Ερωτώμενος ευθέως σε συνέντευξη στο δεύτερο κανάλι της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ZDF, ο κ. Μερτς απέφυγε να δώσει ξεκάθαρη απάντηση και περιορίστηκε να δηλώσει ότι η «Συμμαχία των Προθύμων» περιλαμβάνει και κράτη εκτός Ευρώπης, όπως τον Καναδά και την Αυστραλία, ενώ, σχολιάζοντας το γεγονός ότι η Ρωσία απορρίπτει την προοπτική ανάπτυξης ξένων στρατευμάτων στην Ουκρανία, ανέφερε: «Ο (Βλαντίμιρ) Πούτιν έχει πει όχι σε πολλά πράγματα.
Τελικά θα πρέπει όμως να πει ναι, όταν θα πρόκειται για τον τερματισμό αυτού του πολέμου. Αυτό που συζητάμε αυτή τη στιγμή είναι η περίοδος μετά το τέλος του πολέμου και τότε η Ουκρανία θα χρειαστεί προστασία», τόνισε ο καγκελάριος και πρόσθεσε ότι οι δυνάμεις που συζητούνται αποτελούν μία από τις πολλές δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί από διάφορα κράτη σε περίπτωση κατάπαυσης του πυρός. Στο ίδιο πνεύμα τοποθετήθηκε και ο αντικαγκελάριος Λαρς Κλινγκμπάιλ.
Το κοινό ανακοινωθέν μετά τη σύνοδο του Βερολίνου έχουν υπογράψει οι ηγέτες της Γαλλίας, της Βρετανίας, της Πολωνίας, της Ιταλίας, της Δανίας, της Φινλανδίας, της Ολλανδίας, της Νορβηγίας και της Σουηδίας, αλλά και ο πρόεδρος του Συμβουλίου της ΕΕ Αντόνιο Κόστα και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Η λίστα των υπογραφόντων υπογραμμίζει την ευρωπαϊκή διάσταση των συζητήσεων και την πρόθεση πολλών κρατών να δεσμευτούν για μέτρα σε περίπτωση κατάπαυσης του πυρός· ταυτόχρονα θέτει στο επίκεντρο τη διεθνή παράμετρο του σχεδιασμού. Αναφερόμενος στο ίδιο θέμα σε συνέντευξή του στην Neue Osnabrücker Zeitung, ο κ. Κλινγκμπάιλ ζήτησε «να μη βάζουμε το κάρο μπροστά από το άλογο, αλλά να κάνουμε τη συζήτηση όταν θα είναι πραγματικά απαραίτητο» και επισήμανε ότι «ένα είναι σαφές, η Γερμανία, ο μεγαλύτερος υποστηρικτής της Ουκρανίας, θα ανταποκρίνεται πάντα στις ευθύνες της».
Ο υπουργός Άμυνας Μπόρις Πιστόριους εμφανίστηκε επιφυλακτικός, επισημαίνοντας ότι η προσφορά των Ευρωπαίων είναι μια «αναγνώριση της κοινής ευθύνης», αλλά ότι «θα δούμε τι ακριβώς συνεπάγεται αυτό, όταν ο Βλαντίμιρ Πούτιν δει πού οδεύουν τα πράγματα».
Σημείωσε ότι κάθε συζήτηση για την ανάπτυξη δυνάμεων θα πρέπει να περιλαμβάνει αξιολόγηση των επιχειρησιακών απαιτήσεων, των νομικών πλαισίων και των κινδύνων για το προσωπικό, καθώς και σαφή κανόνες εμπλοκής. Στο γερμανικό πολιτικό πεδίο η συζήτηση για ενδεχόμενη συμμετοχή προκαλεί αντιπαραθέσεις μεταξύ όσων τάσσονται υπέρ ενεργότερης διαμόρφωσης ασφάλειας στην Ευρώπη και εκείνων που υπενθυμίζουν περιορισμούς της συνταγματικής νομοθεσίας για μεταστάθμευση και αποστολές στο εξωτερικό.
Στην ανάλυση των αξιωματούχων παραμένει καθοριστικός ο ρόλος της αντίδρασης του Κρεμλίνου, ενώ οι επόμενες κινήσεις θα εξαρτηθούν από την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων, τις εγγυήσεις ασφάλειας που θα προσφερθούν στην Ουκρανία και την ικανότητα των ευρωπαϊκών κρατών να συντονίσουν πολιτικά και στρατιωτικά την όποια αποστολή. Στο πλαίσιο των συνομιλιών εξετάζονται επίσης παράμετροι όπως η διάρκεια της αποστολής, ο αριθμός του προσωπικού, οι τοποθεσίες στη δυτική Ουκρανία και ο συντονισμός με τις εγγυήσεις των ΗΠΑ.

