Στο μεσοδιάστημα έγιναν σκληρές μάχες, κατέφθασαν ενισχύσεις για τον ΕΛΑΣ από την Πελοπόννησο, εμφανίστηκαν οι «γενειοφόροι δήμιοι του βουνού», και οι Βρετανοί παρενέβησαν υποστηρίζοντας σημαντικά τους Χωροφύλακες. Ο ρόλος του Θρασύβουλου Τσακαλώτου καταγράφεται ως καθοριστικός στην οργάνωση της άμυνας της πόλης. Κατά τον Γεώργιο Σαμουήλ, καταγράφονται και μαρτυρίες για τρόπο λειτουργίας των βρετανικών δυνάμεων που περιλάμβαναν πυρά από θέσεις όπου οι στρατιώτες επιχειρούσαν να καλύπτονται πίσω από τα μάρμαρα του Παρθενώνα. Οι μάχες εκτυλίχθηκαν επίσης σε στενούς αστικούς χώρους, με σημειακές εκρήξεις, φυλάκια και ρήγματα στον περίβολο του στρατοπέδου.
Στις νυχτερινές ώρες της 6ης προς 7η Δεκεμβρίου 1944 οι Ελασίτες περισυνέλεξαν νεκρούς και τραυματίες, με τραυματίες που μεταφέρθηκαν σε κλινικές του Νέου Κόσμου, της Καλλιθέας, του Κουκακίου και άλλων περιοχών. Τη νύχτα της 6ης προς 7ης ακούγονταν σποραδικοί πυροβολισμοί και από νωρίς το πρωί της 7/12 άρχισε νέα επίθεση του ΕΛΑΣ, με πυρά πυροβολικού και όλμων που εκτοξεύονταν από το μνημείο Φιλοπάππου. Οι αντάρτες πλησίασαν στα 6-8 μέτρα από τον περίβολο. Στις 11 το βράδυ της 7/12 οι Ελασίτες γκρέμισαν με δυναμίτιδα τον μαντρότοιχο στη νότια πλευρά του στρατώνα, φωνάζοντας «Θάνατος στους φασίστες της χωροφυλακής» και «Απάνω τους και τους φάγαμε». Η φρουρά απάντησε με αυτόματα, όλμους και χειροβομβίδες. Ο Μοίραρχος Κ. Κρέτσας έφτασε έρποντας μπροστά στο άνοιγμα με δύο χειροβομβίδες και κατέγραψε ότι για δύο μέρες οι άνδρες παρέμειναν άγρυπνοι και νηστικοί. Παρά την παραίνεση των καθοδηγητών, οι Ελασίτες διστακτικοί δεν εισέβαλαν από το ρήγμα αναμένοντας κάποιον «Μπάτη» που δεν εμφανίστηκε.
Η 8η Δεκεμβρίου 1944 σημαδεύτηκε από νέες σφοδρές επιθέσεις. Οι Ελασίτες σφυροκοπούσαν το στρατόπεδο από τον Αρδηττό και από το εργοστάσιο «Φιξ», προκαλώντας σοβαρές ζημιές στο 3ο φυλάκιο και την σταδιακή κατάρρευση της ταράτσας του Διοικητηρίου, ενώ βλήματα διέσχιζαν παράθυρα με τραυματισμούς χωροφυλάκων. Νέες δυνάμεις του ΕΛΑΣ συγκεντρώθηκαν στην περιοχή του Ιλισού και στο Κουκάκι. Ξαφνικά ο Βρετανός Διοικητής του Τομέα ζήτησε μέσω του Μοιράρχου Καρπούζη 100 Χωροφύλακες με ανάλογο αριθμό αξιωματικών να μεταφερθούν στα Παλαιά Ανάκτορα, τη σημερινή Βουλή. Ο Γεώργιος Σαμουήλ αναφέρει πως, παρά το ότι ο σχηματισμός είχε ήδη 100 νεκρούς και τραυματίες, υπήρξε η εκτέλεση της διαταγής και η αποστολή των ανδρών. Γύρω στις 4 το απόγευμα ο Μοίραρχος Π. Μαλτέζος επιχείρησε ανακατάληψη του 4ου φυλακίου στη διασταύρωση Διονυσίου Αρεοπαγίτου και Μητσαίων, αιχμαλωτίζοντας πολλούς Ελασίτες και κατασχόντας 70 όπλα, 10 οπλοπολυβόλα, ποσότητα βενζίνης και δυναμίτιδας που προορίζονταν για ανατίναξη. Αργότερα, οι Ελασίτες δοκίμασαν να κατοπτεύσουν το 3ο φυλάκιο με έναν ανήλικο και μια γυναίκα περίπου 40 ετών, και λίγο μετά ένας σκοπός πυροβόλησε και σκότωσε έναν Λοχαγό του ΕΛΑΣ που μετέφερε νάρκη. Το περιστατικό αυτό απέτρεψε την ανατίναξη όπου βρισκόταν το 3ο φυλάκιο.