«Η Ουκρανία επιδιώκει μια πολυδισεκατομμυρίων δολαρίων στρατιωτική ενίσχυση, η οποία θα χρηματοδοτηθεί από την Ευρώπη, θεωρώντας την ως την καλύτερη ευκαιρία να διασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη επιβίωση της χώρας, καθώς η αμερικανική βοήθεια στερεύει και οι δυτικές εγγυήσεις ασφαλείας παραμένουν αβέβαιες», αναφέρει η New York Times.
«Το Κίεβο θέλει όχι μόνο να συντηρήσει τον στρατό του κατά τη διάρκεια του τρέχοντος πολέμου, αλλά και να τον καταστήσει τη ραχοκοκαλιά οποιασδήποτε μεταπολεμικής διευθέτησης, με στόχο να αποτρέψει τη Ρωσία από το να εισβάλει ξανά.»
Όπως το έθεσε πρόσφατα η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής: «Η Ουκρανία πρέπει να γίνει ένας ατσάλινος σκαντζόχοιρος, μη καταπόσιμη για κάθε πιθανό εισβολέα.»
Στο επίκεντρο των τρεχουσών προσπαθειών βρίσκεται ένα νέο σύστημα προμηθειών υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ, μέσω του οποίου θα κατευθύνονται ευρωπαϊκά κονδύλια για την αγορά αμερικανικών οπλικών συστημάτων. Ο πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι προσδοκά ότι ο μηχανισμός αυτός θα επιτρέψει αγορές ύψους έως και 1 δισ. δολαρίων μηνιαίως, με προτεραιότητα στην προμήθεια αντιαεροπορικών συστημάτων Patriot.
Το σχήμα αυτό έρχεται να αντικαταστήσει τις αμερικανικές δωρεές οπλισμού που έχουν διακοπεί με απόφαση του προέδρου Τραμπ, ενώ παράλληλα στοχεύει να αυξήσει και να επιταχύνει τις παραδόσεις. Ήδη την Πέμπτη ανακοινώθηκε η πρώτη πώληση πυραύλων cruise και GPS, αξίας 825 εκατ. δολαρίων.

Η ενίσχυση της ουκρανικής αμυντικής βιομηχανίας
Παράλληλα, το Κίεβο επενδύει δυναμικά στη ραγδαία αναπτυσσόμενη αμυντική του βιομηχανία, η οποία παράγει ήδη drones και πλέον αναπτύσσει πιο προηγμένα οπλικά συστήματα. Τον Αύγουστο ανακοινώθηκε η ολοκλήρωση της ανάπτυξης και η έναρξη παραγωγής του πρώτου εγχώριου πυραύλου cruise μεγάλου βεληνεκούς.
Ωστόσο, το μέλλον αυτής της στρατιωτικής ενίσχυσης δεν είναι δεδομένο. Αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, πιεσμένες από τα δικά τους δημοσιονομικά, ίσως δυσκολευτούν να συνεισφέρουν στο επίπεδο χρηματοδότησης που απαιτείται, ενώ ο ουκρανικός στρατός εξακολουθεί να αντιμετωπίζει ελλείψεις προσωπικού.
«Η κύρια εγγύηση της ασφάλειας της Ουκρανίας είναι ένας πλήρως ικανός, καλά εκπαιδευμένος στρατός σε συνεχή ετοιμότητα μάχης», υπογράμμισε πρόσφατα ο υπουργός Εσωτερικών Ίχορ Κλιμένκο, αποτυπώνοντας τη στρατηγική του Κιέβου.
Αβέβαιες εγγυήσεις ασφαλείας
Καθώς η κυβέρνηση Τραμπ πιέζει για συμφωνία ειρήνης με τη Ρωσία, οι σύμμαχοι της Ουκρανίας αναζητούν σχήματα ασφαλείας. Κάποιες ευρωπαϊκές χώρες εξετάζουν το ενδεχόμενο ανάπτυξης στρατευμάτων στο ουκρανικό έδαφος, ενώ οι ΗΠΑ αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο αεροπορικής υποστήριξης. Παρά ταύτα, οι συνομιλίες παραμένουν άκαρπες, με τη Μόσχα να αντιδρά και να απορρίπτει την παρουσία δυτικών δυνάμεων στην Ουκρανία.
Ο πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν, συνεχίζει να αντιτίθεται στην ύπαρξη ενός ισχυρού ουκρανικού στρατού μετά τον πόλεμο, μολονότι εμφανίζεται πρόθυμος να συζητήσει τις ειρηνευτικές πρωτοβουλίες του Ντόναλντ Τραμπ. Τόνισε ότι η ασφάλεια της Ουκρανίας αποτελεί «δική της υπόθεση», με την προϋπόθεση όμως ότι δεν θα στραφεί «εις βάρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας» – επιμένοντας στη διαχρονική απαίτηση να μην ενταχθεί η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ και να περιορίσει τις στρατιωτικές της δυνατότητες.

