Η πρόσφατη εφαρμογή πρωτοποριακής γονιδιακής θεραπείας στον Oliver φαίνεται να αντιστρέφει συμπτώματα και να βελτιώνει λειτουργίες που μέχρι τώρα θεωρούνταν μη αναστρέψιμες.
Η γονιδιακή θεραπεία που χρησιμοποιήθηκε στοχεύει στην αποκατάσταση της ελλειμματικής ενζυμικής λειτουργίας που ευθύνεται για τη συσσώρευση βλαπτικών ουσιών στο οργανισμό.
Σε γενικές γραμμές, τέτοιες παρεμβάσεις εισάγουν λειτουργικά αντίγραφα του γονιδίου ή τροποποιούν την έκφρασή του, με στόχο να σταματήσει η προοδευτική φθορά των ιστών. Στην περίπτωση του Oliver, οι θεράποντες ιατροί κατέγραψαν σημαντική κλινική βελτίωση σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Το περιστατικό έχει σημαντικό ερευνητικό και κλινικό ενδιαφέρον: πρόκειται για ένα παράδειγμα του πώς η γονιδιακή ιατρική μπορεί να μετασχηματίσει τη θεραπευτική προσέγγιση σε σπάνιες γενετικές νόσους. Ωστόσο, ειδικοί επισημαίνουν την ανάγκη για μακροχρόνια παρακολούθηση και ευρύτερες κλινικές δοκιμές προτού η μέθοδος γίνει ευρέως διαθέσιμη.
Η περίπτωση του Oliver δίνει ελπίδα αλλά και βάρος ευθύνης στην επιστημονική κοινότητα για την ασφαλή και ηθική εφαρμογή τέτοιων θεραπειών.

