Οσοι είμαστε απέξω βέβαια, το μόνο που δεν βλέπουμε είναι έλεγχο. Είτε μιλάμε για τον ΣΥΡΙΖΑ είτε για το Κίνημα Δημοκρατίας, η μεγάλη εικόνα είναι χαώδης. Χωρίς κοινή ταυτότητα, χωρίς ιδεολογική συνοχή και με παντελή απουσία στρατηγικής, τα απομεινάρια του πάλαι ποτέ κόμματος «της Αριστεράς και της Προόδου» (μαζί με όσα κατευθύνθηκαν στη Νέα Αριστερά και την Πλεύση Ελευθερίας) μοιάζουν με μικρογραφίες του ΣΥΡΙΖΑ που κυβέρνησε τη χώρα. Διότι δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως ακόμα και τότε οι συνιστώσες και οι τάσεις έκαναν κουμάντο ή τουλάχιστον το προσπαθούσαν. Πού μετά να βρεθεί χρόνος και δύναμη για να ασχοληθούν με τα προβλήματα της χώρας, όταν βρίσκονταν μονίμως σε έναν ιδεολογικό εμφύλιο;
Βέβαια, την εποχή που ο ΣΥΡΙΖΑ είχε φθάσει στο 36%, οι διαφωνίες και οι συγκρούσεις καλύπτονταν, αφού, ως γνωστόν, η εξουσία λειτουργεί ως συγκολλητική ουσία. Οταν όμως η δύναμη χαθεί, τότε χάνονται και όλα αυτά που τους ένωναν, επιβεβαιώνοντας πως η εκλογική φτώχεια φέρνει γκρίνια και η γκρίνια διαζύγια.
Εχει λοιπόν πολύ μεγάλο ενδιαφέρον ότι σε όλο αυτό το σκηνικό της διάλυσης, ο Αλέξης Τσίπρας προετοιμάζει την επιστροφή του. Προσπάθησε μάλιστα να παίξει επιθετική άμυνα, χρησιμοποιώντας την επέτειο των 10 ετών από το αλησμόνητο δημοψήφισμα και ζητώντας κάτι που ήξερε ότι δεν μπορούσε να του δοθεί: τα πρακτικά του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών που είχε πραγματοποιηθεί μία ημέρα μετά το δημοψήφισμα. Ηταν δεδομένο ότι η κίνησή του έγινε εκ του ασφαλούς, αφού γνώριζε πως κάτι τέτοιο ούτε προβλέπεται ούτε επιτρέπεται. Οσο για το τι πραγματικά συνέβη εκείνη την περίοδο, το θυμόμαστε όλοι καλά. Θυμόμαστε ότι η χώρα σώθηκε κυριολεκτικά στο παρά πέντε επειδή τότε η αντιπολίτευση έβαλε πλάτη. Με μεγάλο πολιτικό κόστος, αλλά με υψηλή αίσθηση ευθύνης για να μείνει η χώρα στην Ευρώπη.