Με βάση τα επίσημα στοιχεία, το χρέος έχει σταθερά καθοδική πορεία ως ποσοστό του ΑΕΠ, με χαμηλό μέσο κόστος εξυπηρέτησης το οποίο δεν ξεπερνά το 1,33% και ένα τεράστιο ποσό ταμειακών διαθεσίμων που ξεπερνούν τα 40 δισ. ευρώ, τα οποία όμως προέρχονται από δανεισμό και άρα περιλαμβάνονται στο χρέος .
Ακτινογραφία
Ειδικότερα, σύμφωνα με το ΓΛΚ, το χρέος της Κεντρικής Κυβέρνησης, το οποίο εμπεριέχει και ενδοκυβερνητικό χρέους ύψους 38,6 δισ. ευρώ (δηλαδή τις οφειλές της Κεντρικής Διοίκησης στους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης και τις ΔΕΚΟ), αυξήθηκε κατά στο τέλος Ιουνίου κατά 1,1 δισ. ευρώ, στα 403,2 δισ. ευρώ από 402,1 δισ. ευρώ στις 31 Μαρτίου.
Το «μικτό» χρέος της Γενικής Κυβέρνησης, το οποίο είναι αυτό που αποτυπώνουν τα επίσημα στοιχεία, έφτασε στο τέλος του Ιουνίου τα 368,35 δισ. ευρώ και ήταν αυξημένο κατά 2 δισ. ευρώ, σε σύγκριση με το ύψος του στο τέλος Μαρτίου (366,33 δισ.), και 3,4 δισ. ευρώ, σε σύγκριση με το τέλος του 2024, όταν το ύψος του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης έφτανε τα 364,9 δισ. ευρώ. Τούτο, παρά το γεγονός ότι πριν κλείσει το πρώτο τρίμηνο του χρόνου, το Ελληνικό Δημόσιο είχε δανειστεί περίπου 7 δισ. ευρώ, τα οποία όμως δεν έχουν επιβαρύνει ισόποσα το συνολικό ύψος του δημόσιου χρέους.
Τα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου αυξήθηκαν στα 41,94 δισ. στο τέλος Ιουνίου, από 36,28 δισ. στο τέλος του 2024. Ως γνωστόν τα ταμειακά διαθέσιμα είναι στο σύνολό τους χρέος (περιλαμβάνουν άλλωστε και 10,7 δισ. από το Cash Buffer του ESM) και αναλώνονται σταδιακά για να πληρώνουν παλιό «ακριβό» χρέος με τελευταίο το διμερές δάνειο με τις χώρες της ευρωζώνης. Θεωρητικά η Ελλάδα με τα ταμειακά διαθέσιμα που διαθέτει θα μπορούσε να καλύψει τις δανειακές της ανάγκες για τουλάχιστον 3,5 χρόνια χωρίς να δανειστεί από τις αγορές ούτε 1 ευρώ.
Πτωτικά
Aν λοιπόν από το σύνολο του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης αφαιρεθεί το κομμάτι των διαθεσίμων, το οποίο χρησιμοποιείται ως απόθεμα αλλά κοστίζει σε τόκους εξυπηρέτησης, το καθαρό χρέος της Κεντρικής Κυβέρνησης καταγράφει στο τέλος Ιουνίου μείωση κατά 2,2 δισ. ευρώ, στα 326,4 δισ. ευρώ από 328,6 δισ. ευρώ στο τέλος του 2024.
Το μέσο επιτόκιο εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους ήταν στο τέλος Ιουνίου στο 1,33%, όσο ακριβώς ήταν και στο τέλος του 2024. Το μέσο επιτόκιο διαμορφώνεται από το επιμέρους επιτόκιο των 2/3 του χρέους (240 δισ. ευρώ) που κατέχουν κυρίως ESM και οι χώρες της ευρωζώνης και φτάνει το 1,1% συν το επιτόκιο των εκδόσεων χρέους που έχουν γίνει από το 2019 μέχρι και σήμερα (περίπου 100 δισ. ευρώ) μετά την επάνοδο της Ελλάδας στις αγορές.
Αυξημένες εγγυήσεις λόγω του «Ηρακλής ΙΙΙ»
Τα εγγυημένα δάνεια του Ελληνικού Δημοσίου στο τέλος του Ιουνίου έφτασαν στα 26,335 δισ. ευρώ, από 25,72 δισ. ευρώ στο τέλος Μαρτίου. Η αύξηση οφείλεται κυρίως στην ενεργοποίηση του «Ηρακλής ΙΙΙ», η οποία έγινε για να επιταχυνθεί η εκκαθάριση των κόκκινων δανείων και των μη συστημικών τραπεζών. Η κίνηση αυτή είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθούν αυτόματα οι εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου κατά 1,3 δισ. ευρώ.

