Στην εποχή μας οι έννοιες άλλαξαν και από τη συναισθηματική δύναμη της τέχνης του θεάτρου, από την παιδευτική διάσταση της τέχνης γενικότερα σε οποιαδήποτε έκφρασή της, έχουν μετατραπεί, με συνεχή επεισόδια, σε πεδίο μάχης και ανταγωνισμού για τη δημοσιότητα με κομματικές και πολιτικές σημαίες και ταυτότητες.
Η περίπτωση Βασίλη Μπισμπίκη είναι το κορυφαίο παράδειγμα για την κατάπτωση της έννοιας «ηθοποιός, καλλιτέχνης και όχι μόνο για τη βάρβαρη, εν γένει συμπεριφορά του, αλλά κυρίως για την τεχνητή υπεροψία των δηλώσεών του σε όλες τις περιπτώσεις που ο ίδιος, άκομψα, έρχεται στην επικαιρότητα. Λες και τα τελευταία χρόνια, ακόμη και για καλούς ηθοποιούς, σκηνοθέτες -όπως κρίνεται από τους ειδικούς ο ίδιος ότι είναι- υπερτερεί η προσωπική του ιδεολογία και, μάλιστα, όχι η κλασική της αριστεροφροσύνης, αλλά η επέκτασή της στον αναρχισμό ως τρόπο σκέψης, ανεξαρτήτως του τρόπου ζωής που, σε καμία περίπτωση, δεν συνάδει με τις βασικές αρχές αυτής της ιδεολογίας του.
Θυμάμαι τον αυθεντικό εκφραστή της επιτυχίας και της καταναλωτικής δημοσιότητας, τον Πέτρο Φιλιππίδη -πριν από τον «λιθοβολισμό» του, ακόμη και όταν ήταν στο απόγειο της, και οικονομικής, δόξας του να δηλώνει σε συνεντεύξεις του αναρχικός. Οπως και ο μερακλής της νύχτας και της οδηγικής αναίδειας συνάδελφός του που, από την αίγλη μιας τηλεοπτικής σειράς και της συμβίωσης με εξαιρετικά δημοφιλές αστέρι, έχασε κάθε σέβας στην ίδια του την καριέρα, την εικόνα, με συμπεριφορά θορυβώδους κάγκουρα που κρύβεται μόλις δει τη γαλάζια λάμψη του περιπολικού και την κοπανάει από τις ευθύνες του μυξοκλαίγοντας, αλλά εξακολουθεί να δηλώνει αναρχικός.
Αν επανέρχομαι στο θέμα Μπισμπίκη το κάνω επειδή οφείλω να οδηγήσω σε συμπεράσματα τους αναγνώστες, ώστε να μην αισθάνονται «μειοψηφία» λογικών «κυρ- Παντελήδων», αλλά να έχουν τη βεβαιότητα πως η βεβήλωση αξιών, συνηθειών, κανόνων, με τις κραυγές λόγω επικαιρότητας και συμμετοχής σε αυτές των τηλεοπτικών δεικτών τηλεθέασης, προέρχεται από μικρή, κοινή ομάδα των ομοίων της «τέχνης» και του πολιτισμού όπως τον κατάντησαν.
Η παρουσία του «υπόδικου», για εγκατάλειψη, φθορές, και λοιπές παραβάσεις του ΚΟΚ, ηθοποιού στο Σύνταγμα, στο πλευρό του απεργού πατέρα περισσότερο περίγελως έγινε όταν η μάνα-σύζυγος Ρούτσι δήλωσε πως δεν τον είχαν καλέσει ποτέ εκεί για συμπαράσταση -ο Μπισμπίκης το είχε πει αυτό- αλλά ουδείς, εν συνεχεία, ασχολήθηκε με τα «ψιλά» της πραγματικότητας. Οπου, μετά την αποκαθήλωσή του από το μνημείο του ευαίσθητου και τη σχετική κατακραυγή, εμφανίστηκε η άλλη, μεγάλη πρωθιέρεια του επιστημονικού… πολιτισμού, η γνωστή ηγέτης της Ανταρσίας, Δέσποινα Κουτσούμπα, η οποία «ξεκαθάρισε» το τοπίο.
Πως ήταν, τελικά, πρωτοβουλία του… Σωματείου Πολιτισμού της Αττικής -αντιπροσωπευτικό της κατάντιας του πολιτισμού «τους» σε σωματείο- η αποστολή Μπισμπίκη, ως ένδειξη αλληλεγγύης προς τον απεργό και όχι κατόπιν έκκλησης του τραγικού πατέρα. Σύμπτωση. Και η γελοιοποίηση από το ρήμα «ποιώ» προέρχεται!