Απεναντίας. Από την ώρα που έγινε αντιληπτό ότι το πόρισμα Καρώνη δεν επιβεβαίωνε τα περί «συγκάλυψης», «ξυλολίου» και «μπαζώματος», τους τρεις πυλώνες πάνω στους οποίους στηρίχθηκε ολόκληρο το αντικυβερνητικό αφήγημα, ο καθηγητής έγινε βορά, με στόχο, αρχικά, την επιστημονική του αρτιότητα και, δευτερευόντως, την ηθική του υπόσταση. Ηταν σαφές και γενικά αναμενόμενο ότι θα υπήρχε ένα κομμάτι τόσο της πολιτικής σκηνής όσο και της κοινωνικής έκφρασης, κυρίως στα social, που γράφει στα παλαιότερα των υποδημάτων της την επιστημονική τεκμηρίωση.
Αν εξαιρέσει κανείς την κ. Καρυστιανού, που μίλησε περί «ύβρεως» και «φιάσκου», ενώ ανήρτησε και τη φωτογραφία του καθηγητή ώστε να είναι αναγνωρίσιμος από οποιονδήποτε στον δρόμο, ο Παύλος Πολάκης κράτησε τη γνωστή του στάση απέναντι στην επιστημονική προσέγγιση: «Καθηγητής της σχολής των προθύμων. Το καθεστώς Μητσοτάκη παίζει ρέστα!». Αυτά είναι δύο μόνο παραδείγματα. Το μεγάλο συμπέρασμα από όλη αυτή την ιστορία είναι ότι ένας καθηγητής εγνωσμένου κύρους και αρτιότητας που χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης, σεβασμού και αποδοχής στην επιστημονική κοινότητα, στοχοποιήθηκε με τις γνωστές απαράδεκτες μεθόδους, μέσω ύβρεων, ειρωνειών και συντονισμένης ή όχι, απαξίωσης από τα ακαδημαϊκά και ηθικά του χαρακτηριστικά.
Είναι πλέον μονότονο αν όχι ανούσια βαρετό να πούμε για το επικίνδυνο κοινωνικό φαινόμενο που συνιστά αυτή η αντιμετώπιση. Το πιο απλό: ο καθηγητής στοχοποιήθηκε όχι επειδή είπε ψέματα αλλά επειδή δημιούργησε την υποψία σε όσους δεν το επιθυμούσαν ότι το πόρισμά του περιγράφει την αλήθεια. Κάτω από τέτοιες συνθήκες θα ήταν παράλογο να έβγαινε νικήτρια η ψυχραιμία. Ιδίως, μάλιστα, όταν η αλήθεια χαλάει το αφήγημα, αποδεικνύεται ότι η υστερία αναμοχλεύεται και επιχειρείται να λάβει εκ νέου τις αρχικές της διαστάσεις. Κερδίζει η πλήρης αντιστροφή, η τεκμηρίωση μετατρέπεται σε fake news, πολιτικά υποκινούμενο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο ακαδημαϊκός κατηγορήθηκε ότι «παίζει το παιχνίδι της κυβέρνησης». Αλλο που δεν ήθελε ο όχλος, η επιστήμη στο απόσπασμα.