Η επίσκεψη του Ρωμαιοκαθολικού Ποντίφικα στη Μητέρα Εκκλησία, σύμφωνα με εκκλησιαστικούς παράγοντες, είχε υψηλούς συμβολισμούς, ανοίγοντας ένα «νέο κεφάλαιο» στις σχέσεις μεταξύ των δύο Εκκλησιών.
Οι δύο προκαθήμενοι ένωσαν τις φωνές τους, δήλωσαν ότι προσεύχονται για θέματα που αποτέλεσαν αιτίες του Σχίσματος του 1054, όπως το Filioque και το αλάθητο, τονίζοντας ότι η εργασία στον θεολογικό διάλογο στοχεύει στο να μην αποτελούν σκάνδαλα μεταξύ των δύο χριστιανικών κοινοτήτων. Μάλιστα, η βούλησή τους για συνεορτασμό της «Εορτής των Εορτών» εκφράστηκε στην υπογραφή της Κοινής Διακήρυξης που υπέγραψαν (το Σάββατο), καθώς και κατά τη χθεσινή θρονική εορτή που πραγματοποιήθηκε στο Φανάρι για τον Αγιο Ανδρέα τον Πρωτόκλητο, ιδρυτή της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης στην ομιλία του μετά την Πατριαρχική Θεία Λειτουργία όπου προεξήρχε, συλλειτουργούντος του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Θεοδώρου και παρουσία του Ποντίφικα, επανέλαβε την πρότασή του για κοινό Πάσχα σε κοινή ημερομηνία. Η διαφορά στον εορτασμό της Ανάστασης προέκυψε τον 16ο αιώνα, με την υιοθέτηση του Γρηγοριανού Ημερολογίου στη Δύση, την ώρα που η Ανατολή διατήρησε το Ιουλιανό. Ο κ.κ. Βαρθολομαίος τόνισε ότι Κωνσταντινούπολη και Ρώμη συζητούν πώς μπορεί ο κοινός εορτασμός να καταστεί εφικτός.
Τόνισε ότι ο κοινός εορτασμός της 1.700ής επετείου της Α’ Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας ενίσχυσε την εκκλησιαστική ενότητα, προσθέτοντας ότι «η ενότητα είναι κάτι που αποζητούμε και μία αδήριτη ανάγκη, κυρίως στους καιρούς που ζούμε, με τους πολέμους και κάθε είδους διάκριση από την ακόρεστη επιθυμία κάποιων να κυριαρχήσουν». Ιδιαίτερη μνεία έκανε ο κ.κ. Βαρθολομαίος και στον πόλεμο της Ουκρανίας, λεγοντας ότι δεν μπορούμε να είμαστε συνένοχοι στην αιματοχυσία που πραγματοποιείται.
Από την πλευρά του, ο Πάπας Λέων ΙΔ’ τάχθηκε υπέρ του διαλόγου των Εκκλησιών της Ρώμης και της Κωνσταντινούπολης, επισημαίνοντας ότι στο παρελθόν υπήρχαν συγκρούσεις. «Εχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος σε εκκλησιαστικό επίπεδο», είπε, προσθέτοντας ότι οι δύο Εκκλησίες «καλούνται να πράξουν ακόμη περισσότερα» και να δεσμευτούν για την πλήρη αποκατάσταση της εκκλησιαστικής κοινωνίας. Δεν πρέπει να σταματήσουμε τον αγώνα, να συνεχίσουμε να θεωρούμαστε αδέλφια», σημείωσε, λέγοντας ότι στόχος του είναι να υπηρετεί τους πάντες, να προστατεύει την κοινωνία και την ενότητα. Ο Ποντίφικας ανέφερε επίσης ότι σε αυτούς τους καιρούς που χαρακτηρίζονται από συγκρούσεις και αιματοχυσίες, οι εκκλησίες πρέπει να αναλάβουν τον ρόλο του ειρηνοποιού.
Η ΚΟΙΝΗ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ
«Θαρραλέα βήματα στον δρόμο προς την ενότητα»
Μεγάλο ενδιαφέρον έχει η κοινή Διακήρυξη των δύο προκαθημένων, με γνώστες των εκκλησιαστικών θεμάτων να στέκονται ιδιαίτερα στις αναφορές για τον κοινό εορτασμό του Πάσχα. «Η Σύνοδος της Νίκαιας που πραγματοποιήθηκε το 325 μ.Χ. ήταν ένα προνοητικό γεγονός ενότητας. Ο σκοπός της εορταστικής αναμνηστικής εκδήλωσης, ωστόσο, δεν είναι απλώς να θυμηθούμε την ιστορική σημασία της Συνόδου, αλλά να μας παρακινήσει να είμαστε συνεχώς ανοιχτοί στο ίδιο Αγιο Πνεύμα που μίλησε μέσω της Νίκαιας, καθώς παλεύουμε με τις πολλές προκλήσεις της εποχής μας», αναφέρουν οι δύο θρησκευτικοί ηγέτες.
