Η υπόθεση κινήθηκε από τέσσερις βασικές ενάγουσες αλλά λογίζεται ως υπόθεση με ρήτρα αποκλεισμού, πράγμα που σημαίνει ότι αφορά όλες τις γυναίκες που υπηρέτησαν μεταξύ Νοεμβρίου 2003 και Μαΐου 2025 εκτός αν δηλώσουν ότι δεν υπέστησαν καμία από τις καταγγελλόμενες κακοποιήσεις. Η δίκη θα εκδικαστεί ενώπιον του Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου του Σίδνεϊ.
Ο δικηγόρος που εκπροσωπεί τις γυναίκες, Τζος Έιλγουορντ της εταιρείας JGA Saddler, τόνισε: «Η απειλή πολέμου δεν είναι συχνά ο μεγαλύτερος φόβος σχετικά με την ασφάλεια για τις γυναίκες μέλη των αυστραλιανών ενόπλων δυνάμεων, αυτός είναι η απειλή σεξουαλικής βίας στον χώρο εργασίας τους».
Πρόσθεσε ακόμη: «Οι Αυστραλοί θα σοκαριστούν από τις αναφορές που γνωστοποιούν σεξουαλική βία και παρενόχληση, βιασμούς και σωματικές απειλές, αλλά αυτό που είναι ακόμη πιο ανησυχητικό, είναι οι βάναυσες επιθέσεις κατά των γυναικών που τολμούν να καταθέσουν μήνυση».
Ο υπουργός Άμυνας δήλωσε ότι ενημερώθηκε για την προσφυγή, επισημαίνοντας ότι όλα τα μέλη των ενόπλων δυνάμεων «έχουν το δικαίωμα να χαίρουν σεβασμού» και δικαιούνται «να έχουν θετικό περιβάλλον εργασίας», ενώ εκπρόσωπος του υπουργείου τόνισε: «Δεν υπάρχει θέση για τη σεξουαλική βία ή τις αξιόμεμπτες συμπεριφορές στους κόλπους της Άμυνας».
Μία από τις τέσσερις βασικές ενάγουσες κατήγγειλε ότι ξύπνησε γυμνή, πονώντας, γεμάτη μώλωπες και αμυχές ύστερα από γιορτή σε στρατιωτική βάση και υπεβλήθη σε ιατρική εξέταση για σεξουαλική επίθεση σε αποθηκευτική αίθουσα. Σύμφωνα με την προσφυγή, στη γυναίκα αυτή φέρεται ότι απαγορεύτηκε η πρόσβαση σε κοινές εγκαταστάσεις της βάσης, δέχθηκε απειλητικά μηνύματα και στη συνέχεια μεταφέρθηκε. «Η δικαστική αυτή υπόθεση συνιστά αίτημα για δράση, υπευθυνότητα και πραγματική αλλαγή», υπογράμμισε ο Έιλγουορντ.

