ΤΩΡΑ γνωρίζουμε όλοι τα δεδομένα. Γίναμε «ειδικοί» στο δημόσιο χρέος, στα ελλείμματα, στα spreads των ομολόγων. Η γαλλική οικονομία «τρέχει» με ένα έλλειμμα της τάξης του 5,4%. Ο στόχος, θεωρητικά, είναι να το ρίξει στο 3%, που προβλέπει το Σύμφωνο Σταθερότητας. Κάτι που, βέβαια, δεν είναι καθόλου εύκολο. Γιατί, ως γνωστόν, τα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής γεννούν υφεσιακές καταστάσεις. Και αυτή τη στιγμή η Γαλλία έχει μια αναιμική ανάπτυξη 0,8%.
Η κυβέρνηση Μπαϊρού παρουσίασε ένα ελάχιστο πακέτο περικοπών με μέτρα ύψους 43 δισ. ευρώ, που μπορεί να ακούγεται τεράστιο νούμερο για την Ελλάδα, αλλά αντιστοιχεί μόλις στο 0,8% του γαλλικού ΑΕΠ. Οι λάθος χειρισμοί της κυβέρνησης προκάλεσαν τις αντιδράσεις των πολιτών και, βέβαια, της αντιπολίτευσης. Η αλήθεια είναι πως η ανακοίνωση των μέτρων από τον Μπαϊρού, πριν από λίγες εβδομάδες, διανθίστηκε και από αστειότητες τύπου «θα καταργήσουμε δύο αργίες τον χρόνο, για να δουλεύουμε περισσότερο και να σώσουμε την οικονομία», που περισσότερο θύμιζαν τον ΓΑΠ λίγο πριν από το Καστελλόριζο, παρά έστελναν σοβαρά μηνύματα στην κοινωνία και τις αγορές.
ΚΑΙ τώρα; Το πιθανότερο είναι πως η κυβέρνηση Μπαϊρού θα πέσει, καθώς αναμένεται να μη λάβει ψήφο εμπιστοσύνης στις 8 Σεπτεμβρίου. Σε πολιτικό επίπεδο, ο Μακρόν έχει δύο συν μία επιλογές: να διορίσει νέο πρωθυπουργό και μια νέα κυβέρνηση, να επιχειρήσει να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης, να προκηρύξει πρόωρες βουλευτικές εκλογές ή ακόμα και να πάει σε πρόωρες προεδρικές εκλογές. Τα πράγματα, έτσι κι αλλιώς, γίνονται πολύπλοκα, ενώ τα κόμματα της Λεπέν και του Μελανσόν ετοιμάζονται να θριαμβεύσουν, όποτε κι αν στηθούν κάλπες.
ΤΩΡΑ, όσον αφορά στην οικονομία, είναι αρκετά πιθανό να ξεκινήσει ένα επικίνδυνο γαϊτανάκι, που γνωρίζουμε πολύ καλά στην Ελλάδα, με εκτίναξη των spreads -ήδη η Γαλλία δανείζεται ακριβότερα από τη χώρα μας-, με υποβαθμίσεις από τους οίκους αξιολόγησης, με περαιτέρω αύξηση του ελλείμματος. Και στο βάθος κάπου θα αρχίσει να αχνοφαίνεται το ΔΝΤ.
ΤΟ πρόβλημα, βέβαια, δεν είναι μόνο γαλλικό. Παρόμοια προβλήματα αντιμετωπίζει και η κυβέρνηση Στάρμερ στη Βρετανία και όλοι φοβούνται μια επιστροφή του ΔΝΤ στο Λονδίνο, ύστερα από τη μεγάλη κρίση του 1976. Ενώ ακόμα και η Γερμανία ψάχνει να βρει λύσεις για τη στήριξη της βιομηχανικής παραγωγής και το συνταξιοδοτικό. Ολα αυτά σε ένα ασφυκτικό περιβάλλον ακρίβειας που υπάρχει σε όλη την Ευρώπη και όχι μόνο στη χώρα μας, όπως ισχυρίζεται η λαϊκιστική αντιπολίτευση.
ΣΕ αυτό το δυστοπικό περιβάλλον, η Ελλάδα αποτελεί μία εξαίρεση στον κανόνα. Χάρη στη συνετή δημοσιονομική πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη, η οικονομία «τρέχει» με διπλάσιο ρυθμό από την υπόλοιπη Ευρώπη, το χρέος μειώνεται με ταχύτατους ρυθμούς, ενώ παράγουμε υπερπλεονάσματα μειώνοντας φόρους και δίνοντας αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις. Η ελληνική οικονομία προφανώς και θα επηρεαστεί από την αρνητική κατάσταση σε Γαλλία, Βρετανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά δεν κινδυνεύει να μπει σε νέο κύκλο κρίσης, με έναν αστερίσκο. Αν χαθεί η πολιτική σταθερότητα, τότε όλα είναι ανοιχτά. Και αυτό το γνωρίζουν πλέον καλά οι πολίτες, ύστερα από όσα βιώσαμε στη δεκαετία των Μνημονίων με τους επίδοξους πολιτικούς μάγους.