Παράλληλα, σημειώνουν ότι «εκτός από την αναγνώριση των εμποδίων που εμποδίζουν την αποκατάσταση της πλήρους κοινωνίας μεταξύ όλων των χριστιανών, εμπόδια τα οποία επιδιώκουμε να αντιμετωπίσουμε μέσω του θεολογικού διαλόγου, πρέπει επίσης να αναγνωρίσουμε ότι αυτό που μας ενώνει είναι η πίστη που εκφράζεται στο Σύμβολο της Πίστεως της Νικαίας».
«Ευγνώμονες»
Ο κ.κ. Βαρθολομαίος και ο Ποντίφικας δηλώνουν πεπεισμένοι ότι η φετινή επέτειος των 1.700 χρόνων από την Α’ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια «μπορεί να εμπνεύσει νέα και θαρραλέα βήματα στον δρόμο προς την ενότητα». Οπως επισημαίνουν χαρακτηριστικά, μεταξύ των αποφάσεών της, η Α’ Οικουμενική Σύνοδος προέβλεψε επίσης τα κριτήρια για τον καθορισμό της ημερομηνίας του Πάσχα, κοινής για όλους τους χριστιανούς.
«Είμαστε ευγνώμονες στη θεία πρόνοια που φέτος ολόκληρος ο χριστιανικός κόσμος γιόρτασε το Πάσχα την ίδια ημέρα. Είναι κοινή μας επιθυμία να συνεχίσουμε τη διαδικασία διερεύνησης μιας πιθανής λύσης για τον από κοινού εορτασμό της Εορτής των Εορτών κάθε χρόνο. Ελπίζουμε και προσευχόμαστε ότι όλοι οι χριστιανοί, με κάθε σοφία και πνευματική σύνεση, θα δεσμευτούν στη διαδικασία να φτάσουν σε έναν κοινό εορτασμό της ένδοξης Ανάστασης του Κυρίου μας Ιησού Χριστού», αναφέρουν.
Υποστήριξη
Πεπεισμένοι για τη σημασία του διαλόγου, οι δύο προκαθήμενοι εξέφρασαν τη διαρκή υποστήριξή τους στο έργο της Μικτής Διεθνούς Επιτροπής για τον Θεολογικό Διάλογο μεταξύ της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και της Ορθόδοξης Εκκλησίας, «η οποία στην παρούσα φάση εξετάζει ζητήματα που ιστορικά θεωρήθηκαν διχαστικά. Μαζί με τον αναντικατάστατο ρόλο που διαδραματίζει ο θεολογικός διάλογος στη διαδικασία της προσεγγίσεως μεταξύ των Εκκλησιών μας, επαινούμε επίσης τα άλλα απαραίτητα στοιχεία αυτής της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων των αδελφικών επαφών, της προσευχής και της κοινής εργασίας σε όλους τους τομείς όπου η συνεργασία είναι ήδη δυνατή».
ΒΑΘΙΑ ΑΝΗΣΥΧΟΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗ ΒΙΑ
Οι δύο προκαθήμενοι κάνουν ιδιαίτερη αναφορά στις συγκρούσεις και στη βία που «συνεχίζουν να καταστρέφουν τις ζωές τόσων πολλών ανθρώπων», καλώντας όσους έχουν πολιτικές και πολιτειακές ευθύνες να κάνουν ό,τι είναι δυνατόν για να εξασφαλίσουν την άμεση παύση της τραγωδίας των πολέμων. «Απορρίπτουμε κάθε χρήση της θρησκείας και του ονόματος του Θεού για να δικαιολογηθεί η βία. Πιστεύουμε ότι ο αυθεντικός διαθρησκευτικός διάλογος, όχι μόνον δεν αποτελεί αιτία συγκρητισμού και σύγχυσης, αλλά είναι απαραίτητος για τη συνύπαρξη λαών διαφορετικών παραδόσεων και πολιτισμών. Αν και είμαστε βαθιά ανήσυχοι από την τρέχουσα διεθνή κατάσταση, δεν χάνουμε την ελπίδα μας. Ο Θεός δεν θα εγκαταλείψει την ανθρωπότητα», επισημαίνουν.