Απέναντι σε αυτό το πλαίσιο, το Κίεβο επιδιώκει να οικοδομήσει δικές του, αυτόνομες εγγυήσεις ασφαλείας, με βασικό πυλώνα την εγχώρια παραγωγή οπλικών συστημάτων και τη σταδιακή ενίσχυση μέσω δυτικών προμηθειών. «Αυτό είναι κάτι στο οποίο οι Ρώσοι δεν έχουν πραγματικά λόγο», δήλωσε χαρακτηριστικά η νέα πρέσβειρα της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, Αλιόνα Γκετμαντσούκ. «Κι αυτό είναι το πλεονέκτημά μας».
Ο πύραυλος Flamingo και οι μνήμες από το παρελθόν
Κομβικό ρόλο σε αυτή τη στρατηγική κατέχει ο νέος πύραυλος μεγάλου βεληνεκούς Flamingo, ο οποίος –θεωρητικά– μπορεί να πλήξει στόχους σε απόσταση άνω των 2.900 χιλιομέτρων, μεταφέροντας πολεμική κεφαλή 1.100 κιλών. Αν και δεν έχει δοκιμαστεί ακόμη σε μάχη, αναλυτές εκτιμούν ότι ένα τέτοιο όπλο θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ισχυρότερο αποτρεπτικό μέσο από κάθε δυτική υπόσχεση.
Η ουκρανική ηγεσία υπενθυμίζει ότι η εμπειρία του παρελθόντος, με το Μνημόνιο της Βουδαπέστης του 1994, αποδείχθηκε ανεπαρκής, καθώς δεν απέτρεψε τις ρωσικές επιθέσεις το 2014 και το 2022. Παράλληλα, η αρχική ελπίδα για ένταξη στο ΝΑΤΟ έχει διαψευστεί, με τον Ντόναλντ Τραμπ να απορρίπτει κατηγορηματικά αυτό το ενδεχόμενο και τους Ευρωπαίους να προτείνουν ασαφείς εναλλακτικές «τύπου Άρθρου 5».

Στρατηγική αυτάρκειας
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η Ουκρανία βλέπει ως μοναδική βιώσιμη λύση την οικοδόμηση ενός ισχυρού, αξιόμαχου στρατού. Ο Ζελένσκι έχει ήδη προτείνει στον Τραμπ ένα πακέτο αγοράς αμερικανικών όπλων ύψους 90 δισ. δολαρίων, το οποίο θα χρηματοδοτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την Ευρώπη μέσω του μηχανισμού του ΝΑΤΟ. Μέχρι στιγμής, οκτώ χώρες έχουν δεσμευτεί να συνεισφέρουν πάνω από 2 δισ. δολάρια.
Παρά το βάρος που συνεπάγεται για τις ευρωπαϊκές οικονομίες, οι δεσμεύσεις παραμένουν σημαντικές. Η Γερμανία και η Νορβηγία έχουν ανακοινώσει προγράμματα στήριξης που φθάνουν τα 10 δισ. δολάρια η καθεμία, ενώ συνολικά η Ευρώπη έχει ήδη ξεπεράσει τις ΗΠΑ σε στρατιωτική βοήθεια, με 95 δισ. δολάρια έναντι 75 δισ.

Η παράλληλη ενίσχυση της ουκρανικής αμυντικής βιομηχανίας θεωρείται κρίσιμη. Η εταιρεία Fire Point, που κατασκευάζει τον πύραυλο Flamingo, υποστηρίζει ότι μπορεί να επταπλασιάσει την παραγωγή έως το φθινόπωρο, εφόσον εξασφαλιστεί η απαιτούμενη δυτική χρηματοδότηση.
«Ο καλύτερος εγγυητής της ουκρανικής ανεξαρτησίας είναι το δικό μας πυραυλικό πρόγραμμα», δήλωσε ο Σκριπτσένκο του Transatlantic Dialogue Center. «Όταν θα διαθέτουμε εκατοντάδες βαλλιστικούς πυραύλους με εμβέλεια ικανή να πλήξει στόχους στη Μόσχα, θα βρισκόμαστε μπροστά σε ένα εντελώς διαφορετικό παιχνίδι».

