Μακριά από επιδοματικές και προεκλογικού τύπου εξαγγελίες, οι ανακοινώσεις του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη εστιάζουν στη μόνιμη και διαρκή στήριξη της μεσαίας τάξης, στην αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος και την πολιτική σταθερότητα της χώρας σε έναν ασταθή κόσμο.
Η μεσαία τάξη αποτελούσε ανέκαθεν τη ραχοκοκαλιά της κοινωνίας και την κινητήριο δύναμη της οικονομίας. Πρόκειται για την ομάδα που αυξάνεται με υψηλότερους ρυθμούς από τις άλλες τάξεις και η οποία καθοδηγεί την καταναλωτική συμπεριφορά και την οικονομική ανάπτυξη. Πρόκειται για μια παγκόσμια τάση, αφού προβλέπεται πως έως το 2030 περίπου 5,3 δισεκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη, δηλαδή περισσότερο από το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού, θα κατατάσσονται στη μεσαία τάξη. Στην Ελλάδα εκτιμάται ότι περίπου το ένα στα δύο νοικοκυριά ανήκει στη μεσαία τάξη, γεγονός που φανερώνει τη σημασία που έχει η στήριξη αυτών των εισοδημάτων. Πόσω μάλλον όταν διαχρονικά σηκώνουν δυσανάλογα μεγάλο φορολογικό βάρος, αλλά δεν περιλαμβάνονται συνήθως στους δικαιούχους μόνιμων ενισχύσεων.
Η μείωση των άμεσων φόρων σημαίνει άμεση αύξηση του εισοδήματος των πολιτών, σε αντίθεση με τη μείωση έμμεσων φόρων, όπως ο ΦΠΑ που χάνεται στην ενδιάμεση αλυσίδα της αγοράς. Ταυτόχρονα, η εξισορρόπηση του φορολογικού συστήματος μέσα από δίκαιες και άμεσες φοροελαφρύνσεις ήταν πάντα το μεγάλο ζητούμενο και τώρα η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είναι έτοιμη να το υλοποιήσει, επειδή έχει φροντίσει όλο το προηγούμενο διάστημα να θωρακίσει την ελληνική οικονομία. Τα πλεονάσματα επιτρέπουν την επιστροφή του μερίσματος της επιτυχίας στους πολίτες επειδή βασίζονται στην ανάπτυξη, στη μείωση της ανεργίας και τις επενδύσεις. Σε συνδυασμό με τους περισσότερους από 70 φόρους που έχουν μειωθεί τα προηγούμενα χρόνια, τότε ίσως μιλάμε για μία από τις μεγαλύτερες φορολογικές μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει στη χώρα.
Στην καρδιά των κυβερνητικών παρεμβάσεων βρίσκονται οι οικογένειες με παιδιά και τα νέα ζευγάρια, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα βρεθούν εκτός ομπρέλας προστασίας οι ευάλωτες ομάδες, οι συνταξιούχοι, οι ένστολοι και οι μισθωτοί. Αλλωστε, στρατηγικός στόχος του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι τα μέτρα και οι παρεμβάσεις να αφορούν όλους τους πολίτες, χωρίς εξαιρέσεις και αποκλεισμούς. Γι’ αυτό και δεν ακολουθείται η πλειοδοτική και αδιέξοδη ρητορεία της αντιπολίτευσης, η οποία επιμένει στη χορήγηση 13ου και 14ου μισθού, αποκρύπτοντας όμως ότι αυτό θα σήμαινε πως δεν θα έμενε καθόλου δημοσιονομικός χώρος για μισθωτούς, συνταξιούχους και μεσαία τάξη.
Ταυτόχρονα, το μεγαλύτερο, ίσως, στοίχημα της χώρας είναι η αντιμετώπιση του δημογραφικού και της υπογεννητικότητας. Η κυβέρνηση εξαντλεί όλα τα περιθώρια που υπάρχουν, έτσι ώστε να υπάρξουν τα μέτρα οικονομικής στήριξης που απαιτούνται για την ενίσχυση των οικογενειών και την αύξηση των γεννήσεων. Είναι προφανές πως η λύση δεν είναι μόνο οικονομική, καθώς απαιτούνται παράλληλες, δραστικές παρεμβάσεις στις υποδομές, στην ενίσχυση της γυναίκας στην αγορά εργασίας, στο στεγαστικό, στην πρόσβαση σε υπηρεσίες Υγείας και Εκπαίδευσης, αλλά και σειρά πολιτικών για την προστασία της τρίτης ηλικίας και την υγιή γήρανση.
Εν κατακλείδι, το πακέτο της ΔΕΘ δεν είναι «πακέτο», αλλά ένα πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό αφήγημα που φωτίζει τις προοπτικές που έχει η χώρα, αλλά και το διακύβευμα που κρίνεται. Και σίγουρα δεν είναι το τέλος, αλλά ένας σταθμός που σηματοδοτεί την πορεία της χώρας προς ακόμα μεγαλύτερη ανάπτυξη, φορολογική δικαιοσύνη και κοινωνική ευημερία.

