλα αυτά τα τελευταία δεδομένα, αναμένεται να παρατηρηθούν και ορισμένες προσεγγίσεις στελεχών στην προσπάθειά τους να αποφύγουν πιθανά σύννεφα που θα αντιμετωπίσει το πολιτικό (βουλευτικό) μέλλον.
Ολα τα παραπάνω είναι μία εκδοχή της σημερινής πραγματικότητας. Επί του παρόντος διδάσκει το πάγιο μάθημα: να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας…