Στο προεκλογικό πρόγραμμα της Ν.Δ., το 2019, υπήρχε η δέσμευση της μείωσης του ΕΝΦΙΑ κατά 30% εντός διετίας για όλους τους ιδιοκτήτες. Η υπόσχεση υλοποιήθηκε και με το παραπάνω, αφού σήμερα η μεσοσταθμική πραγματική μείωση για τα φυσικά πρόσωπα έφθασε στο 34%, ενώ με το μέτρο της περαιτέρω μείωσης του φόρου για όσα ακίνητα ασφαλιστούν έναντι φυσικών καταστροφών το ποσοστό της έκπτωσης φθάνει στο 50%. Και τώρα έρχεται η σταδιακή κατάργηση, εντός διετίας, του ΕΝΦΙΑ σε 12.720 οικισμούς με πληθυσμό έως 1.500 κατοίκους σε όλη την Ελλάδα! Δηλαδή, όσοι έχουν πρώτη κατοικία στα χωριά θα πληρώνουν από του χρόνου 50% λιγότερο φόρο και το 2027 καθόλου!
Είναι γεγονός πως η ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα, διαχρονικά, σήκωνε το βάρος μακροχρόνιων φορολογικών στρεβλώσεων, και ακόμα κουβαλάει αρκετό. Ομως, οι οριζόντιες αποφάσεις ούτε δίκαιες είναι ούτε αποτελεσματικές. Χρειάζεται σοβαρή μελέτη στα επιμέρους χαρακτηριστικά της ιδιοκτησίας, της κατοχής και της χρήσης, έτσι ώστε να μην επιβαρύνονται υπέρμετρα και ανισομερώς συνεχώς οι ίδιοι. Αυτήν την προσεκτική πολιτική ακολουθεί η κυβέρνηση.
Διότι προφανώς πρέπει να προστατευτεί το νοικοκυριό που έχει ένα σπίτι-κύρια κατοικία, αλλά την ίδια στιγμή πρέπει να προστατευτεί και ο ενοικιαστής που δεν έχει κανένα. Αλλες παρεμβάσεις χρειάζονται για όσους ζουν σε ακριτικές περιοχές και άλλες για όσους ζουν στα αστικά κέντρα, αφού ούτε η αξία της περιουσίας, αλλά ούτε και οι συνθήκες ζωής είναι ίδιες. Παρομοίως, δεν μπορεί να αντιμετωπίζονται το ίδιο όσοι επενδύουν επαγγελματικά σε μεγάλο αριθμό ακινήτων με όσους εκμισθώνουν ένα. Από την εξίσωση δεν μπορεί να αφαιρεθεί η οικοδομική δραστηριότητα, αφού κανείς δεν θα ήθελε να δει ξανά να παγώνει η αγορά ακινήτων. Η προστασία της πρώτης κατοικίας και η στεγαστική κρίση αποτελούν δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, που μπορεί να μην έχουν την ίδια αξία, όμως, στο τέλος, έχουν κοινό παρονομαστή: τον άνθρωπο, όχι τα ντουβάρια.