Πριν από 10 χρόνια η Γερμανία πρωτοστατούσε στις φωνές που πρότειναν –και κάποιοι στο εσωτερικό της Ελλάδας εύχονταν- να βγούμε από το ευρώ. Η τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ έπαιζε στα ζάρια την τύχη της χώρας. Η «επαναστατική γυμναστική», που ξεκίνησε με υποσχέσεις για σκίσιμο των Μνημονίων με ένα άρθρο και έναν νόμο, κατέληξε σε μία οδυνηρή περιπέτεια για την Ελλάδα που της στοίχισε το 25% του ΑΕΠ, βύθισε την οικονομία στην ύφεση, έκλεισε τις τράπεζες, εκτόξευσε την ανεργία, έκλεισε επιχειρήσεις και εξάντλησε όλα τα οικονομικά και ψυχικά αποθέματα των πολιτών.
Πριν από 10 χρόνια, η χώρα υπέγραψε ένα τρίτο, αχρείαστο, Μνημόνιο αφού πρώτα είχε συρθεί σε ένα αλήστου μνήμης δημοψήφισμα. Είδε τους νέους και τις νέες της να φεύγουν στο εξωτερικό, τους μισθούς και τις συντάξεις να περικόπτονται και άλλο, τα μεγάλα έργα να σταματούν, τη μεσαία τάξη να γονατίζει και τον λαϊκισμό να επελαύνει στη χειρότερη μορφή του. Είδε τη ζημιά που κάνει ο τοξικός λόγος, ο διχασμός, οι κοινωνικές ταραχές και οι «αυταπάτες».
Πριν από 10 χρόνια ήταν μία άλλη Ελλάδα, αλλά πλέον τα πράγματα βελτιώνονται. Δεν γίναμε παράδεισος, υπάρχουν πολλά ακόμα που πρέπει να γίνουν στο μέτωπο της ακρίβειας, της στέγασης και των μισθών. Ομως, ξεφύγαμε από την κόλαση των Μνημονίων και της αβεβαιότητας. Η εμπιστοσύνη επιστρέφει, οι μεταρρυθμίσεις προχωρούν και τα εντυπωσιακά πλεονάσματα δεν δημιουργούνται από την υπερφορολόγηση, αλλά από την πάταξη της φοροδιαφυγής και τη φορολογική συμμόρφωση.
Το μέρισμα της ανάπτυξης επιστρέφει στην κοινωνία με προσεκτικά αλλά μόνιμα μέτρα, με αυξήσεις μισθών και συντάξεων για πρώτη φορά μετά από χρόνια, με μειώσεις φόρων και εισφορών και με τη μείωση της ανεργίας σε μονοψήφιο ποσοστό. Ακόμα και το γεγονός ότι περίπου 400.000 από τους 600.000 Ελληνες της γενιάς του brain drain έχουν επιστρέψει σημαίνει πολλά. Η Ελλάδα δεν είναι πλέον τόπος αναχώρησης, αλλά επιστροφής.