Από το τηλεφώνημα του Γιώργου Παπανδρέου και την απάντηση «τίποτα» μέχρι το τηλεφώνημα του Αλέξη Τσίπρα και τη σιωπή που ακολούθησε, όλα έχουν τη σημασία τους. Υπάρχει όμως κάτι που ίσως έχει τη μεγαλύτερη σημασία από όλα: Ο χρόνος και ο τόπος που βρέθηκε η πρώην καγκελάριος της Γερμανίας.
Ο τόπος: Σε απόσταση αναπνοής από το Σύνταγμα, εκεί όπου οι Αγανακτισμένοι έστηναν κρεμάλες, κράδαιναν πανό με «go back, κυρία Μέρκελ» και ζητούσαν να φύγουν οι επίδοξοι κατακτητές της χώρας. Ο χρόνος: Δέκα χρόνια μετά το περίφημο δημοψήφισμα, το κλείσιμο των τραπεζών και την απαρχή μιας τεράστιας εθνικής περιπέτειας. Γιατί έχουν σημασία; Διότι δεν άνοιξε ρουθούνι, κυριολεκτικά και πολιτικά.
Η Ελλάδα του 2025 δεν έχει καμία σχέση με την Ελλάδα του 2015. Οι πολίτες δεν νιώθουν πια την ανασφάλεια και την απελπισία εκείνου του καιρού. Δεν αγωνιούν για το αν θα βάλει λουκέτο η επιχείρηση που εργάζονται ή αν θα πρέπει να στηθούν σε κάποια τράπεζα για να σηκώσουν 50 ευρώ. Δεν βομβαρδίζονται με ειδήσεις για μέσα ή έξω από το ευρώ, δεν ανησυχούν αν η σύνταξη θα μπει στην ώρα της.
Προφανώς δεν λύθηκαν όλα τα προβλήματα, δεν ζούμε στον Παράδεισο. Και παθογένειες έχουμε ακόμα και πισωγυρίσματα και η ακρίβεια εξακολουθεί να ροκανίζει τα εισοδήματα. Αλλά όχι απλά αντέξαμε, όπως είπε με θαυμασμό η Ανγκελα Μέρκελ, αναρωτώμενη αν οι Γερμανοί πολίτες θα άντεχαν, αλλά προχωρήσαμε μπροστά, προοδεύσαμε. Διεκδικούμε μία νέα κανονικότητα, που ούτε εύκολη είναι ούτε δεδομένη. Αλλά, για σκεφτείτε ότι ο καγκελάριος Μερτς δίνει εύσημα στην ελληνική οικονομία και οι Γερμανοί υπουργοί αποθεώνουν την ψηφιοποίηση του ελληνικού κράτους.
Η σημερινή κυβέρνηση γνωρίζει πως ο κίνδυνος και η ευκαιρία είναι δύο όψεις από το ίδιο νόμισμα και επιλέγει τη δεύτερη. Οσο για την αντοχή των πολιτών, η Ευρώπη πλέον κατάλαβε πως ο ελληνικός λαός δεν τα κατάφερε παρά το ταμπεραμέντο του. Τα κατάφερε λόγω του ταμπεραμέντου του.