Μετά την προβολή των μηνυμάτων του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του Προέδρου της Κύπρου Nίκου Χριστοδουλίδη, τόνισε ότι η γλώσσα δεν είναι μόνο κληρονομιά αλλά ζωντανό μέσο έκφρασης και γνώσης για αιώνες.
«Η ελληνική γλώσσα έχει οικουμενική ακτινοβολία. Ομιλείται και γράφεται ακατάπαυστα, σχεδόν τέσσερις χιλιετίες, αποτελώντας την παλαιότερη ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, με γραπτά τεκμήρια. Στο πέρασμα των αιώνων, η ελληνική αναπόφευκτα εξελίχθηκε, για να καταλήξει στην κοινή νεοελληνική, η οποία τροφοδοτείται, διαρκώς και γόνιμα, από τις παλαιότερες μορφές της. Δεν μιλούμε, ασφαλώς, τη γλώσσα του Ομήρου, ούτε του Σοφοκλή. Όμως, η αττική διάλεκτος, που εξελίχθηκε στην ελληνιστική γλώσσα, τη lingua franca της εποχής της, αποτελεί τη βάση της νεοελληνικής. Ο οικουμενικός δυναμισμός της ελληνικής συνιστά, άλλωστε, απτή ιστορική πραγματικότητα».
Αναλύοντας την επιστημονική και πολιτισμική επίδραση, η υπουργός επισήμανε: «Η ακτινοβολία της έγκειται στην εδραίωσή της ως ιδανικού οχήματος για την έκφραση και την ενσάρκωση των προϊόντων της ανθρώπινης διάνοιας. Στις επιστήμες, τα γράμματα και τις κατακτήσεις της τεχνικής, η ελληνική γλώσσα έχει κυρίαρχη θέση, καθώς δάνεισε όχι μόνο όρους και λέξεις, αλλά στάθηκε υπόβαθρο για τη βέλτιστη οργάνωση και συστηματοποίηση ιδεών, υποθέσεων και θεωριών, αλλά και εργαλείο για την επαλήθευσή τους και την πρακτική εφαρμογή τους».
Υπενθύμισε ακόμη το ιστορικό παράδειγμα της ομιλίας του 1959, όπου, μιλώντας αγγλικά, χρησιμοποιήθηκαν αποκλειστικά ελληνικές λέξεις, και έκλεισε με το σύνθημα που ανέδειξε και ο Οδυσσέας Ελύτης: «Οι σημερινοί Έλληνες είμαστε υπερήφανοι για τη γλώσσα «που μας έδωσαν ελληνική», όπως έχει γράψει ο νομπελίστας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης. Είμαστε υπερήφανοι, γιατί η ελληνική γλώσσα δεν μας ανήκει αποκλειστικά ως μητρική μας γλώσσα. Είμαστε οι θεματοφύλακες της οικουμενικής της απήχησης».